Το αποτέλεσμα των Γαλλικών βουλευτικών εκλογών
Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Ιουλίου – Αυγούστου 2024
Η καταφυγή στις βουλευτικές εκλογές
Με τη συντριβή του στις ευρωεκλογές ο Μακρόν δεν είχε άλλα περιθώρια παρά να προσφύγει σε βουλευτικές εκλογές, όχι γιατί έχει καμιά δημοκρατική ευαισθησία, αλλά για δύο λόγους: Αφενός θα περιόριζε την πίεση από τη συντριβή, κατορθώνοντας έτσι να διατηρήσει την προεδρία μέχρι το 2027. Αφετέρου γιατί στη γαλλική Βουλή έχει μόνο σχετική πλειοψηφία (245 έδρες ενώ χρειάζονται 289) και αν δεν πήγαινε σε εκλογές τότε είναι σίγουρο ότι κανένας βουλευτής από τα άλλα κόμματα δεν θα τον στήριζε και πιθανόν να είχε διαρροές και από το ίδιο του το στρατόπεδο. Ο λόγος δεν θα ήταν ότι ακροδεξιοί ή δεξιοί ή ακόμη και από την αριστερά θα διαφωνούσαν πολιτικά με τα νομοσχέδια που θα κατέβαζε αλλά όλοι θα τον θεωρούσαν άταφο πτώμα, πρόεδρο του 14,5%, και θα είχαν κάθε συμφέρον να διαφοροποιηθούν από αυτόν παρά να ταυτιστούν μαζί του και να φθαρούν. Τα πράγματα θα γίνονταν ακόμη χειρότερα έως εκρηκτικά σε ένα νέο πιθανό ξέσπασμα εργατικών αγώνων, μέσα σε ένα ήδη φθαρμένο πολιτικό σύστημα.
Ταυτόχρονα το «ρίσκο» των βουλευτικών εκλογών δεν ήταν και τόσο μεγάλο όσο υποστήριζαν διάφοροι αριστοκράτες σχολιαστές που αδιαφορούνε για τα εκλογικά αποτελέσματα. Αν έβγαινε πρωθυπουργός ο Μπαρντελά των Λεπενιστών, ο Μακρόν θα τον είχε λίγο πολύ υπό τον έλεγχό του, τροχίζοντας τις γωνίες της πολιτικής των ακροδεξιών (που ήδη έχουν στρογγυλέψει τις θέσεις τους), προετοιμάζοντάς τους να γίνουν ένα πλήρως προβλέψιμο και αξιόπιστο αστικό κόμμα, και την ίδια στιγμή, οι ακροδεξιοί θα φθείρονταν με την κυβέρνηση, και θα δημιουργούνταν έτσι τα περιθώρια για μια νέα νίκη των Ακροκεντρώων του Μακρόν στις προεδρικές εκλογές του 2027 (ο ίδιος δεν μπορεί να θέσει υποψηφιότητα για τρίτη θητεία). Αν η Αριστερά δεν ενώνονταν τότε ο Μακρόν θα έπαιζε και πάλι το χαρτί του δημοκρατικού φράγματος της ακροδεξιάς, συσπειρώνοντας όλες τις δυνάμεις του «δημοκρατικού τόξου». Παρ’ όλα αυτά η αριστερά ενώθηκε ταχύτητα, δύο μόλις ημέρες μετά την προκήρυξη των εκλογών, αλλά αυτό δεν αλλάζει και πολύ την κατάσταση. Απλώς ο Μακρόν θα συγκατοικούσε με έναν πρωθυπουργό της Αριστεράς, ελέγχοντάς τον και ταυτόχρονα φθείροντάς τον. Σε περίπτωση δε που δεν μπορούσε να σχηματιστεί κυβέρνηση, ο Μακρόν θα μπορούσε να διορίσει μια μεταβατική κυβέρνηση τεχνοκρατών όπως ο Μόντι στην Ιταλία ή ο Παπαδήμας στην χώρα μας, και τότε νόμιμα θα κυβερνούσε σαν βοναπάρτης — υπενθυμίζουμε ότι το γαλλικό σύστημα απαγορεύει νέα προσφυγή στις κάλπες προτού παρέλθει ένας χρόνος από τις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές.
Οι κινήσεις των κομμάτων στην προεκλογική περίοδο
Οι ακροδεξιοί προτίμησαν να συμμαχήσουν με τους παραδοσιακούς δεξιούς για εκλογικούς λόγους αλλά και για να γίνουν αποδεκτοί από τους μεγαλοαστούς, απαρνούμενοι έτσι τον Ζεμούρ (έναν αποτρελαμένο ακροδεξιό) μια που ήταν σίγουροι ότι στον δεύτερο γύρο των βουλευτικών θα απορροφούσαν τις ψήφους του. Στρογγύλεψαν ακόμη περισσότερο τις θέσεις τους (Ουκρανία, ΕΕ, «φιλολαϊκά» μέτρα μόνο αν υπάρχουν δημοσιονομικά περιθώρια, αντιμεταναστευτικό, κ.α.) και πράγματι κατάφεραν να γίνουν αποδεκτοί από την αστική τάξη. Όλο το αστικό κατεστημένο και πολλοί μεγάλοι επιχειρηματίες δήλωναν ξεκάθαρα την προτίμησή τους προς την ακροδεξιά, που υποτίθεται ήταν «λογική και συνεργάσιμη», απέναντι στην Αριστερά που υποτίθεται «θα έφερνε την απόλυτη καταστροφή». Ο Σιοτί, ο πρόεδρος των παραδοσιακών δεξιών, συντάχθηκε με τους Λεπενιστές αλλά αυτό έφερε την εκπαραθύρωσή του από την προεδρία των Δημοκρατών και την διάσπαση του κόμματος — με τον Σιοτί πήγε η μειοψηφία των δεξιών.
Η Αριστερά, κατά βάση το Σοσιαλιστικό Κόμμα, η Ανυπότακτη Γαλλία (του Μελανσόν), το Κομμουνιστικό Κόμμα και οι Οικολόγοι, ενώθηκαν πολύ γρήγορα σχηματίζοντας το λεγόμενο Νέο Λαϊκό Μέτωπο, ως αναβίωση του παλιού Λαϊκού Μετώπου του 1936, προβάλλοντας κυρίως τον κίνδυνο της ακροδεξιάς αλλά και ένα στοιχειώδες φιλεργατικό πρόγραμμα (κάτι σαν το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» του ΣΥΡΙΑΖΑ το 2015). Και όπως συμβαίνει πάντοτε στην ιστορία, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο αποδεικνύεται μια φάρσα του παλιού Λαϊκού Μετώπου. Το Λαϊκό Μέτωπο του 1936 ήταν ένα προδοτικό μέτωπο γιατί υπέτασσε την εργατική τάξη στην διατήρηση του καπιταλισμού και της αστικής τάξης, αλλά όπως και να ‘χει δημιούργησε μια δυνατή αίσθηση ενότητας μέσα στην εργατική τάξη και μια αυτοπεποίθηση — γι’ αυτό και το γιγαντιαίο κύμα καταλήψεων των εργοστασίων που σάρωσε τη Γαλλία. Με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, οι διαδηλώσεις εναντίον της ακροδεξιάς που οργανώθηκαν από αυτό είχαν ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ο αγώνας είναι αποκλειστικά εκλογικός, δηλαδή η νίκη του Μετώπου στις εκλογές, ενώ οι διαδηλώσεις είναι απλώς υποστηρικτικές και προεκλογικές. Με άλλα λόγια, αν κερδίσουμε στις εκλογές τότε δεν χρειάζεται κανένας αγώνας ενώ αν τυχόν βγουν οι ακροδεξιοί τότε αποδεχόμαστε την ήττα μας. Καμία σκέψη για ανάπτυξη διαδηλώσεων και απεργιών μέχρι να ηττηθεί η ακροδεξιά.
Ο Μακρόν προεκλογικά προσπάθησε να καταγγείλει και να αναδείξει τον «διπλό κίνδυνο», την ακροδεξιά και την Αριστερά, προβαλλόμενος ως το «ειρηνικό», «μετριοπαθές», «λογικό» και «αποτελεσματικό» κέντρο.
Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου
Η συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές αυξήθηκε απότομα στο 66,7% από 52% στις πρόσφατες ευρωεκλογές και 47,5% στις βουλευτικές εκλογές του 2022.
Με μια σχετική έκπληξη το κόμμα του Μακρόν κατάφερε να ξανακερδίσει σε μεγάλο βαθμό την εκλογική του δύναμη. Το 2022 είχε αποσπάσει το 25,7%, στις ευρωεκλογές καταβαραθρώθηκε στο 14,5% και σε αυτές τις εκλογές κέρδισε το 21,2% (σημειώνοντας και μια αύξηση ψήφων κατά 1 εκ. σε σχέση με τις προηγούμενες βουλευτικές, φθάνοντας τα 6,8 εκ.).
Η Εθνική Συσπείρωση, οι Λεπενιστές, το 2022 είχαν κερδίσει στον πρώτο γύρο το 18,7%, στις ευρωεκλογές εκτοξεύτηκαν στο 31,5% και σε αυτές τις εκλογές αύξησαν τη δύναμή τους στο 33,2%. Από 4,2 εκ. ψήφους το 2022 έφθασαν τα 10,6 εκ. Αυτός ο διπλασιασμός περίπου της δύναμής τους οφείλεται στην εκλογική απορρόφηση της «Ανακατάληψης» του Ζεμούρ (σχεδόν 1 εκ. ψήφων στις προηγούμενες βουλευτικές) αλλά και άλλων ακροδεξιών σχηματισμών και βέβαια των παραδοσιακών δεξιών που ακολούθησαν τον Σιοτί.
Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο απέσπασε το 28% από 25,6% που είχε πάρει στις προηγούμενες βουλευτικές και 29% που είχε το άθροισμα Σοσιαλιστών, Κομμουνιστών και Οικολόγων στις ευρωεκλογές. Σε ψήφους το Μέτωπο αυξήθηκε από 5,8 εκ. το 2022 σε 9 εκ. σε αυτές τις βουλευτικές εκλογές.
Με βάση τις αναλύσεις των exit poll, δηλαδή όσων ψήφισαν, το 48% της νεολαίας 18-24 ετών ψήφισε Μέτωπο ενώ το 33% ψήφισε Λεπέν, το 38% των 25-34 ετών ψήφισε Μέτωπο και το 32% Λεπέν, ενώ στις ηλικίες 35-49 το 31% Μέτωπο και το 36% Λεπέν. Στις ηλικίες των 50 και άνω, το 40% ψήφισε Λεπέν και μόνο 25% Μέτωπο και η αναλογία γίνεται χειρότερη στις ηλικίες των 60-69.
Σε επαγγελματική βάση το Μέτωπο παίρνει 35% σε διευθυντές, στελέχη, επαγγελματίες και προϊσταμένους ενώ η Λεπέν περιορίζεται στο 21%. Αντίθετα, στους υπαλλήλους το Μέτωπο παίρνει 30% αλλά η Λεπέν 44% ενώ στους χειρώνακτες το Μέτωπο πέφτει ακόμη περισσότερο, στο 21%, ενώ η Λεπέν φθάνει στο εκπληκτικό 57%. Κοντολογίς, περίπου ο ένας στους δύο εργαζόμενους που πήγαν να ψηφίσουν ψήφισε Λεπέν.
Βαδίζοντας προς τον δεύτερο γύρο των βουλευτικών οι Λεπενιστές γνώριζαν ότι άρχισαν να συναντούν τα όρια των εκλογικών εφεδρειών τους. Μπορούσαν να ελπίζουν σε διαρροές από τους παραδοσιακούς δεξιούς και τους Μακρονιστές.
Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του πρώτου γύρου δήλωσε ότι στις περιφέρειες (που στη Γαλλία είναι όλες μονοεδρικές) όπου ο υποψήφιός του έρχεται τρίτος μετά τους δύο πρώτους του Μακρόν και της Λεπέν αντίστοιχα, τότε θα αποσύρει τον υποψήφιό του και θα υποστηρίξει τον υποψήφιο του Μακρόν εν ονόματι του αντι-ακροδεξιού μετώπου.
Ο Μακρόν δεν κράτησε την ίδια στάση αλλά υποστήριξε μια ευμενή προς την Αριστερά ουδετερότητα. Ο ίδιος δήλωσε ότι εξακολουθεί να υπάρχει ο εξ αριστερών και εκ δεξιών κίνδυνος αλλά ο πρωθυπουργός του κάλεσε τους υποψηφίους του κόμματος που ήρθαν τρίτοι να αποσυρθούν για να υποστηριχθεί ο υποψήφιος της Αριστεράς. Στην πράξη η πλειοψηφία (περίπου τα 2/3) αυτών των υποψηφίων του Μακρόν αποσύρθηκαν.
Ο δεύτερος γύρος: Πού βαδίζει η Γαλλία
Με την τακτική που ακολούθησε το Μέτωπο και ο Μακρόν στον δεύτερο γύρο, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο κατόρθωσε να εκλέξει τελικά 180 έδρες στις 577 και να έρθει πρώτο, ο Μπαρντελά της Εθνικής Συσπείρωσης πήρε 142, ο Μακρόν 159, οι παραδοσιακοί δεξιοί 39, διάφοροι δεξιοί 27 και διάφοροι κεντρώοι 6.
Την επομένη των εκλογών όπου γράφεται αυτό το άρθρο, ο Μελανσόν κάλεσε αμέσως τον Μακρόν να αναθέσει στο Μέτωπο τον σχηματισμό κυβέρνησης για να «εφαρμόσει όλο το πρόγραμμά του». Οι Σοσιαλιστές και οι Οικολόγοι δεν βιάστηκαν να κάνουν κάτι αντίστοιχο. Ο Μπαρντελά καταδίκασε την ανίερη συμμαχία Μακρονιστών και Μετώπου και υποσχέθηκε στους ψηφοφόρους του σίγουρη νίκη στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Ο Μακρόν δήλωσε ότι θα το σκεφτεί σε ποιον θα αναθέσει τον σχηματισμό της κυβέρνησης. Κατά πάσα πιθανότητα θα σχηματιστεί κυβέρνηση Μακρονιστών και Μετώπου, και σε αυτήν την περίπτωση θα γίνει συμβιβασμός στο κυβερνητικό πρόγραμμα. Υπάρχει βέβαια και μια μικρή πιθανότητα αλλά όχι ανύπαρκτη ο Μακρόν τώρα ή λίγο πιο μετά να διασπάσει το Μέτωπο παίρνοντας μαζί του τους Σοσιαλιστές, τους Οικολόγους και έτσι με τους Δεξιούς να σχηματίσει πλειοψηφία στη Βουλή.
Όπως και να ‘χει η κατάσταση δεν είναι απλώς κρίσιμη αλλά ιστορικής σημασίας, όχι μόνο για το γαλλικό αλλά και για το ευρωπαϊκό προλεταριάτο. Πέρα από φλυαρίες «ανακούφισης για ανάσχεση της ακροδεξιάς» πρέπει να πούμε ότι αν σχηματιστεί κυβέρνηση Μετώπου και Μακρόν θα δοθεί το οριστικό χτύπημα στην εργατική τάξη και η επέλαση της ακροδεξιάς, και όχι μόνο εκλογική, θα είναι αμετάκλητη. Σαν ΟΚΔΕ στηρίξαμε την επαναστατική κομμουνιστική Εργατική Πάλη που κατόρθωσε να τριπλασιάσει τις ψήφους της στις 350.825. Και συμφωνούμε απόλυτα μαζί της: στην επόμενη τριετία, ή η εργατική τάξη θα αγωνιστεί για την ανατροπή του καπιταλισμού συσπειρωμένη γύρω από ένα επαναστατικό κόμμα ή θα ηττηθεί βαριά.