Τσαντ: Ο γαλλικός ιμπεριαλισμός “ξηλώνεται” από το Σαχέλ

4e4b70af637141aea886afe9ec608e76

 Το πρωί της Τετάρτης 8/1 την ημέρα της επίσκεψης του υπουργού των εξωτερικών της Κίνας στην πρωτεύουσα του Τσαντ Ντζαμένα έγινε ένοπλη επίθεση στο προεδρικό μέγαρο η οποία είχε σαν αποτέλεσμα 19 νεκρούς. Τις επόμενες μέρες υπήρχε αυξημένη παρουσία ασφαλείας στους δρόμους της Ντζαμένα με στρατιωτικά τανκς να κυκλοφορούν στο κέντρο της πόλης.

Η επίθεση έγινε μετά από τις βουλευτικές εκλογές τις οποίες μποϊκόταραν τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγορώντας την στρατιωτική κυβέρνηση του προέδρου Μαχαμάτ Ιντρίς Ντεμπί, για νοθεία. Η θητεία του Ντεμπί χαρακτηρίστηκε από αναταραχές καθώς δυσκολεύτηκε να προσελκύσει τη λαϊκή υποστήριξη στη χώρα για αυτό υπάρχουν και διάφορες αντικρουόμενες θεωρίες σχετικά με το ποιος μπορεί να ευθύνεται για αυτήν την επίθεση.

Παρόλο που τα πραξικοπήματα δεν είναι ασυνήθιστα στο Τσαντ ωστόσο οι κυβερνητικοί αξιωματικοί δεν θεωρούν πως ήταν μια επίθεση κάποιας ένοπλης ομάδας όπως η Μπόκο Χαράμ αλλά φαίνεται για έναν εξωτερικό παράγοντα για αυτό και ακολούθησε η απέλαση των τελευταίων γαλλικών στρατευμάτων από την χώρα όπως έγινε στην Μπουρκίνα Φάσο, το Μάλι και το Νίγηρα.

Από το 1895 έως το 1958 ο γαλλικός ιμπεριαλισμός έλεγχε δια πυρός και σιδήρου την αποκαλούμενη Γαλλική Δυτική και κεντρική Αφρική. Οι Γάλλοι αποικιοκράτες μεταχειρίστηκαν σαν κτήνη τους αφρικανικούς λαούς εφαρμόζοντας τους πιο απάνθρωπους νόμους και διακρίσεις. Ακόμα καταδίκασαν τις χώρες σε ακραία πείνα και φτώχεια, εξόντωση από θανάσιμες ασθένειες, καταστροφικούς πολέμους, στυγνές δικτατορίες και περιβαλλοντική καταστροφή.

Το Τσαντ (ανεξαρτητοποιήθηκε το 1960) παρέμενε ο τελευταίος στρατιωτικός σύμμαχος της Γαλλίας στο Σαχέλ με μόνιμοι παρουσία 1000 στρατιωτών που προστατεύαν τα γαλλικά συμφέροντα στην χώρα δηλαδή την εκμετάλλευση του άφθονου φυσικού πλούτου της (ουράνιο, πετρέλαιο, σπάνιες γαίες). Η Γαλλία  διατηρούσε εκεί τις τελευταίες στρατιωτικές βάσεις στην περιοχή, όταν μονομερώς ο Πρόεδρος Μαχαμάτ Ντέμπι, που εκλέχτηκε δημοκρατικά τον Μάιο του 2024, αφού διοικούσε τη χώρα από τον θάνατο του πατέρα του το 2021, έβαλε τέλος στις συμφωνίες άμυνας και ασφάλειας με το Παρίσι, χαρακτηρίζοντάς τες «απαρχαιωμένες» και απαιτώντας από τους Γάλλους να εκκενώσουν τις βάσεις τους.

H κυβέρνηση του Τσαντ ακολούθησε το παράδειγμα των γειτόνων του στο Σαχέλ και κατήγγειλε τη στρατιωτικής συμφωνία με τη Γαλλία  στις 28 Νοεμβρίου 2024 σηματοδοτώντας το τέλος 60 ετών στρατιωτικής “συνεργασίας” μετά το τέλος του γαλλικού αποικισμού. Η συμφωνία, η οποία είχε υπογραφεί με στόχο την “ενίσχυση των δεσμών ασφαλείας” μεταξύ των δύο χωρών, καταγγέλθηκε από την κυβέρνηση του Τσαντ πως είχε καταστεί “αναποτελεσματική” και δεν εκφράζει “τον απαραίτητο σεβασμό και τα αμοιβαία συμφέροντα”, καθώς και πως δεν αντικατοπτρίζει “την ασφάλεια, τη γεωπολιτική και την τρέχουσα στρατηγική πραγματικότητα του Τσαντ ή τις νόμιμες προσδοκίες της κυβέρνησης για την «πλήρη έκφραση» της κυριαρχίας της χώρας”.

Έτσι οι Γάλλοι στις 12 Γενάρη αναγκάστηκαν να εκκενώσουν την τελευταία τους στρατιωτική βάση στη χώρα στην πόλη Abéché του ανατολικού Τσαντ.

Παρά την κρίσιμη κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή του Σαχέλ οι χώρες της περιοχής ξεκίνησαν μια διαδικασία εκδίωξης της καταπιεστικής γαλλικής παρουσίας από τα εδάφη τους το 2020, η οποία είχε λεηλατήσει με τις ένοπλες δυνάμεις και τις εταιρείες της για περισσότερο από έναν αιώνα, όχι μόνο τους φυσικούς πόρους αυτών των εθνών όποτε χρειαζόταν, αλλά η Γαλλία χρησιμοποιούσε επίσης τον πληθυσμό της ως κρέας για τα όπλα της για το πλήθος των πολέμων στους οποίους, τελικά, η Γαλλία ηττήθηκε ή σώθηκε την τελευταία στιγμή από τους συμμάχους της.

Η αρχή έγινε στο Μάλι το 2020 μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα που έδιωξε την πολιτική κάστα που, σε συνεννόηση με το Παρίσι, συνέχιζε να εκμεταλλεύεται τους πόρους της χώρας χωρίς ούτε ένα μέτρο που θα ωφελούσε τον λαό του.

Μετά από το χτύπημα της γαλλικής νεοαποικιοκρατίας στο Μάλι ξεκίνησε η ταχεία διαδικασία αποσύνθεσης όσων ελάχιστα απέμειναν από τη γαλλική αυτοκρατορία στην Αφρική, μαζί με το καλά λαδωμένο σύστημα λεηλασίας πρώτων υλών σε αυτές τις χώρες, και σχεδόν με προσχηματικό τρόπο το Μάλι ακολούθησε η Μπουρκίνα Φάσο (2022). αργότερα ο Νίγηρας (2023) και το επόμενο έτος το Τσαντ και η Σενεγάλη, ενώ και η Ακτή Ελεφαντοστού τώρα παίρνουν αποφάσεις να τερματίσουν την παρουσία του γαλλικού στρατού και των επιχειρήσεων στα εδάφη τους.

Ο γαλλικός ιμπεριαλισμός και οι σύμμαχοι του στην περιοχή (βρετανοί, αμερικάνοι) ανησυχούν ιδιαίτερα πως το Τσαντ θα ακολουθήσει τα βήματα των γειτονικών του χωρών, του Μάλι, της Μπουρκίνα Φάσο και του Νίγηρα, οι οποίες το 2023 δημιούργησαν τη “Συνομοσπονδία των Εθνών του Σαχέλ” και έχουν κάνει σημαντική προσέγγιση με τη Ρωσία στο στρατιωτικό τομέα και με την Κίνα στο οικονομικό. Επομένως, δεν θα ήταν παράξενο εάν το Τσαντ γινόταν μέρος αυτής της Συνομοσπονδίας.

Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν μετά από το χάος και την φτώχεια στην οποία καταδίκασε ο γαλλικός ιμπεριαλισμός τις χώρες του Σαχέλ περίμενε οι Αφρικανικοί λαοί να τον “ευχαριστήσουν” (!!) για τη θωράκισή τους από την τρομοκρατία λέγοντας συγκεκριμένα «Νομίζω ότι ξέχασαν να μας ευχαριστήσουν, αλλά δεν πειράζει, θα έρθει με τον καιρό». Υποστήριξε επίσης ότι “κανένα αφρικανικό έθνος που η Γαλλία φέρεται να βοήθησε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής εκστρατείας που ξεκίνησε το 2013 δεν θα μπορούσε να αντέξει τις επιθέσεις εξτρεμιστικών ομάδων χωρίς υποστήριξη”!!. Όχι μόνο δεν βοήθησαν τις χώρες του Σαχέλ να αναπτυχθούν και να αντιμετωπίσουν αυτές τις επιθέσεις αλλά για το χάος που επικρατεί στις χώρες του Σαχέλ και την ενίσχυση των ακραίων ισλαμιστικών ομάδων υπεύθυνη είναι η ίδια η Γαλλία και οι ιμπεριαλιστές σύμμαχοί της, βρετανοί και ΗΠΑ.

 H αποδυνάμωση και μια ακόμα ήττα των παλαιών, δυτικών Ιμπεριαλιστών ασφαλώς είναι καλοδεχούμενες από την πλευρά του διεθνούς εργατικού και επαναστατικού κινήματος, καθώς μπορούν να διευκολύνουν την πάλη για την αναγέννησή του. Η πάλη για να αποτραπεί κάθε επέμβασή τους, έμμεση ή άμεση, όπως τώρα στο Σαχέλ, είναι από τα πιο βασικά καθήκοντα των εργαζομένων και της νεολαίας, της επαναστατικής αριστεράς στην Ευρώπη, στην πάλη ενάντια στην παγκόσμια εξάπλωση και ανάφλεξη των πολεμικών μετώπων. Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να είμαστε σαφείς: τίποτα «αντιιμπεριαλιστικό» ή «προοδευτικό» δεν υπάρχει στην στοίχιση με νέες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που στην πορεία θα αποτελέσουν εξίσου μεγάλο κίνδυνο, ή με τις ντόπιες κοινωνικές, πολιτικές και στρατιωτικές ελίτ που συνεργάζονται μαζί τους καθώς οι χώρες του Σαχέλ προσπαθούν να βρουν κάποια ασφάλεια στις χώρες των BRICS. Μόνο αντίπαλο δέος είναι η διεθνιστική, αντιιμπεριαλιστική, αντιπολεμική πάλη, στη βάση των ανεξάρτητων ταξικών συμφερόντων των εργαζόμενων και φτωχών λαϊκών μαζών, ενάντια σε όλα τα ιμπεριαλιστικά μπλοκ και δυνάμεις, καθώς και η οικοδόμηση ενός ισχυρού εργατικού κινήματος και νέων επαναστατικών δυνάμεων. Στην Αφρική αναμένονται πολλά ακόμα επεισόδια, που θα αναδείξουν αυτό το κομβικό ζήτημα.