Απάντηση της Ο.Κ.Δ.Ε. στην σταλινοζαχαριαδική τριάδα (Γ. Πετρόπουλος, Β. Λιόσης, Δ. Δημητριάδης)

Όχι στις ανιστόρητες αυθαιρεσίες

Όχι στη διαστρέβλωση του μαρξισμού

Το ελληνικό εργατικό κίνημα και πολλές από τις οργανώσεις του, τα τελευταία χρόνια, αναφέρονται ή έχουν υιοθετήσει μια σειρά από αρχές, στρατηγικές και τακτικές που είχε επεξεργαστεί η 3η Διεθνής στα 4 πρώτα συνέδριά της, όπως: το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο (ΕΜ), το Μεταβατικό Πρόγραμμα (ΜΠ), την Κυβέρνηση των Εργαζομένων (ΚΕ) κ.α. Ταυτόχρονα, έχουν απορρίψει μια σειρά από παραμορφώσεις του επαναστατικού μαρξισμού που πραγματοποιήθηκαν από τον Σταλινισμό ή την 3η Διεθνή μετά τον σταλινικό εκφυλισμό της στα επόμενα τρία συνέδριά της (5ο, 6ο και κυρίως 7ο, που ήταν και το τελευταίο!), όπως: τη μενσεβίκικη Θεωρία των Σταδίων (ιστορικά πήρε διάφορες μορφές π.χ.: «αστικοδημοκρατική επανάσταση», «λαϊκή δημοκρατία ή λαοκρατία», «εθνική δημοκρατική αλλαγή», «αντιμονοπωλιακή–αντιιμπεριαλιστική συσπείρωση ή μέτωπο» κ.α.), τα Λαϊκά Μέτωπα (ιστορικά πήραν διάφορες μορφές π.χ.: «πατριωτικά μέτωπα», «αντιφασιστικά μέτωπα», μέτωπα «εθνικής ενότητας» ή «λαϊκής ενότητας» κ.λπ.). Είναι αλήθεια ότι γι’ αυτή την έστω μερική επιστροφή στις αρχές του επαναστατικού μαρξισμού χρειάστηκαν αρκετές δεκαετίες, πολλές οδυνηρές ήττες του εργατικού κινήματος και κυρίως η τελική κατάρρευση του Σταλινισμού, που δυστυχώς συμπαρέσυρε μαζί και το πρώτο εργατικό κράτος στον κόσμο, το δημιούργημα της Οκτωβριανής Επανάστασης. Ακόμη και το ΚΚΕ, με αρκετή καθυστέρηση σε σχέση με το παγκόσμιο εργατικό κίνημα, έχει αρχίσει να απορρίπτει ή να αναθεωρηθεί κάτω από το βάρος όλων των συγκλονιστικών εξελίξεων και τραγωδιών του 20ου αιώνα, ανάμεσα στις οποίες από τις τραγικότερες είναι και η ελληνική επανάσταση 1943–49, μια σειρά από θέσεις που υπεράσπιζε με λύσσα σε ολόκληρη την ιστορία του.

Μονάχα μια ομάδα γύρω από τους ιστότοπους ergatikosagwnas.gr και kordatos.org «υπερασπίζεται» φανατικά (μαζί με κάποια μαοϊκά απολιθώματα) τις σταλινικές απόψεις και θέσεις. Και το χειρότερο, επαναλαμβάνει όλες τις σταλινικές συκοφαντίες και ύβρεις ενάντια στο τροτσκιστικό κίνημα και τους τροτσκιστικές, συνεχίζοντας επάξια την Σταλινική σχολή της Πλαστογραφίας. Έτσι και τώρα, με την ευκαιρία της έκδοσης από το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ του βιβλίου «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940–41» από τις εκδόσεις ΣΥΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, όπου η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ αναθεωρεί και απορρίπτει πολλά από αυτά που υποστήριζε το κόμμα στο παρελθόν, η ομάδα αυτή με τους Γ. Πετρόπουλο, Β. Λιόση, Δ. Δημητριάδη, βρήκε την ευκαιρία να εκθέσεις τις αντιμαρξιστικές και αντεπαναστατικές της απόψεις και φυσικά να επιτεθεί στον τροτσκισμό.

Το ΚΚΕ και η ΚΟΜΙΝΤΕΡΝ στο Β΄ΠΠ

Αυτά που γράφουν οι Γ. Πετρόπουλος, Β. Λιόσης, Δ. Δημητριάδης[1] είναι ανιστόρητες αυθαιρεσίες και στην πραγματικότητα δεν αξίζουν απάντησης, ωστόσο για ακόμη μια φορά, για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας και των αρχών του επαναστατικού μαρξισμού, χρειάζεται να ειπωθούν λίγα πράγματα.

Το εν λόγω βιβλίο του ΚΚΕ φτάνει σε μερικά συμπεράσματα που πράγματι είναι «αιρετικά» για ό,τι έλεγε και υποστήριζε μέχρι σήμερα. Σύμφωνα λοιπόν με τα συμπεράσματα αυτού του βιβλίου: α) ο Β΄ΠΠ ήταν ιμπεριαλιστικός[2] ακόμη και μετά την επίθεση των γερμανών φασιστών στην ΕΣΣΔ και όχι ένας γενικά αντιφασιστικός[3] πόλεμος, β) θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί από τα ΚΚ και κινήματα όπως ο μπολσεβικισμός αντιμετώπισε τον Α΄ΠΠ, δηλαδή με τη μετατροπή του πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο και γ) με την πάλη για την εργατική εξουσία και το σοσιαλισμό και όχι με τη δημιουργία δημοκρατικών και αντιφασιστικών συμμαχιών και μετώπων, με τη συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις ή σε κυβερνήσεις «εθνικής ενότητας». Αναμφισβήτητα όλα αυτά, όπως είναι πασίγνωστο, αποτελούσαν αναλύσεις, θέσεις, πολιτικές, συνοδευόμενες από τις κατάλληλες πολιτικές πρακτικές και τακτικές σχεδόν μόνο από τους τροτσκιστές σ’ ολόκληρο το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα, τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα, όχι μόνο στην περίοδο του πολέμου αλλά και στα κατοπινά κατοχικά χρόνια.

Αυτές οι θεμελιακές ανατροπές των σταλινικών «ιερών και οσίων» και από την άλλη μεριά η υιοθέτηση, τουλάχιστον, ενός μέρους των επαναστατικών θέσεων και των όσων έλεγαν οι επαναστάτες τροτσκιστές κατά τον Β΄ΠΠ είναι που έκανε τους τρεις σωματοφύλακες του σταλινοζαχαριαδισμού να ανατρέξουν για ακόμη μια φορά στις ιστορικές ανακρίβειες, στις σταλινικές παραποιήσεις και βέβαια στις συκοφαντίες κατά του τροτσκισμού και των τροτσκιστών. Ίσως ακόμη γιατί βλέπουν ότι, και στη χώρα μας, ό,τι ταύτιζε τον κομμουνισμού με τον αντεπαναστατικό σταλινισμό βαδίζει προς το τέλος του, μαζί με τα «σύμβολά» του και τα «πρόσωπα–εικονίσματά» του. Ένα τέτοιο «σύμβολο» ήταν η στάση του ΚΚΕ στο Β΄ΠΠ, οι θέσεις του 7ου Συνέδριου, η «στρατηγική» του ΕΑΜ, τα πρόσωπα–εικονίσματά του Στάλιν, του Δημητρώφ, του Ζαχαριάδη κ.λπ.

Οι Πετρόπουλος, Λιόσης και Δημητριάδης, στην προσπάθειά τους να αντικρούσουν τις θέσεις του βιβλίου παρουσιάζουν ένα παιδαριώδες σχήμα, που λέει ότι εφόσον τις δυνάμεις του Φασιστικού Άξονα πολεμούσαν ενάντια στην ΕΣΣΔ και τις αστικές δημοκρατίες, τα συμφέροντα των Σοβιέτ συνέπιπταν μ’ αυτά των ιμπεριαλιστών χωρών της Γαλλίας, Μ. Βρετανίας και ΗΠΑ. Αυτά κάτω από το απλοϊκό ιδεολόγημα ότι ο φασισμός «δεν απειλούσε μόνο το σοσιαλισμό αλλά και την αστική δημοκρατία» (Β. Λιόσης) και κατά συνέπεια και «ο πόλεμος ήταν και αντιφασιστικός» (Β. Λιόσης)! Μ’ αυτή τη λογική, που πραγματικά είναι δύσκολο να την παρακολουθήσει κάποιος, πως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το σύμφωνο Ρίμπεντροπ–Μόλοτοφ ή Στάλιν–Χίτλερ, για το οποίο, για ευνόητους λόγους, δεν γίνεται καμιά αναφορά στα κείμενα των τριών. Τέλος, ο Β. Λιόσης μας πληροφορεί ότι, «Ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος δεν ήταν μία απλή επανάληψη του Α΄ (κλασική τροτσκιστική θέση) γιατί…» – μια «πληροφορία» που είναι ένα χυδαίο ψέμα. Ας φέρει έστω και ένα κείμενο στο οποίο να λένε οι τροτσκιστές, ότι ο Β΄ΠΠ ήταν μια «απλή επανάληψη του Α΄ΠΠ», αν δεν το πράξει είναι ένας αμαθής και τιποτένιος συκοφάντης. Πολύ χαρακτηριστικά ο Ε. Μαντέλ γράφει για την σχέση των δυο πολέμων: «Έχει τονιστεί πολλές φορές ότι ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένα λογικό αποτέλεσμα του 1ου. Ωστόσο η μεταξύ τους σχέση συχνά περιορίζεται στους αντιγερμανικούς όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών και, κυρίως, στην ανόητη πολιτική των αποζημιώσεων για τις οποίες επέμενε ιδιαίτερα η γαλλική μπουρζουαζία».[4]

Το γράμμα[5] του Ζαχαριάδη

Στο ίδιο βιβλίο, το ΚΚΕ, αναφερόμενο στο Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη (δημοσιεύτηκε 2 Νοέμβρη 1940, λίγες μέρες μετά την έναρξη του πολέμου στις 28 Οκτωβρίου) που χαρακτήριζε τον πόλεμο «εθνικοαπελευθερωτικό» και καλούσε τον λαό και τα μέλη του κόμματος: «Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη», κάνει κριτική[6] (και δικαίως) στην παραπάνω επαίσχυντη και αντιμαρξιστική πολιτική θέση. Ωστόσο, προσπαθεί να τα μπαλώσει κάνοντας αναφορά στα δυο επόμενα γράμμα του Ζαχαριάδη (το δεύτερο 26/11/1940 και το τρίτο 15/1/1941), αναφέροντας μάλιστα ότι ο ίδιος ο Ζαχαριάδης είχε πει ότι αν το πρώτο γράμμα διαβαστεί χωρίς το δεύτερο και το τρίτο αποτελεί «σοσιαλπατριωτικό προδοτικό ντοκουμέντο».[7] Ο Ζαχαριάδης στα δυο επόμενα γράμματά του δεν αναφέρει την επίμαχη φράση, αλλά επί της ουσίας δεν άλλαξε ποτέ πολιτική θέση και σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες και τα ντοκουμέντα του ΚΚΕ την υποστήριζε σε διάφορες φάσεις της ζωής του.[8] Ακόμη, λέει ο Ζαχαριάδης στο ίδιο κείμενο, ότι η λεγόμενη «Προσωρινή Διοίκηση» (δηλαδή η Κεντρική Επιτροπή που είχαν δημιουργήσει οι Μανιαδάκης–Μεταξάς, για λόγους που είναι κατανοητοί, μια και τους συνέφερε πολιτικά), έκανε το παν για να κυκλοφορήσει το Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη, σε αντίθεση με τη θέση την παλιάς Κεντρικής Επιτροπής (ΠΚΕ) που είχε πάρει σχετικά σωστότερη θέση για τον πόλεμο και τη στάση των κομμουνιστών. Η θέση της ΠΚΕ για τον πόλεμο που κυκλοφόρησε στις 7 Δεκέμβρη 1940 έλεγε: «Βλέπουμε πως η πιο επείγουσα εθνική ανάγκη σήμερα είναι το γκρέμισμα της βασιλομεταξικής δικτατορίας, που σαν όργανο των υποκινητών του πολέμου αγγλογάλλων προκαλεί τη μεταφορά του πολέμου στη χώρα μας και την υποδούλωση του λαού μας σε καινούργιο ζυγό». Στις 19 Μάρτη 1941, η ΠΚΕ δημοσίευσε στο Ριζοσπάστη έκκληση (μερικά κομμάτια της έχουν αρκετές ομοιότητες με την απόφαση του πυρήνα των φυλακισμένων Ακροναυπλίας και Πύλου τη Ενιαίας ΟΚΔΕ[9]) που έλεγε: «Η Κεντρική Επιτροπή καλεί την εργατική τάξη κ’ ιδιαίτερα τους εργάτες μεταφορών, ναυτεργάτες, λιμενεργάτες, αυτοκινητιστές κ’ εργάτες πολεμικών εργοστασίων, να εφαρμόσουν το πιο φαρδύ ενιαίο εργατικό αντιπολεμικό μέτωπο με τους αρχηγούς και με τους εργάτες, με όλους όσοι συμφωνάνε στην πλατφόρμα του Μετώπου εθνικής σωτηρίας–ειρήνης, συγκροτώντας εργοστασιακές επιτροπές και σωματειακές ομάδες και να παλέψουν με συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, με κωλυσιεργία στην παραγωγή, με οικονομικές και πολιτικές απεργίες».[10]

Τέλος, το ΚΚΕ αναγνωρίζει στο βιβλίο για πρώτη φορά, έστω και με μισόλογα και αντιφάσεις, τρία πράγματα:

α) Ότι το Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη για πολλά χρόνια –ουσιαστικά μέχρι σήμερα– το εκθείαζε και κρατούσε «αρνητική στάση» για τα άλλα δυο και μάλιστα δεν τα είχε συμπεριλάβει στα Επίσημα Κείμενα του ΚΚΕ (5ος τόμος, 1940–1945), παρά μόνο στο παράρτημα – πράγμα που χαρακτηρίζει «πολιτικά λαθεμένο διαχωρισμό», που «θα αρθεί σε νέα έκδοση του συγκεκριμένου τόμου».[11] Όμως αυτή η προτίμηση στο Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη δεν είναι τυχαία, οφείλεται στην «εθνικοπατριωτική» στάση του, στη γραμμή πάνω στη οποία δημιουργήθηκε το ΕΑΜ[12] και διαπαιδαγωγηθήκαν τα μέλη και τα στελέχη του για δεκαετίες. Μια πτυχή της στάσης της σημερινής ηγεσίας του ΚΚΕ απέναντι στα τρία γράμματα του Ζαχαριάδη βρίσκεται στο γεγονός της επίσημης αποκατάστασής του (16 Ιούλη 2011), αλλά και στη δειλή και θολή κριτική που κάνει στις αποφάσεις της περιβόητης 6ης Ολομέλειας του 1934, στο 6ο Συνέδριο[13] του ΚΚΕ και στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ).

Για το Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη, η τριάδα των αγυρτών του σταλινισμού ξεπερνάει κάθε όριο υπερασπίζοντάς το με όλα τα μέσα και κάνοντας κριτική στο βιβλίο του ΚΚΕ από μια δεξιά–δεξιότατη θέση. Δεν είναι όμως μόνο αυτό, στην προσπάθειά τους να χτυπήσουν τον σεχταρισμό και «τροτσκισμό» του ΚΚΕ, ουσιαστικά διεξάγουν μια λυσσώδη πάλη ενάντια στο Μαρξισμό. Κατ’ αρχήν αποκρύπτουν την επίμαχη φράση «Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη». Δεύτερο, δεν αναφέρουν τα άλλα δυο γράμματα του Ζαχαριάδη και αυτό οι κουτοπόνηροι σταλινικοί δεν το κάνουν τυχαία αλλά για ευνόητους λόγους, επειδή ακόμη και ο ίδιος ο Ζαχαριάδης είχε πει ότι αν το πρώτο γράμμα διαβαστεί χωρίς το δεύτερο και το τρίτο αποτελεί «σοσιαλπατριωτικό προδοτικό ντοκουμέντο». Τα επιχειρήματα τους για την υπεράσπιση του Α΄ γράμματος είναι απίθανα, που και αυτά ακόμη τα μαοϊκά απολιθώματα («Κίνηση για την Ανασύνταξη του ΚΚΕ 1919–55», ΜΛ–ΚΚΕ κ.λπ.) δεν τα χρησιμοποίησαν. Παραθέτουμε κάποια από αυτά:… «β) ότι από την πλευρά του ΚΚΕ είχε νόημα η αποχή των μελών του αλλά και του λαού από τον πόλεμο στο αλβανικό μέτωπο (πράγμα που θα επέφερε την εκτέλεση των μελών του), γ) ότι σε εκείνη τη φάση θα έπρεπε να οδηγηθούμε σε εμφύλιο πόλεμο που ως σκοπό του θα είχε την πτώση της κυβέρνησης Μεταξά και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου (αυτό το τελευταίο ως άμεσο αίτημα δε θα έβρισκε καμία λαϊκή ανταπόκριση) και δ) ότι το ΚΚΕ με αυτή του την εκτίμηση εντάσσεται πλέον στο πιο σκληροπυρηνικό κομμάτι του τροτσκισμού (παλιού και νέου)». Και συνεχίζει ακάθεκτος ο Β. Λιόσης την υπεράσπιση του Α΄ γράμματος και ταυτόχρονα την κριτική του προς τη σημερινή θέση της ηγεσίας του ΚΚΕ: «Πρακτικά όλα τα παραπάνω θα σήμαιναν ότι το ΚΚΕ δε θα δημιουργούσε το ΕΑΜ, ή θα προσπαθούσε να συγκροτήσει ένα κομμουνιστικό ΕΑΜ ταυτίζοντας Μέτωπο και Κόμμα με συνέπεια να μείνει στην ιστορική αφάνεια…». Για να αποδείξει μάλιστα πόσο σωστό ήταν το Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη και πόσο «λάβαινε υπόψη τις λαϊκές διαθέσεις που επικρατούσαν κατά την κήρυξη του πολέμου», αναφέρει κάποια αποσπάσματα από τον φωτογράφο Σπύρο Μελετζή, που προκαλούν θλίψη: «Κατά τις δέκα το πρωί, ενώ τα ιταλικά αεροπλάνα πετούσαν πάνω από την Αθήνα […] και οι αστυφύλακες φώναζαν στον κόσμο να πάει στα καταφύγια, ένας αντίθετος πανζουρλισμός έπιασε τον κόσμο.[…]. Κρατούσαν τροκάνες, έπαιζαν φυσαρμόνικες, τραγουδούσαν, έβγαζαν τα καπέλα και τα σακάκια τους και τα πετούσαν στον αγέρα ψηλά. […] Τι ήταν εκείνο το πανηγύρι, εκείνη η παραζάλη, εκείνο το μεθύσι που έκανε ένα λαό ολόκληρο μια σφιχτοδεμένη μάζα» κ.λπ. Τέλος, κάνει μια βαθυστόχαστη «μαρξιστική» παρατήρηση, που αξίζει να τη σημειώσουμε, γιατί δείχνει το μέγεθος της άγνοιάς του για τον μαρξισμό: «Με άλλα λόγια οι κομμουνιστές οφείλουν να διακρίνουν την κρισιμότατη διαφορά ανάμεσα στον εθνικισμό και τον πατριωτισμό. Αν δεν μπορούν να το κάνουν αυτό, τότε η ιστορική λήθη τους περιμένει».

Ο Δ. Δημητριάδης, στην υπεράσπισή του για το Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη γράφει: «Από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση για τους δικούς του σκοπούς επέλεξε την αντίσταση στην ιταλική εισβολή, το λαϊκό κίνημα ήταν στην ίδια πλευρά μαζί της». Ο ίδιος δε διστάζει ακόμη γράψει για το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, «Ο χαρακτήρας που έδωσαν στον αγώνα τους οι Γιουγκοσλάβοι ήταν εθνικοαπελευθερωτικόςαστικοδημοκρατικός» – πράγμα που είναι τεράστιο ψέμα μια και οι πάντες γνωρίζουν ότι το γιουγκοσλαβικό κόμμα ακολούθησε ακριβώς την αντίθετη γραμμή, δηλαδή την απόρριψη της «αστικοδημοκρατικής επανάστασης» και των λαϊκών μετώπων στα οποία εν πολλοίς οφείλεται και η νίκη του.

Πολλές από τις οργανώσεις της άκρας αριστεράς στην προσπάθειά τους να υπερασπίσουν την πολιτική του ΕΑΜ/ΚΚΕ απέναντι στη σωστή επαναστατική πολιτική των τροτσκιστών, εκθείαζαν στο παρελθόν –όχι τόσο πολύ σήμερα– το Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη. Πάντως, ακόμη και σήμερα υπάρχουν απόψεις, όπως π.χ. αυτή του Δημήτρη Γρηγορόπουλου που δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ[14]: «Στο Α΄ γράμμα του Ν. Ζαχαριάδη συνυπήρχε η ταξική σκοπιά του αγώνα με την εθνικοενωτική, που τελούσε μάλιστα υπό την ηγεμονία του μεταξικού φασιστικού καθεστώτος. Απ’ τη μία, ο Ν. Ζαχαριάδης τόνιζε το στόχο “για μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, μ’ ένα πραγματικό παλλαϊκό πολιτισμό”. Θεωρούσε, δηλαδή, τον πόλεμο αντιφασιστικό, αντιιμπεριαλιστικό, αλλά και αντικαπιταλιστικό (“από κάθε εκμετάλλευση”)». Πέρα από την προφανή διάθεση του συγγραφέα να υποβαθμίσει την απαράδεκτη και προδοτική ενέργεια του Ζαχαριάδη να καλέσει σε υποταγή (όχι απλά «εθνικοενωτική» σκοπιά) του κινήματος στο Μεταξά, μας λέει ότι αυτό το γράμμα μιλούσε και για αντικαπιταλιστικό αγώνα, επειδή υπήρχε η φράση «από κάθε εκμετάλλευση». Πραγματικά πολύ πρωτότυπη άποψη και ως προς το τι είναι αντικαπιταλιστικός αγώνας και ως προς το ότι μάλλον είναι ο πρώτος που υποστηρίζει κάτι τέτοιο.

β) Στο βιβλίο το ΚΚΕ για πρώτη φορά «αποκαθίσταται» η λεγόμενη «Παλιά ΚΕ» (βασικός της ηγέτης ήταν ο Ν. Πλουμπίδης[15]) με τα εξής λόγια: «Άγνωστη στο πλατύ αναγνωστικό κοινό εξακολουθεί να παραμένει η ύπαρξη και η δράση της «Παλιάς ΚΕ» (1939–1941). Με την παρούσα εργασία η «Παλιά ΚΕ» αντιμετωπίζεται αντικειμενικά, όχι μόνο ως προς την αναγνώριση της ανιδιοτέλειας και συνολικά της κομματικής ακεραιότητας όλων των μελών της, συμπεριλαμβανομένου και του Μήτσου Παπαγιάννη –κάτι που έχει γίνει στην πράξη εδώ και πολλά χρόνια– αλλά και ως προς τις πολιτικές θέσεις της στον πόλεμο».[16] Στην αποκατάσταση αυτή υπάρχουν αρκετές συγκλονιστικές λεπτομέρειες, που δείχνουν το εσωτερικό καθεστώς της σήψης, των δολοπλοκιών και της συκοφαντίας που υπήρχε στο σταλινικό κόμμα. Και σ’ αυτό το σημείο οι Β. Λιόσης και Δ. Δημητριάδης, αντιδρούν από δεξιά θέση, χαρακτηρίζοντας την «Παλιά ΚΕ» «αριστερίστικη», «ότι δεν μίλησε για τον φασισμό», ότι μιλούσε «για ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τη διεξαγωγή αγώνα όχι για την απελευθέρωση της χώρας αλλά για τη σοσιαλιστική επανάσταση». Είναι προφανές ότι η σοσιαλιστική επανάσταση, όπως και σε κάθε γνήσιο σταλινικό, τους προκαλεί μεγάλη σύγχυση.

γ) Αν και πάλι με μισόλογα και αντιφάσεις, πάντως ίσως για πρώτη φορά τόσο καθαρά, το βιβλίο του ΚΚΕ σε παρά πολλά σημεία και κυρίως στα κεφάλαια Σύνοψη Συμπερασμάτων και Επίλογος, συνδέει τα «λάθη» και τη σύγχυση της τότε ηγεσίας του κόμματος: 1) Με το «διεθνές κέντρο», δηλαδή με την σταλινοποιημένη 3η Διεθνή και με τη Μόσχα. 2) Με τη θεωρία των Σταδίων: «Η σταδιοποίηση της στρατηγικής του κόμματος, που αποτυπώθηκε με την 6η Ολομέλεια και στη συνέχεια με το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ, απομάκρυνε από το οπτικό πεδίο της εργατικής τάξης το άμεσο και αντικειμενικά αναγκαίο, που το ωρίμαζαν περισσότερο οι πολεμικές συνθήκες: την πάλη για την εργατική Εξουσία».[17] Προχωρώντας την κριτική σ’ αυτό το σημείο, και επαναλαμβάνοντας ένα μεγάλο μέρος όσων υποστήριζαν τότε οι τροτσκιστές και στα μεταπολεμικά χρόνια (δικαίως οι σωματοφύλακες του σταλινισμού αγανακτούν), το βιβλίο λέει: «Το ΚΚΕ και οι λαϊκές δυνάμεις δεν ήταν προετοιμασμένες για να αξιοποιήσουν την επαναστατική κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στην Ελλάδα τις μέρες της απελευθέρωσης. Αντίθετα, υπήρξαν συμβιβασμοί με την εγχώρια αστική τάξη και τα κόμματά της, με αποτέλεσμα το ΚΚΕ και το ΕΑΜ να συρθούν πίσω από την αστική τάξη, επομένως και πίσω από την εγγλέζικη συμμαχική της δύναμη. Κι αν στην Ελλάδα η καθοδήγηση του ΚΚΕ διακατεχόταν από πολιτική σύγχυση, πως θα εξηγηθεί ότι και στη Γαλλία και στην Ιταλία (αναφέρονται μόνο αυτές οι δυο, επειδή είχαν ισχυρά ΚΚ) έγινε ο ίδιος συμβιβασμός; (Η κριτική δε γίνεται επειδή δεν οδήγησαν στη νίκη της εργατικής εξουσίας, γιατί αυτό σε τελευταία ανάλυση είναι πάντα ένα ζήτημα που καθορίζει η συνολικότερη έκβαση του συσχετισμού δυνάμεων. Γίνεται, επειδή δεν οργάνωσαν τη λαϊκή πάλη σε αυτή την κατεύθυνση, σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, ανεξάρτητα από το αν τελικά θα είχαν μπορέσει να νικήσουν)»[18]. Και συνεχίζει: «Η υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, η σύνθεση και η πολιτική της ΠΕΕΑ[19], η Συμφωνία του Λιβάνου και η Συμφωνία της Καζέρτας, ήταν αποτέλεσμα της στρατηγικής του ΚΚΕ και αυτή κρίνεται. Αυτή έβαλε τη σφραγίδα της στη συγκρότηση και τους ορίζοντες του ΕΑΜ, ανεξάρτητα από προθέσεις, τον ηρωικό αγώνα και τις θυσίες, ανεξάρτητα και από τη μεγάλη προσφορά του στο λαό»[20].

Αν σχετικά με τον πόλεμο και την κατοχή το ΚΚΕ είχε και προηγούμενα πει παρόμοια πράγματα, σίγουρα για το «διεθνές κέντρο» και τη Μόσχα είναι η πρώτη φόρα, τουλάχιστον τόσο καθαρά: αναφέρεται στις αντιφατικές οδηγίες της ΚΔ, τις απότομες αλλαγές γραμμής, από την πολιτική της «Τρίτης Περιόδου» και του «σοσιαλφασισμού», στη γραμμή των αντιφασιστικών και λαϊκών μετώπων, στη συνέχεια μετά την υπογραφή του Συμφώνου Ρίμπεντροπ–Μολότοφ (το μοίρασμα της Πολωνίας και την επίθεση στη Φινλανδία) η Κομιντέρν ανακάλυψε τα «εγκλήματα» των ιμπεριαλιστών των δυτικών δημοκρατιών και μετά –όταν ο Χίτλερ επιτέθηκε στην ΕΣΣΔ– επιστροφή στα αντιφασιστικά μέτωπα και συμμαχία με τους παλιούς «φιλειρηνικούς» ή «δημοκρατικούς» ιμπεριαλιστές. Όπως λένε και έλεγαν και τότε οι σταλινικοί, διαστρέφοντας τελείως την ουσία του ιμπεριαλισμού, για το συμφέρον της ΕΣΣΔ. Γι’ αυτό το θέμα, έστω και με μισόλογα, η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ, λέει: «Δεν επιβεβαιώθηκε η στρατηγική των αντιφασιστικών κυβερνήσεων, ως μεταβατικών για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, παρά το γεγονός ότι αρχικά θεωρήθηκε και εκτιμήθηκε ότι συνδύαζε το παραπάνω διπλό καθήκον. Αντίθετα, υπονόμευσε την αυτοτέλεια των ΚΚ, αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες της σοσιαλδημοκρατικοποίησης πολλών από αυτά, σε μία πορεία. Αποδείχτηκε ότι η πάλη για την εργατική εξουσία προϋποθέτει τον απόλυτο διαχωρισμό του ΚΚ από την αστική τάξη και τα κόμματά της, καθώς και ασίγαστο ιδεολογικοπολιτικό μέτωπο κατά του οπορτουνισμού».[21] Προχωράει ακόμη περισσότερο και αναφέρεται στις ευθύνες της ΕΣΣΔ μια που συνδέει τα συμφέροντά της (πολιτικά, διπλωματικά, στρατηγικά κ.α) με την πολιτική των ΚΚ ανά τον κόσμο.[22]

Αυτές οι απότομες και συχνές αλλαγές γραμμής είχαν σαν αποτέλεσμα να διαλύσουν πολλά ΚΚ όχι μόνο ιδεολογικά και πολιτικά αλλά και οργανωτικά. Ο Π. Πουλιόπουλος το είχε ήδη επισημάνει από τον Ιούνη του 1939: «Όλη η πολιτική της σταλινικής γραφειοκρατίας, πριν και μετά την άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού στην εξουσία, οδήγησε στη διάλυση πολλά κόμματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, και μαζί με τη 2η Διεθνή συνετέλεσε σε νέα σειρά ηττών του εργατικού κινήματος στην Αυστρία, Ισπανία, Τσεχοσλοβακία, Ελλάδα».[23] Χρειάστηκαν να περάσουν περίπου 70–75 χρόνια για να διαπιστώσει έστω και μερικά το ΚΚΕ αυτά που είχαν επισημάνει ο Τρότσκι, ο Π. Πουλιόπουλος και το τροτσκιστικό κίνημα. Οι μόνοι που μένουν ακλόνητοι και πιστοί στην πιο εγκληματική σταλινική πολιτική είναι η γνωστή τριάδα, όπως φαίνεται από τα άρθρα τους.

«Το μοιραίο λάθος των Γάλλων σοσιαλιστών βρισκόταν στη συνένωση αυτή των αντιφατικών καθηκόντων, του πατριωτισμού και του σοσιαλισμού.»[24]

Η φράση αυτή του Λένιν για το (μοιραίο) λάθος των κομμουνάρων του Παρισιού συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο τη στάση του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στον πόλεμο. Η θέση των τριών σταλινικών (Γ. Πετρόπουλος, Β. Λιόσης, Δ. Δημητριάδης), δεν είναι μόνο οπορτουνιστική αλλά είναι κατάφωρα αντιμαρξιστική και αντιλενιστική. Λένε διάφορα για τον πόλεμο, όχι για ξεκαθαρίσουν το ζήτημα από δήθεν μαρξιστική σκοπιά, αλλά περισσότερο για να συσκοτίσουν το ζήτημα και να καλύψουν την σοσιαλπατριωτική τους θέση. Μέθοδός τους η παραποίηση των θέσεων των κλασικών του μαρξισμού, η παράθεση κουτσουρεμένων τσιτάτων, περίτεχνων φράσεων ώστε να κρύβεται αυτό που πραγματικά θέλουν να πουν και ενός και μοναδικού επιχειρήματος ότι κάθε τι αντίθετο προς την σταλινοζαχαριαδική ορθοδοξία είναι «νεοτροτσκισμός», «άποψη της πλειοψηφίας των τροτσκιστικών ομάδων που διαλύθηκαν ή έφθασαν στην προδοσία…».[25] Έτσι, γράφουν ότι: «Ο μαρξισμός… χωρίζει τους πολέμους σε δίκαιους και άδικους», ότι «Πρόκειται για μια θέση βαθιά αντιλενινιστική με βάση την οποία η υπεράσπιση της πατρίδας δεν έχει κανένα νόημα αν η χώρα δεν είναι σοσιαλιστική», ότι «Από την πλευρά των καπιταλιστικών κρατών που αναγκάστηκαν να συγκροτήσουν συμμαχία με τη Σοβιετική Ένωση είχε αντιφασιστικά χαρακτηριστικά έστω και εξ’ ανάγκης. Γιατί αν δεν είχε τέτοια, τότε κάκιστα η ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης προέβη σε συμμαχία μαζί τους. Αν, δηλαδή, ο χαρακτήρας του πολέμου για την Αγγλία και τις ΗΠΑ ήταν ιμπεριαλιστικός, πώς η Σοβιετική Ένωση επιδίωξε τη μεταξύ τους συμμαχία; Κι εν πάση περιπτώσει τι χαρακτήρα είχε ο πόλεμος για τον αγγλικό και αμερικανικό λαό;», ότι «Ο πόλεμος από την πλευρά της Ελλάδας και του ελληνικού λαού είναι πόλεμος αμυντικός και δίκαιος, για την υπεράσπιση της ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας της»… αυτά και άλλα πολλά μαργαριτάρια, αλλά ας σταματήσουμε εδώ.

1) Η άποψη περί αμυντικών, δίκαιων και άδικων πολέμων υπάρχει στις μαρξιστικές θέσεις για τον πόλεμο αλλά δεν έχει καμιά σχέση με τη σταλινική θέση για το ίδιο θέμα. Αναμφισβήτητα στην ιστορία υπήρξαν πόλεμοι που, παρά τα δεινά που προκάλεσαν, έπαιξαν ένα ρόλο αντικειμενικά προοδευτικό στην εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών (η καταστροφή της δουλοπαροικίας, της φεουδαρχίας, του τσαρισμού κ.λπ.). Ωστόσο, για τον Λένιν η εποχή του ιμπεριαλισμού με καμπή τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1914, οριστικά «βάζει την αστική τάξη “στην ίδια κατάσταση” που βρίσκονταν οι φεουδάρχες την πρώτη εποχή. Είναι η εποχή του ιμπεριαλισμού και των ιμπεριαλιστικών κλονισμών, καθώς και των κλονισμών που απορρέουν από τον ιμπεριαλισμό».[26] Φυσικά υπάρχουν και εθνικά και αντιαποικιακά κινήματα,[27] τα οποία το επαναστατικό εργατικό κίνημα πρέπει να υποστηρίζει, και μ’ αυτή την έννοια και μόνο μ’ αυτή, ο Λένιν και ο Τρότσκι αναφέρονται και στην «υπεράσπιση της πατρίδας». Επεσήμαναν όμως τον κίνδυνο διάπραξης σοβαρών λαθών, που μπορεί να αποδειχτούν καταστροφικά για το εργατικό και επαναστατικό κίνημα: Η απόσπαση του «εθνικού» από το «ταξικό» μπορούσε να οδηγήσει και οδήγησε σε ταξικές συνεργασίες με την αστική τάξη ή κομμάτια της, σε πολιτικές στήριξης της λεγόμενης «εθνικής» ή «πατριωτικής» αστικής τάξης, πράγματα που δεν έχουν καμιά σχέση με το μαρξισμό. Στην περίπτωση του Α΄ γράμματος του Ζαχαριάδης και των τριών υποστηρικτών του, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα: τάσσονται «δίχως καμιά επιφύλαξη» κάτω από τη διεύθυνση μιας αγγλο–γερμανόδουλης δικτατορίας, που δεν είχε τίποτα το εθνικό και επιπλέον είχε αιματοκυλίσει το εργατικό κίνημα και είχε κλείσει στις φυλακές και στείλει στις εξορίες χιλιάδες αγωνιστές και κομμουνιστές. Κατά συνέπεια, δεν υπερασπιζόμαστε κάθε αμυντικό ή κάθε «δίκαιο» πόλεμο. Αν το κάναμε αυτό θα διαπράτταμε λάθος, γιατί θα αγνοούσαμε τις αιτίες που γενούν τους πολέμους. Λέει ο Λένιν πολύ χαρακτηριστικά: «Σαν να βρίσκεται η ουσία στο ποιος επιτέθηκε πρώτος και όχι ποιες είναι οι αιτίες του πολέμου, οι σκοποί που ο πόλεμος βάζει μπροστά του και οι τάξεις που τον διεξάγουν».[28] Η στάση μας στον πόλεμο καθορίζεται πολιτικά, ταξικά και από τα γενικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, το επαναστατικό κίνημα δεν τάσσεται με το ένα ή το άλλο ιμπεριαλιστικό κέντρο (όπως κάνει η σταλινική τριάδα), επειδή κάποιο είναι καλύτερο από το άλλο ή πολύ περισσότερο επειδή έχει συμμαχήσει η δική μας αστική τάξη. Σ’ έναν τέτοιο πόλεμο οι επαναστάτες μαρξιστές προσπαθούν να κατακτήσουν την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στέμματα, διαχωρίζονται απ’ την αστική τάξη που διεξάγει τον πόλεμο για να περιφρουρήσει τα δικά της συμφέροντα και όχι τα συμφέροντα του λαού. Τέλος, σε όλους τους πολέμους προσπαθούμε να κερδίσουμε τις εργαζόμενες και λαϊκές μάζες στην υπόθεση της σοσιαλιστικής επανάστασης, ακολουθώντας, κατά κανόνα, την τακτική των μπολσεβίκων «την μετατροπή του πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο».

Η τριάδα των σταλινικών αρέσκεται να εκθειάζει το 7ο Συνέδριο της Κομιντέρν, το συνέδριο της διάλυσης της κομμουνιστικής ιδεολογίας. Αυτό το Συνέδριο είχε εκτιμήσει ότι η κυρίαρχη αντίθεση ήταν ανάμεσα στο πιο αντιδραστικό τμήμα του χρηματιστικού κεφαλαίου και την κοινωνία(!) και καθόρισε την ακόλουθη πολιτική: «Αυτό τον καιρό οι εργαζόμενες μάζες σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες έχουν να διαλέξουν, συγκεκριμένα για σήμερα, όχι ανάμεσα στην προλεταριακή δικτατορία και την αστική δημοκρατία, αλλά ανάμεσα στην αστική δημοκρατία και το φασισμό» (η υπογράμμιση δική μας). Η πολιτική αυτή οδήγησε σε συμμαχίες με τις «δημοκρατικές» ιμπεριαλιστικές χώρες, σε κυβερνήσεις «εθνικής ενότητας» (Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα κ.α.), σε Λαϊκά Μέτωπα και στη διάλυση της 3ης Διεθνούς – και ακόμη χειρότερα, στις χώρες που εισέβαλαν οι «συμμαχικές» ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, εκτός από την αστική τάξη, συμμάχησαν μαζί τους και τα κινήματα που ήταν κάτω από τον έλεγχο των σταλινικών κομμάτων (Γαλλία, Ιταλία κ.α.). Στην Ελλάδα αυτή η γραμμή οδήγησε σε συμμαχία με την αστική τάξη (συμφωνίες Λιβάνου και Καζέρτας, κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» κ.λπ.) και με τους ιμπεριαλιστές (στρατηγείο Μ. Ανατολής, συμφωνία Καζέρτας κ.α), σε κωμικοτραγικές καταστάσεις («καλωσορίζουμε τους άγγλους απελευθερωτές», «Στο πλευρό μας στέκει… η μεγάλη αγγλοσαξονική χώρα της Αμερικής»[29] κ.λπ.) και στις τραγωδίες των «Δεκεμβριανών», της Βάρκιζας, της ήττας στο Εμφύλιο.

2) Υπεράσπιση της Πατρίδας: Οι τρεις σταλινικοί είναι αναφανδόν υπέρ της υπεράσπισης της πατρίδας όπως φαίνεται εξάλλου και από τα αποσπάσματα που παρατέθηκαν παραπάνω. Επί της ουσίας η θέση τους είναι (σοσιαλ)σοβινιστική, έστω και αν προσπαθούν να την καμουφλάρουν κάτω από περίτεχνες εκφράσεις όπως: «… υπεράσπιση της ακεραιότητας και της ανεξαρτησίας της». Για τον Μαρξ φυσικά δεν ετίθετο τέτοιο θέμα και έκανε κριτική στους κομμουνάρους του Παρισιού για τον «πατριωτισμό» τους και τη θέση τους υπέρ της «υπεράσπισης της πατρίδας». Δεν ήταν άλλωστε δυνατό να έχει διαφορετική στάση, μια και στο ιδρυτικό ντοκουμέντο Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, υπάρχει δίπλα στο «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε» ένα ακόμη από τα βάθρα του προλεταριακού διεθνισμού και του κομμουνισμού: «Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα». Πιστοί σ’ αυτή την αρχή όλοι οι μετέπειτα κλασικοί του μαρξισμού και χωρίς να υποκαθιστούν με γλυκές αυταπάτες («διαθέσεις των μαζών», «τροκάνες, έπαιζαν φυσαρμόνικες, τραγουδούσαν» κ.α.) τα σκληρά μαθήματα της ιστορίας και τις τραγικές εμπειρίες (Α΄ΠΠ, προδοσία της 2ης Διεθνούς κ.λπ.), επεξεργάστηκαν και διεύρυναν αυτή τη μαρξιστική θέση.

«Ένας “σοσιαλιστής” που διακηρύσσει την υπεράσπιση της πατρίδας δεν είναι παρά ένας αντιδραστικός μικροαστός στην υπηρεσία του παρακμασμένου καπιταλισμού».[30] Αυτό είναι το κεντρικό νόημα όλων παρεμβάσεων του Λένιν και του Τρότσκι πάνω στο θέμα του πολέμου. Γιατί γνώριζαν πολύ καλά ότι «ο πόλεμος ήταν η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα», δηλαδή η συνέχιση του συστήματος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και της αστικής κυριαρχίας. Η αστική τάξη δεν υπερασπίζεται αφηρημένα την «Πατρίδα». Κάτω από την λέξη «πατρίδα» υπερασπίζεται την ατομική ιδιοκτησία, το καθεστώς εκμετάλλευσης και καταπίεσης, τα προνόμια, τα κέρδη. Όταν αυτές οι «ιερές αξίες» απειλούνται, τότε το κεφάλαιο κάνει οτιδήποτε για την υπεράσπισή τους. «Πάρτε το παράδειγμα της Κομμούνας», έλεγε ο Λένιν: «Η Γερμανία νίκησε τη Γαλλία και ο Βίσμαρκ με το Θιέρσο νίκησαν τους εργάτες». Στην Ελλάδα, στην περίοδο του πολέμου και της κατοχής ένα μέρος της αστικής τάξης συμμάχησε/συνεργάστηκε με τους φασίστες κατακτητές και ένα άλλο με τους άγγλους ιμπεριαλιστές, ενάντια στις εργατικές και λαϊκές μάζες της πόλης και του χωριού – και οι δυο μερίδες στο όνομα του «πατριωτισμού» και για του «εθνικού συμφέροντος». Το εργατικό και κομουνιστικό κίνημα δεν υποστηρίζουν την αστική πατρίδα, αλλά τα συμφέροντα των εργατών και των καταπιεσμένων της χώρας τους και του κόσμου. Η δική τους «πατρίδα» είναι μια κοινωνία απαλλαγμένη από καπιταλιστές, από το καθεστώς τους και τις αιτίες που γεννούν τον πόλεμο, από ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς (ΝΑΤΟ, ΕΕ κ.λπ.), μια κοινωνία όπου τα μέσα παραγωγής και η εξουσία ανήκουν στους εργαζόμενους.

Έντρομη η μικροαστική τριάδα φωνάζει ότι οποιοδήποτε σαμποτάζ του πολέμου του ’40 θα επέφερε την καταστροφή, σε αντίθεση με τον Λένιν (τα ίδια έλεγε και ο Π. Πουλιόπουλος για τον πόλεμο του ’40: «Θα πολεμήσουμε ενάντια στον πόλεμο…»[31]) που έλεγε «όχι σαμποτάζ του πολέμου, όχι μεμονωμένες, ατομικές εκδηλώσεις στο πνεύμα αυτό, αλλά μαζική προπαγάνδα (και όχι μόνο ανάμεσα στους πολίτες), που οδηγεί στη μετατροπή του πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο»[32].

Τέλος, η υπεράσπιση της ΕΣΣΔ ενάντια σε κάθε επίθεση από οποιαδήποτε καπιταλιστική-ιμπεριαλιστική χώρα –ανεξάρτητα από το γραφειοκρατικό καθεστώς της– ήταν στοιχειώδες ταξικό και πολιτικό καθήκον κάθε εργατικής και κομμουνιστικής οργάνωσης. Η υπεράσπιση της ΕΣΣΔ, πριν και κατά τη διάρκεια του πολέμου (και μέχρι τη διάλυσή της από την προδοτική σταλινική γραφειοκρατική κλίκα), υπήρξε ένα από τα βασικά καθήκοντα των τροτσκιστών, μαζί βέβαια με την πάλη για την πολιτική επανάσταση, δηλαδή για την ανατροπή του μισητού ολοκληρωτικού σταλινικού καθεστώτος και την αναγέννηση της σοβιετικής δημοκρατίας. «Η υπεράσπιση της ΕΣΣΔ είναι καθήκον του παγκόσμιου προλεταριάτου εφόσον, μόλο τον εκφυλισμό του εργατικού κράτους, ο ταξικός χαρακτήρας του είναι εργατικός, όχι αστικός, και οι βασικές σχέσεις ιδιοκτησίας που θεμελιωθήκανε τον Οκτώβρη του 1917 δεν καταργηθήκανε ως τώρα παρ’ όλους τους κλονισμούς τους»«Η καλύτερη όμως υπεράσπιση του εργατικού κράτους μέσα στο νέο πόλεμο είναι η οργάνωση της κοινωνικής επανάστασης στην ίδια μας την χώρα».[33]

3) Υπεράσπιση της Δημοκρατίας: Διαπερνά τα κείμενα των τριών σταλινικών, κάτι άλλωστε απόλυτα φυσιολογικό μια που είναι ακραίοι υπερασπιστές των αποφάσεων της 6ης Ολομέλειας, του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ, της στρατηγικής του σταλινονοζαχαριαδισμού στον πόλεμο και την κατοχή, του ΕΑΜ κ.λπ. και σφοδροί πολέμιοι της εργατικής εξουσίας και της πάλης γι’ αυτή. Άλλωστε αυτή είναι η κατηγορία που προσάπτουν στην «Παλιά ΚΕ»: «Δεν διστάζει (εννοεί τη σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ) να θεωρεί σωστή τη θέση που πήρε η Παλιά Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ για ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τη διεξαγωγή αγώνα όχι για την απελευθέρωση της χώρας αλλά για τη σοσιαλιστική επανάσταση».

Η υπεράσπιση της δημοκρατίας πάει χέρι–χέρι με την υπεράσπιση της πατρίδας και όπου είναι δυνατό η μια αστική απάτη συγκαλύπτει ή συμπληρώνει την άλλη. Οι κάθε είδους απατεώνες θέτουν το ερώτημα κουτοπόνηρα, «το ίδιο είναι η δημοκρατία με την δικτατορία και το φασισμό»; Φυσικά και δεν είναι το ίδιο. Υπερασπιζόμαστε, όμως, τα δημοκρατικά, πολιτικά, συνδικαλιστικά δικαιώματα και ελευθερίες και όχι τη δημοκρατία γενικά και βέβαια αντιπαλεύουμε την καταπάτηση της δημοκρατίας από το κράτος «έκτακτης ανάγκης», τις δικτατορίες και το φασισμό. Όμως την υπεράσπιση αυτών των δικαιωμάτων/ελευθεριών δεν την αφήνουμε στο αστικό κράτος, στο αστικό κοινοβούλιο, σε «συνταγματικά τόξα», σε αντιφασιστικά μέτωπα (που κατά κανόνα είναι η χειρότερη μορφή λαϊκών μετώπων) κ.λπ. Παλεύουμε για την υπεράσπιση όλων αυτών μέσα από/και με τις οργανώσεις του εργατικού κινήματος, με τακτικές ενιαίου εργατικού μετώπου και γενικά με τις μεθόδους και τους σκοπούς του προλεταριάτου. Ο στόχος της προλεταριακής επανάστασης και ο επαναστατικός αγώνας δεν διακόπτονται λόγω κάποιων συνθηκών, όπως ισχυρίζονται όλοι οι οπορτουνιστές και οι οπαδοί του (σοσιαλ)πατριωτισμού και του αστικοδημοκρατικού κρετινισμού. Οι αγωνιστές του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος είναι αδιάλλακτοι αντίπαλοι της αστικής δημοκρατίας και δεν υποστέλλουν τη σημαία τους απέναντι στο πιο «δημοκρατικό» καθεστώς σε περίοδο «ειρήνης». Κατά ένα παράδοξο τρόπο, ενώ ο πόλεμος είναι η έκρηξη, μ’ ένα κτηνώδη και αιματηρό τρόπο, όλων των αντιφάσεων και των εγκλημάτων του καπιταλισμού, στους ρεφορμιστές (σοσιαλδημοκράτες και σταλινικοί) ενισχύονται οι πολιτικές της «εθνικής συμφιλίωσης», της «εθνικής ενότητας» κ.α., της εγκατάλειψης ή της μετάθεσης στο «απώτερο μέλλον» του προγράμματος της σοσιαλιστικής επανάστασης. Πολύ χαρακτηριστικά έλεγε ο Λένιν: «Η υπεράσπιση της συνεργασίας των τάξεων, η άρνηση της ιδέας της σοσιαλιστικής επανάστασης και των επαναστατικών μεθόδων πάλης, η προσαρμογή στον αστικό εθνικισμό, το γεγονός ότι ξεχνούν πως τα όρια της εθνότητας ή της πατρίδας είναι ιστορικά–μεταβατικά, η μετατροπή της αστικής νομιμότητας σε φετίχ, η άρνηση της ταξικής άποψης και της ταξικής πάλης από φόβο μήπως απομακρυνθούν οι “πλατιές μάζες του πληθυσμού” (διάβαζε: της μικροαστικής τάξης) – αυτές είναι αναμφισβήτητα οι ιδεολογικές βάσεις του οπορτουνισμού».[34]

Επίλογος

Οι τρεις σταλινοζαχαριαδικοί «κατηγορούν» τη σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ για «τροτσκισμό» και «νεοτροτσκισμό»! Την ίδια κατηγορία τους απευθύνει και η ηγεσία του ΚΚΕ, επειδή κάνουν «κοινές εμφανίσεις με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ» και ακόμη επειδή «…ομολογούν ότι οι θέσεις τους για το φασισμό και την αστική δημοκρατία ταυτίζονται με του Τρότσκι»![35] Μην ανησυχείτε, κανένας σας δεν έχει σχέση με τον επαναστατικό μαρξισμό/τροτσκισμό. Ωστόσο, κάπου έχει δίκιο και η σταλινοζαχαριακή τριάδα, όταν διαπιστώνει για την ηγεσία του ΚΚΕ «απαρνείται το ΚΚΕ στο όνομα του ΚΚΕ… απαρνείται τον Στάλιν στο όνομα της υπεράσπισής του…» κ.λπ.

Η αθεράπευτα σταλινική ομάδα βλέπει «τροτσκισμό» στη σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ, επειδή η ίδια παραμένει δογματικά προσκολλημένη στην Θεωρία των Σταδίων και σ’ όλο το ρεφορμιστικό σταλινικό πρόγραμμα. Για να τα υποστηρίξει, αναζητεί κάθε φορά ένα αντικειμενικό ή ιδιαίτερο πρόβλημα («ανώριμες υλικές συνθήκες ή φεουδαρχικά κατάλοιπα», «αυταπάτες ή ανωριμότητα των μαζών», φασισμός, πόλεμος, «έλλειψη ή καθυστέρηση των υποκειμενικού παράγοντα»). Η Θεωρία των Σταδίων τους δίνει ένα μέσο για να απαλλαγούν από τον μαρξισμό. Έτσι και η στάση τους απέναντι στο πόλεμο, την πατρίδα, τη δημοκρατία, δείχνει τον φόβο τους απέναντι στην ταξική πάλη, τη σοσιαλιστική επανάσταση και τη λενινιστική αρχή της μετατροπής του πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο.

12.5.2015

Βασίλης Ζόγκας, Σωφρόνης Παπαδόπουλος

Σημειώσεις

[1] Γ. Πετρόπουλος: Πως προσδιορίζεται ο χαρακτήρας του Πολέμου, ergatikosagwnas.gr – Β. Λιόσης: Η τροτσκιστική στροφή της ηγεσίας του ΚΚΕ ολοκληρώνεται, kordatos.org – Δ. Δημητριάδης: Ο χαρακτήρας του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και οι ιδεολογικές ανάγκες της ηγεσίας του ΚΚΕ, ergatikosagwnas.gr

[2] Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940-41», σ. 17–18, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[3] Όπ.π.

[4] Ερνέστ Μαντέλ, Το νόημα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, σ. 11, εκδόσεις Εργατική Πάλη

[5] Το Α΄ γράμμα Ζαχαριάδη, όπως και τα άλλα δυο κατά τον ιταλοελληνικό πόλεμο, δημοσιεύονται στα Επίσημα Κείμενα του ΚΚΕ, 5ος τόμος, 1940–1945. Επίσης στο Ριζοσπάστη της Κυριακής 29–30 Οκτώβρη 2011.

[6] Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940-41», σ. 150–152, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[7] Όπ.π., σ. 187

[8] Όπ.π., σ. 151

[9] Π. Πουλιόπουλος, Κείμενα: Η στιγμή του πολέμου και τα καθήκοντά μας, σ. 200, εκδόσεις Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη

[10] Όπ.π., σ. 153–157

[11] Όπ.π., σ. 12–13

[12] Στο ιδρυτικό κείμενο του ΕΑΜ αναφέρεται: «Εις το ΕΑΜ γίνεται ισοτίμως δεκτόν παν άλλο κόμμα ή οργάνωση που δέχεται τας αρχάς του παρόντος Ιδρυτικού, ως και να εργασθεί διά την επιτυχίαν των σκοπών του ΕΑΜ…». Οι αρχές και οι σκοποί του ΕΑΜ ήταν μόνο «εθνικοπατριωτικοί» και ενάντια στον κατακτητή («…η απελευθέρωση του Έθνους από τον ξένο ζυγό…»«…η κατοχύρωση του κυριαρχικού δικαιώματος του ελληνικού λαού, όπως αποφανθεί περί του τρόπου της διακυβερνήσεώς του…»«…το ΕΑΜ θα ασχοληθεί με τη διατήρηση ακμαίου του απελευθερωτικού πνεύματος του ελληνικού λαού […] με την εξασφάλιση κατά το δυνατόν μιας συνεργασίας με τους άλλους λαούς, οι οποίοι αγωνίζονται κατά των δυνάμεων του Άξονος…»), δεν υπήρχε όχι μόνο η λέξη Σοσιαλισμός αλλά ούτε η λέξη «κοινωνική δικαιοσύνη», «προοδευτικό», «δημοκρατικό», για λόγους που είναι προφανείς, δηλαδή για να μπορεί να συμμετάσχει «παν άλλο κόμμα ή οργάνωση». Για περισσότερα δες: 19ο Συνέδριο ΚΚΕ :Ένα βήμα μπρος, Δυο βήματα πίσω, Χρ. Ζάκας, Β. Ζόγκα, Σ. Παπαδόπουλος, Νο. 22, εκδόσεις Εργατική Πάλη.

[13] Ουσιαστικά επικύρωσε την απόφαση της 6ης Ολομέλειας του 1934 και τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ.

[14] Δημήτρης Γρηγορόπουλος, Πόλεμος, θεωρία των σταδίων, αντικαπιταλιστική πρόταση, εφημερίδα ΠΡΙΝ, 27 Απρίλη 2015

[15] Ο Ν. Πλουμπίδης και μαζί του η «Παλιά ΚΕ» υποστήριζαν ότι το Α΄ γράμμα του Ζαχαριάδη ήταν πλαστό γιατί υπήρχε η επίμαχη φράση για το Μεταξά και επομένως του φαινόταν αδιανόητο να το είχε γράψει ο ίδιος.

[16]Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940-41», σελ 15, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[17] Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940–41», σ. 209, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[18] Όπ.π., σ. 214–15

[19] ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης), την αποκαλούσαν και «Κυβέρνηση του Βουνού».

[20] Όπ.π., σ. 215

[21] Όπ.π., σ. 41–42

[22] Όπ.π., σ. 40–41, 209–215. Ένας μέρος αυτών των οβιδιακών αλλαγών και απότομων ζιγκ ζαγκ της πολιτικής της Κομιντέρν και του Σταλινισμού αναφέρονται στο βιβλίο του Λ. Τρότσκι: Η 4η Διεθνής και ο Πόλεμος, σ. 79–81, εκδόσεις Εργατική Πάλη.

[23] Π. Πουλιόπουλος, Διαλεχτά Έργα: ο πόλεμος που έρχεται και τα καθήκοντα των κομμουνιστών στην Ελλάδα, σ. 269, εκδόσεις Εργατική Πάλη

[24] Β. Λένιν, Τα διδάγματα της κομμούνας, Άπαντα, τ. 16, σελ. 475–478, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[25] Ποιοι πρόδωσαν πολιτικά και κατέδωσαν στο κράτος; «Στην Ελλάδα το σταλινικό κόμμα υπερθεματίζει στα σοβινιστικά συνθήματα της Δικτατορίας Γλύξμπουργ–Μεταξά, έγινε φανατικότερος προπαγανδιστής του ως τα άκρα πολέμου υπέρ της αστικής πατρίδας. Η τεράστια πλειοψηφία των ανώτερων ηγετών του (μ’ επικεφαλής τους κοινοβουλευτικούς και λαϊκούς ηγέτες του Σκλάβαινα, Μανωλέα κ.λπ.), των στελεχών του και των μελών του, προσχωρήσανε με δημόσιες δηλώσεις στην κυβέρνηση Μεταξά με τη δικαιολογία ακριβώς των “εθνικών συμφερόντων” και της “εθνικής ενότητας”»Π. Πουλιόπουλος, Διαλεχτά Έργα: Ο πόλεμος που έρχεται και τα καθήκοντα των κομμουνιστών στην Ελλάδα, σ. 265–266, εκδόσεις Εργατική Πάλη

[26] Β. Λένιν, Κάτω από ξένη σημαία, Απάντα, τ. 26, σ. 143, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[27] «Μια ιδιαίτερη και σημαντική θέση κατέχει το ζήτημα των αποικιακών και μισοαποικιακών χωρών της Ανατολής, που ακόμα και τώρα παλεύουν για το ανεξάρτητο εθνικό κράτος. Η πάλη τους είναι διπλά προοδευτική: απελευθερώνομένοι από τον ασιατισμό, τον τοπικισμό και την ξένη δουλεία, οι καθυστερημένοι λαοί καταφέρνουν ισχυρά χτυπήματα στα ιμπεριαλιστικά κράτη.» Λ. Τρότσκι, Η 4η Διεθνής και ο Πόλεμος, σ. 15, εκδόσεις Εργατική Πάλη

[28] Β. Λένιν, Ανοιχτό γράμμα προς τον Μπόρις Σουβάριν, Άπαντα, τ. 30, σ. 265, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[29] Ριζοσπάστης, 17 Δεκέμβρη 1944 [Όλα τα αποσπάσματα που αναφέρονται στις τρεις σημειώσεις είναι παρμένα από την έκδοση του ΚΔΚΕ, ελλ. τμήμα της 4ης Διεθνούς, Βασικά προβλήματα του εργατικού κινήματος, εκδόσεις Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη. Στο βιβλίο αυτό ο αναγνώστης μπορεί να βρει πολύ περισσότερα, όπως και μια πιο λεπτομερή εξιστόρηση εκείνης της περιόδου.]

[30] Λ. Τρότσκι, Η 4η Διεθνής και Πόλεμος, σ. 14, εκδόσεις Εργατική Πάλη

[31] Π. Πουλιόπουλος, Διαλεχτά Έργα: Ο πόλεμος και τα καθήκοντα των κομμουνιστών, σ. 260, εκδόσεις Εργατική Πάλη

[32] Β. Λένιν, Προς τον Α. Γκ. Σλιάπνικοφ, Άπαντα, τ. 49, σ. 13, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.

[33] Π. Πουλιόπουλος, Διαλεχτά Έργα: Ο πόλεμος που έρχεται και τα καθήκοντα των κομμουνιστών στην Ελλάδα, σ. 271, εκδόσεις Εργατική Πάλη

[34] Β. Λένιν, Η κατάσταση και τα καθήκοντα της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, Άπαντα, τ. 26, σ. 36, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

[35] Ριζοσπάστης: 12-13/4/2015