40 χρόνια σε ΕΟΚ – ΕΕ

Από την Εργατική Πάλη Μαρτίου

Την 1.1.1981 η Ελλάδα γινόταν πλήρες μέλος της ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα). Η αστική τάξη παρουσιάζει αυτή την επέτειο παράλληλα, θα έλεγε κανείς σχεδόν ισότιμα, με τα 200 χρόνια απ’ το 1821. Όχι τυχαία, αφού ο «ευρωπαϊκός προσανατολισμός» έχει με τα χρόνια μετατραπεί ίσως στο βασικότερο συστατικό της κυρίαρχης ιδεολογίας. Έτσι π.χ. ο Μ. Βαρβιτσιώτης, αφού απαριθμεί 5 ιστορικές κατακτήσεις της ΕΕ το 2020, ανάμεσά τους τη διαχείριση της πανδημίας(!), μας ενημερώνει: «Η Ελλάδα όλα αυτά τα… χρόνια κερδίζει περισσότερα από τα… κονδύλια. Κερδίζει στρατηγική στήριξη και ισχυροποίηση, ιδίως σε περιόδους κρίσεων… ισχυρότερη Ευρώπη σημαίνει και ισχυρότερη Ελλάδα… ελπίζουμε για μια πέμπτη δεκαετία ευρωπαϊκής πορείας ακόμη πιο δυναμική».

Εργαζόμενοι, νεολαία, φτωχά λαϊκά στρώματα ξέρουμε πλέον πολύ καλά την τεράστια οικονομική και κοινωνική καταστροφή, πολιτική και αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση που κρύβεται πίσω απ’ αυτά.

Από τη Συμφωνία Σύνδεσης στην Αποικία Χρέους

Η σύνδεση με την ΕΟΚ εντάσσεται στην πολύτροπη στήριξη, μετά τον Εμφύλιο, του ελληνικού καπιταλισμού από τους ιμπεριαλιστές ενάντια στα γραφειοκρατικοποιημένα εργατικά κράτη. Οι κυρίαρχοι λόγοι ήταν οικονομικοί (νέες αγορές, εκσυγχρονισμός), αλλά και η δυνατότητα εμπλουτισμού του αντικομμουνισμού με έναν «ευρωπαϊσμό». Η σύνδεση δεν έγινε δεκτή χωρίς προβληματισμούς και αντιρρήσεις από κάποια αστικά επιτελεία: έβλεπαν το ανταγωνιστικό έλλειμα και ότι το ελληνικό κεφάλαιο δύσκολα θα ξέφευγε από την κρατικοδίαιτη νοοτροπία του. Αφού η Σύνδεση είχε παγώσει επί Δικτατορίας και μετά την είσοδο στο μακρύ κύμα κάμψης (κρίση 1973), επιταχύνθηκε από τις κυβερνήσεις Κ. Καραμανλή μετά το 1974. Κυριαρχούσε η βιασύνη να στερεωθεί το αστικό καθεστώς, μετά την Εξέγερση του Πολυτεχνείου, το κύμα ριζοσπαστικοποίησης και επέμβασης των μαζών στην πολιτική ζωή.

Μετά το 1981, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ προσαρμόστηκαν γρήγορα σ’ αυτή την στρατηγική επιλογή, διαπραγματευόμενες μια παράταση της προστασίας της ελληνικής οικονομίας (δασμοί, υποτίμηση δραχμής, ανάληψη «προβληματικών» από το κράτος κ.ά.). Μετά το 1985, η αποτυχία ανακοπής της κρίσης και η συσσώρευση ελλειμμάτων και χρεών οδηγεί στο πρώτο πρόγραμμα λιτότητας (σταθεροποιητικό Σημίτη), προπομπός του σκληρού νεοφιλελευθερισμού. Με τη Λευκή Βίβλο και την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη αρχίζει να σπάει η «εθνική» προστασία των κρατικών προμηθειών (μηχανισμός ενίσχυσης της ελληνικής μπουρζουαζίας), ενώ μετά το 1992 (Συνθήκη Μάαστριχτ, δημιουργία πλέον της ΕΕ) καταργήθηκαν οι περιορισμοί κίνησης κεφαλαίων. Έτσι, το ελλειμματικό ισοζύγιο πληρωμών θα καλυπτόταν με ευρωπαϊκά δάνεια υπό όρους: είναι ο πρόγονος των μνημονιακών μηχανισμών (ESM κ.ά.).

Το 1992-2009 (πρώτη περίοδος καθαρής κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού), το Μάαστριχτ είναι το κοινό πρόγραμμα της πανευρωπαϊκής αντεργατικής επίθεσης. Η σύνθεση της ελληνικής αστικής τάξης πλέον μεταβάλλεται: αρχίζουν να κυριαρχούν μη βιομηχανικά κομμάτια («νταβατζήδες»), που ιδιαίτερα τρέφονται από τις ιδιωτικοποιήσεις-ξεπούλημα της κρατικής περιουσίας. Η ελληνική μπουρζουαζία αρχίζει να ξεπέφτει σε μια κοινωνικοπολιτική ελίτ, στο ρόλο μιας υψηλής υπαλληλίας της ΕΕ. Πράγμα που επιφέρει αλλαγές και στην εξωτερική πολιτική, εγκαταλείποντας παλιότερες αξιώσεις ισχύος σε ΝΑ Μεσόγειο, Βαλκάνια, Μ. Ανατολή.

Όσο για τα διαβόητα κονδύλια, ήδη από την αρχή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) και των ΜΟΠ (Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα), είχε φανεί ότι ο δήθεν εκσυγχρονισμός αποτελούσε κυρίως χρηματοδότηση του ελληνικού κράτους για την αγορά εμπορευμάτων των ευρωπαϊκών πολυεθνικών. Οι επιδοτήσεις, αν και ήταν σημαντικά ποσά, αποτέλεσαν: α) Μηχανισμό «εξαγοράς» της ελληνικής μπουρζουαζίας (που τα ξεκοκάλιζε), για την εγκατάλειψη της εγχώριας παραγωγής, μετατρέποντας τη χώρα σε οικονομική επαρχία των ευρωπαϊκών πολυεθνικών. β) «Ναρκωτικό» και μέσο εκμαυλισμού μικροαστικών και ακόμα εργατικών στρωμάτων (ιδίως της αστικοποιημένης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας) – και βέβαια των αστικών δυνάμεων (κόμματα, θεσμοί, προσωπικό).

Όλο αυτό το διάστημα, οι δύο βασικοί παραγωγικοί τομείς (βιομηχανία, γεωργία) αδυνάτιζαν. Αυτό οφείλεται πρωτίστως στην ίδια την κρίση του ελληνικού καπιταλισμού (αντίθετα με ορισμένες «εθνικοανεξαρτησιακές» απόψεις), ωστόσο πράγματι επιδεινώθηκε κατά πολύ λόγω της ΕΕ.

Η εισαγωγή του Ευρώ ήταν η όψιμη Μεγάλη Ιδέα, με φιλοδοξίες ή αυταπάτες ότι ο ελληνικός καπιταλισμός, συμμετέχοντας σ’ ένα ισχυρό και ανερχόμενο (εκείνη την εποχή) ιμπεριαλιστικό κέντρο, θα μπορούσε να αναβαθμιστεί. Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική μπουρζουαζία αποδείχτηκε ικανή μόνο για το αντίθετο. Παρά τους πανηγυρισμούς και τις απάτες ότι είμαστε στον «σκληρό πυρήνα», το Ευρώ, νόμισμα με διεθνή ισοτιμία αστρονομική για τις δυνατότητες του ελληνικού καπιταλισμού, αποδείχτηκε ζουρλομανδύας. Αποδιάρθρωσε παραπέρα την παραγωγική δομή αλλά και οποιοδήποτε εργαλείο μιας εναλλακτικής πολιτικής (νομισματική, δημοσιονομική, επενδυτική κ.λπ.). Ενίσχυσε μόνο την αρπαγή του πλούτου από την ελίτ, με μοναδικό αποτέλεσμα μια πλήρη αποτυχία και δραματική υποβάθμιση. Όταν ξέσπασε η σαρωτική κρίση και ανοιχτή χρεοκοπία το 2010, όλη η Συμμορία του Ευρώ, λες και δεν ήταν αυτή που μας διαφέντευε δεκαετίες, ούρλιαζε εν χορώ «δεν παράγουμε τίποτα» για να επιβάλλει τα Μνημόνια, αφού «μαζί τα φάγαμε»!

Το 2010, το χρέος ήταν 115-120% του ΑΕΠ. Σήμερα, μετά από τόσες αιματηρές «μεταρρυθμίσεις» και «θυσίες» για να μείνουμε στο Ευρώ, έχει εκτιναχτεί στο 210% και μεγαλώνει διαρκώς. Η χώρα έχει μετατραπεί σε Αποικία Χρέους (μεταμνημονιακή εποπτεία), ο ελληνικός λαός έχει ενεχυριαστεί στο διηνεκές στους δανειστές-τοκογλύφους της ΕΕ και των αγορών. Όλα τα μυθεύματα του «ευρωπαϊκού προσανατολισμού», για ευημερία, δημοκρατία, ειρήνη, γεωοπολιτική προστασία και αναβάθμιση κ.λπ. έχουν καταρρεύσει και μετατραπεί στο αντίθετό τους. Οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές έχουν βυθιστεί σε ιστορική παρακμή, όπως όλα δείχνουν μη αντιστρέψιμη – και η τυφλή πρόσδεση του ελληνικού καπιταλισμού σ’ αυτή την ΕΕ τον αποδιαλύει διαρκώς, απ’ τους πρώτους και με τον χειρότερο τρόπο.

Η ελληνική μπουρζουαζία, αυτή η ελίτ χρυσοκάνθαρων, αυτή η δήθεν κεντρώα και στην πραγματικότητα ακροδεξιά-φασίζουσα συμμορία του Μένουμε Ευρώπη, θέλει διαιώνιση αυτής της κατάστασης στον αιώνα τον άπαντα, σωρεύοντας αμύθητα κέρδη και πλούτο από τη γενικευμένη οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Αυτό σημαίνει ουσιαστική κατάργηση κάθε περιεχομένου της λαϊκής-εθνικής κυριαρχίας, μια γενική αντιδημοκρατική αναδίπλωση, που σήμερα ξερνάει το τέρας του αστυνομικού κράτους. Μαζί με την καπιταλιστική κρίση, αυτή είναι η βάση της γενικής εξαχρείωσης όλων των «φιλοευρωπαϊκών» πολιτικών δυνάμεων, από το πάλαι ποτέ κραταιό ΠΑΣΟΚ μέχρι τη σημερινή ακροδεξιοκεντρώα ΝΔ και τους άθλιους του ΣΥΡΙΖΑ.

Ειδικά μνεία αξίζει στους ρεφορμιστές του ΚΚΕ. Παρά τα παχιά λόγια ενάντια σε Ευρώ/ΕΕ, σε όλες τις κρίσιμες στιγμές που τέθηκε έμπρακτα το θέμα της αποχώρησης, ξεκαθάρισαν ότι στοιχίζονται με την στρατηγική αστική επιλογή της παραμονής (αποχώρηση μόνο με εργατική εξουσία και άλλα προσχήματα).

Το 2015 αποτέλεσε καμπή. Οι αγώνες και η οργή ενάντια στα Μνημόνια κορυφώθηκαν στο περήφανο 61,3% ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του Ιουλίου, ενάντια σε ιμπεριαλιστές, αστικές δυνάμεις, συνδικαλιστική γραφειοκρατία αλλά και την στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ – εκδηλώνοντας έτσι μια δυναμική μέχρι τις αρχές μιας ρήξης με Ευρώ/ΕΕ. Άλλωστε, αν και ισχυρίζονται ότι ο «ευρωπαϊκός προσανατολισμός» είναι συντριπτικά αποδεκτός από τον ελληνικό λαό, οι αστικές δυνάμεις δεν τόλμησαν ποτέ να κάνουν κάποιο άλλο σχετικό δημοψήφισμα!

Η αθλιότητα του ΣΥΡΙΖΑ μας πισωγύρισε απ’ αυτό το ορόσημο. Αυτό όμως θα επανέλθει, όσο συμπιέζονται αδιέξοδα και δεινά κάτω από την μπότα των Ευρωπαίων «προστατών»-βασανιστών και των ντόπιων εταίρων τους, όπως η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Δεν υπάρχει ελπίδα χωρίς άμεση έξοδο από Ευρώ/ΕΕ, μαζί με ταξικά ριζοσπαστικά-αντικαπιταλιστικά μέτρα (εθνικό νόμισμα, διαγραφή χρέους, εθνικοποιήσεις κ.λπ.). Και πρέπει να οργανώσουμε το εργατικό κίνημα για να αρθεί στο ύψος αυτής της σύγκρουσης.