25 χρόνια απ’ τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Απριλίου 2024

Στις 24 Μαρτίου 1999, το ΝΑΤΟ ξεκίνησε έναν ανελέητο βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας, που κράτησε 78 μέρες, χρησιμοποιώντας κάθε προπαγανδιστικό μέσο και εκβιασμό ενάντια τόσο στο λαό της όσο και στην παγκόσμια «κοινή γνώμη». Ποτέ μέχρι τότε οι ιμπεριαλιστές δεν είχαν επιτεθεί όλοι μαζί, με τέτοια μανία και υστερία ενάντια σε μια τόσο μικρή χώρα (στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου (1990-91) οι υπόλοιποι ιμπεριαλιστές είχαν απλά βοηθήσει τις ΗΠΑ).

Στην ιμπεριαλιστική προπαγάνδα, ο εθνικισμός και κυρίως αυτός της Σερβίας (πρόεδρός της ήταν ο Μιλόσεβιτς) παρουσιαζόταν ως πηγή όλων των δεινών στα Βαλκάνια, που οι λαοί τους πάντα αντιμετωπίζονταν υποτιμητικά ως «υπανάκτυκτοι».

Οι βαλκανικές άρχουσες τάξεις/ελίτ είχαν φυσικά μεγάλες ευθύνες. Μετά την κατάρρευση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, προώθησαν φιλοϊμπεριαλιστικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ενώ καλλιέργησαν τον εθνικισμό, ψάχνοντας σε ανιστόρητους μύθους τη νομιμοποίηση της νέας εξουσίας που είχαν σφετεριστεί. Το 1989, η αφαίρεση από το καθεστώς Μιλόσεβιτς της ευρείας αυτονομίας του Κοσόβου ήταν μια ξεκάθαρη καταπάτηση των εθνικών-δημοκρατικών δικαιωμάτων του πληθυσμού (στη συντριπτική πλειοψηφία αλβανόφωνοι). Ωστόσο, ο σέρβικος εθνικισμός δεν ήταν ο μόνος ή ο πιο σκληρός. Τα ίδια ή χειρότερα ίσχυαν π.χ. για την Κροατία, «αγαπημένο παιδί» των ΗΠΑ-ΕΕ, ενώ και οι Κοσοβάροι καταπίεζαν μικρότερες μειονότητες.

Οι ντόπιοι εθνικισμοί και οι ηγέτες τους δεν ήταν παρά δευτερεύοντα αντικειμενικά προϊόντα της πολιτικής των ίδιων των ιμπεριαλιστών. Τα υπαρκτά, εσωτερικά εθνικά προβλήματα και οι φυγόκεντρες τάσεις στα Βαλκάνια είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν από μόνα τους θα μπορούσαν ποτέ να είχαν οδηγήσει στη διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, στην έκταση και τα χαρακτηριστικά που αυτή πήρε, μέσα από έναν αιματηρό εμφύλιο. Ο καθοριστικός παράγοντας ήταν η επέμβαση των ιμπεριαλιστών. Καταρχάς της Γερμανίας, που ουσιαστικά είχε επιβάλλει τη διάλυση αναγνωρίζοντας τα κομμάτια που αποσχίστηκαν (ήθελε τη Σλοβενία και την Κροατία στη ζώνη οικονομικής επιρροής της), και στη συνέχεια των ΗΠΑ.

Η παρουσίαση του Μιλόσεβιτς ως νέου Χίτλερ (όπως πιο πριν του Σαντάμ Χουσέιν ως χασάπη της Βαγδάτης και ούτω καθεξής για όποιον βρισκόταν εμπόδιο στον δρόμο των ιμπεριαλιστών) είχε σκοπό να συγκαλύψει τα πραγματικά συμφέροντα και σχέδια των ιμπεριαλιστών. Επεδίωκαν τη συντριβή και τον περιορισμό/διαμελισμό της Σερβίας, ραχοκοκκαλιάς των Βαλκανίων, με κύριους στόχους: α) Τον έλεγχο των εμπορικών, ενεργειακών, τηλεπικοινωνιακών κ.ά. κόμβων και δρόμων μεταξύ Ευρώπης και Ανατολής, στο μεγάλο μοίρασμα και ξαναμοίρασμα του κόσμου από τη Νέα Τάξη Πραγμάτων. Αυτής που είχαν διακηρύξει (μαζί με το «τέλος της ιστορίας», δηλαδή της ταξικής πάλης και του σοσιαλισμού) οι ιμπεριαλιστές με επικεφαλής τις ΗΠΑ μετά τις μεγάλες ανατροπές του 1989-1991 (κατάρρευση ΕΣΣΔ κ.λπ.) και την επιδείνωση των διεθνών συσχετισμών σε βάρος του εργατικού κινήματος. β) Τη χρήση της περιοχής ως στρατηγικού χώρου για την απώθηση / τον περιορισμό του μεγάλου αντιπάλου τους, της Ρωσίας. Πράγμα που σήμαινε και την εγκατάσταση / εξάπλωση του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Γι’ αυτό άλλωστε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 το ΝΑΤΟ διεύρυνε διαρκώς τις θέσεις, την ακτίνα δράσης και το περιεχόμενο των επεμβάσεών του.

Στην αιχμή του δόρατος της προπαγάνδας των ιμπεριαλιστών, της ιδεολογικοποίησης των εγκλημάτων τους ήταν η υπεράσπιση των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Οι νατοϊκοί ονόμασαν τις βόμβες «ανθρωπιστικές» και τα αεροπλάνα τους «αγγέλους με φτερά» – ενώ τα θύματα έφταιγαν τα ίδια που είχαν βρεθεί «κάτω από τον Μιλόσεβιτς»! Όσο για το ενδιαφέρον τους για τα δικαιώματα του πληθυσμού του Κοσόβου, που βούλιαζε στην εξαθλίωση, φαίνεται από τη μετατροπή του σε στρούγκα μαφιόζων. Τα χρήματα από το εμπόριο ναρκωτικών, μαζί με το κοσοβάρικο λόμπι στις ΗΠΑ, χρηματοδότησαν τον διαβόητο UCK (Απελευθερωτικό Στρατό του Κοσόβου), που μετά τους βομβαρδισμούς εγκατέστησε τις κλίκες του ως ντόπια εξουσία, υποχείριο των ιμπεριαλιστών. Τόσο πολύ ελευθερώθηκε το Κόσοβο, που μέχρι σήμερα υπάρχουν εκεί αγάλματα του «εθνοσωτήρα» Μπιλ Κλίντον, προέδρου των ΗΠΑ στην περίοδο των βομβαρδισμών.

Παρά τη συντριπτική υπεροπλία τους και τη βαρβαρότητά τους, οι νατοϊκοί δεν κατάφεραν να κάμψουν την αντίσταση και το φρόνημα του λαού της Γιουγκοσλαβίας. Επέβαλλαν την παρουσία/κατοχή τους στο Κόσοβο, που έγινε ένα καταρρακωμένο προτεκτοράτο (στο Ουρόσεβατας βρίσκεται το μεγαθήριο Bondsteel, πιθανόν η μεγαλύτερη αμερικάνικη βάση στον κόσμο), συνέχισαν την αποδυνάμωση της Σερβίας (με την απόσχιση Μαυροβουνίου). Ο Μιλόσεβιτς σύρθηκε αργότερα στο ιμπεριαλιστικό Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης: η «δίκη», στημένη για την ταπείνωση του σερβικού λαού, έγινε μπούμερανγκ για τους ιμπεριαλιστές, καθώς αναδείχτηκαν τα δικά τους εγκλήματα, ενώ ο Μιλόσεβιτς πέθανε πριν ολοκληρωθεί με την καταδίκη του.

Οι ιμπεριαλιστές «στραπατσαρίστηκαν» αρκετά, αποτυγχάνοντας να επιβάλλουν μια άνευ όρων παράδοση της Σερβίας. Η πολιτική τους δεν έφερε καμία σταθερότητα. Η αντιπαράθεση Κοσόβου-Σερβίας αναζωπυρώνεται μέχρι σήμερα (διαχεόμενη σε Βόρεια Μακεδονία, Βουλγαρία, Αλβανία) και διαπλέκεται με την τιτάνια σύγκρουσή τους με τη Ρωσία.

Οι βομβαρδισμοί ξεσήκωσαν κινητοποιήσεις σε όλο τον κόσμο. Αυτές αποτέλεσαν σημαντικό σταθμό στην αφύπνιση των λαϊκών αγώνων από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στην καλλιέργεια του αντιπολεμικού αισθήματος, που θα φούντωνε τα επόμενα χρόνια (εισβολή ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003 κ.λπ.).

Το αντίκτυπο ήταν πολύ μεγάλο και στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η «χούντα των εκσυγχρονιστών» του Σημίτη, ενώ στρίγγλιζε ότι «είμαστε μέρος της λύσης, όχι του προβλήματος», είχε συνυπογράψει κάθε ενέργεια των νατοϊκών, παρείχε λιμάνια, αεροδρόμια κ.λπ. και συμμετείχε στην κατοχή του Κοσόβου. Το σύνθημα «Σημίτη, ρουφιάνε, αμερικάνε» δονούσε τις μεγάλες αντιπολεμικές, αντιιμπεριαλιστικές κινητοποιήσεις – αυτές έγιναν ένα από τα σημεία όπου άρχισε να βγαίνει στο προσκήνιο μια νέα γενιά αγωνιστών, που τα επόμενα χρόνια θα έπαιζε σημαντικό ρόλο στη δημιουργία ενός μαζικού ρεύματος αντίστασης στον νεοφιλελευθερισμό και τον πόλεμο.