H κρίση στην Αϊτή

Μια κρίση που προκλήθηκε από τον ιμπεριαλισμό και τους ολιγάρχες συνεργάτες του

 του Simón Rodríguez Porras

μετάφραση από το International Viewpoint

28 Ιανουαρίου 2023

 

Στις 22 Αυγούστου 2022, που συμπίπτει με την 231η επέτειο από την έναρξη της Αϊτινής Επανάστασης, [1] ξεκίνησε το πιο πρόσφατο κύμα λαϊκών κινητοποιήσεων κατά του φιλοϊμπεριαλιστικού καθεστώτος του αποκαλούμενου «Κόμματος των φαλακρών κεφαλών» της Αϊτής (PHTK).

Ο υψηλός πληθωρισμός (29% σε ετήσια βάση από τον Ιούνιο) και η οικονομική συρρίκνωση επιδεινώθηκαν από την ημιπαράλυση της χώρας για περισσότερο από τρεις μήνες. Η κυβέρνηση αύξησε τη δυσαρέσκεια τον Σεπτέμβριο, εν μέσω των διαδηλώσεων, καθώς διπλασίασε τις τιμές των καυσίμων σύμφωνα με τις συστάσεις του ΔΝΤ. Η επιδείνωση της οικονομικής κρίσης συνδυάστηκε με την ευρεία απόρριψη μιας κυβέρνησης που έχει εγκατασταθεί ντε φάκτο, χωρίς να έχει νομιμοποίηση· στο μεταξύ, οι συμμορίες του οργανωμένου εγκλήματος καταλαμβάνουν το κενό που άφησε η κατάρρευση του κράτους. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΑΚ (Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών) και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ άρχισαν τότε να προωθούν ως απάντηση μια νέα στρατιωτική κατοχή της Αϊτής, αλλά δεν υπήρξε συμφωνία μεταξύ των διαφόρων ιμπεριαλιστικών παραγόντων και των συμμάχων τους για το πώς να την υλοποιήσουν.

Το κυβερνών PHTK είναι το παιδί της ιμπεριαλιστικής κατοχής. Δημιουργήθηκε το 2012, έναν χρόνο μετά την άνοδο του Μισέλ Μαρτελί στην εξουσία, ενός τραγουδιστή που συνδέεται με τα υπολείμματα της δικτατορίας του Ντιβαλιέ, που ανατράπηκε το 1986. Τόσο ο Μαρτελί όσο και ο διάδοχός του Ζοβενέλ Μοΐζ, ο δολοφονημένος πρώην πρόεδρος, ανακηρύχθηκαν νικητές σε εκλογές νοθείας. Η λαϊκή αντίσταση ενάντια στο PHTK είναι σημαντική, μετά από την κοινωνική εξέγερση της 6ης Ιουλίου 2018, ενάντια στην πρώτη προσπάθεια αύξησης των τιμών των καυσίμων, η οποία είχε αναγκάσει τον Μοΐζ να υποχωρήσει. Τους επόμενους μήνες, ένα ισχυρό κίνημα ξεκίνησε απαιτώντας δικαιοσύνη και την ανάκτηση των κεφαλαίων που είχαν κλαπεί από το ταμείο PetroCaribe, έναν χρηματοδοτικό μηχανισμό που παρέχεται στο καθεστώς της Αϊτής από την κυβέρνηση της Βενεζουέλας.

Το 2019 είχαν προγραμματιστεί γενικές εκλογές, αλλά ο Μοΐζ αρνήθηκε να τις οργανώσει, και αντίθετα διέλυσε την κάτω βουλή του κοινοβουλίου και απομάκρυνε τους δημάρχους και τους περισσότερους γερουσιαστές, ισχυριζόμενος ότι οι εντολές γι’ αυτά τα αξιώματα είχαν λήξει. Ωστόσο συνέχισε να κυβερνά, παρά τη λήξη της θητείας του. Μπροστά στις κινητοποιήσεις κατά της νόθης και παράνομης κυβέρνησής του, απομονωνόταν ολοένα και περισσότερο. Έσπασε με τον πολιτικό του μέντορα, τον πρώην πρόεδρο Μαρτελί, και προσπάθησε να επιβάλει μονομερώς μια συνταγματική μεταρρύθμιση για να συγκεντρώσει περισσότερη εξουσία στα χέρια της προεδρίας και για να εξυπηρετήσει τη χορήγηση παραχωρήσεων εξόρυξης σε πολυεθνικές εταιρείες. Μία από τις τελευταίες διοικητικές του πράξεις, πριν δολοφονηθεί, ήταν να διορίσει τον Αριέλ Ανρί ως προσωρινό πρωθυπουργό. Ο Ανρί, ωστόσο, δεν μπόρεσε να αναλάβει επίσημα τα καθήκοντά του, καθώς ο Κλοντ Ζοσέφ υπηρετούσε ως πρωθυπουργός εκείνη την περίοδο.

Το Core Group, ένα είδος αποικιακού εποπτικού οργάνου που δημιουργήθηκε από εκπροσώπους των κυβερνήσεων των ΗΠΑ, του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Βραζιλίας στην Αϊτή, καθώς και των γραφείων του ΟΑΚ και του ΟΗΕ, αποφάσισε υπέρ του Ανρί στη διαμάχη διαδοχής. Τις λίγες εβδομάδες που ο Ζοσέφ ήταν αρχηγός κράτους, ζήτησε στρατιωτική εισβολή από τις ΗΠΑ. Ο τότε νεοεκλεγμένος Μπάιντεν δεν έκανε δεκτό αυτό το αίτημα.

Το χάος που προκάλεσε ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός στην Αϊτή μετά από τρεις δεκαετίες διαλειπόντων κατοχών μέσω του ΟΗΕ, μαζί με τις ήττες των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, προκάλεσαν δισταγμό ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές σχετικά με μια νέα εισβολή. Η εφημερίδα Washington Post δημοσίευσε ένα άρθρο υπέρ της εισβολής στην Αϊτή μετά τη δολοφονία του Μοΐζ, ενώ διαφορετική γραμμή εξέφρασε ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για την Αϊτή, Ντάνιελ Φουτ, όταν παραιτήθηκε από τη θέση του τον Σεπτέμβριο του 2021. Ο Φουτ κατέκρινε την πολιτική του Μπάιντεν περί μαζικών απελάσεων αϊτινών μεταναστών πίσω στην Αϊτή – και υπερασπίστηκε την προσπάθεια για ένα μέτωπο εθνικής ενότητας γύρω από τη λεγόμενη Συμφωνία της Μοντάνα (Montana Accord), η οποία υπογράφηκε από ένα ευρύ φάσμα πολιτικών και κοινωνικών οργανώσεων, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών εκφράσεων της αστικής τάξης που αντιτίθενται στο PHTK.

Κατά τη διάρκεια των δικών εναντίον ορισμένων από τα άτομα που εμπλέκονται στη δολοφονία του Μοΐζ στις ΗΠΑ, οι εισαγγελείς ζήτησαν από τα δικαστήρια να κρατήσουν μυστική τη σύνδεση μεταξύ των κατηγορουμένων και υπηρεσιών των ΗΠΑ, όπως η CIA και η DEA. Ο Μαρτελί ζει εδώ και καιρό στη Φλόριντα χωρίς καμία ενόχληση και δεν έχουν συλληφθεί ούτε οι επιχειρηματίες από τη Βενεζουέλα και το Εκουαδόρ που προσέλαβαν κολομβιανούς μισθοφόρους για να πραγματοποιήσουν τη δολοφονία. Και αυτό γιατί, από το «άνοιγμα» αυτής της πτυχής της υπόθεσης, τουλάχιστον αργότερα θα υπήρχαν ενδείξεις ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ άφησε τη δολοφονία να συμβεί ή ότι προστάτεψε ορισμένους από τους δράστες, επειδή θεώρησε ότι η πραξικοπηματική διακυβέρνηση ήταν ευνοϊκή για τα συμφέροντά της. Η κυβέρνηση του Καναδά, ωστόσο, ανακοίνωσε κυρώσεις στις 20 Νοεμβρίου κατά του Μαρτελί και δύο πρώην πρωθυπουργών, του Λοράν Λαμότ και του Ζαν Ανρί Σεάντ, για συνεργασία με εγκληματικές συμμορίες.

Εν μέσω της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης, η ομοσπονδία συμμοριών G9 εμφανίστηκε στα μέσα του 2020. Η κυβέρνηση και το Γραφείο του ΟΗΕ για την Αϊτή (BINUH) ήλπιζαν ότι θα επέτρεπε μια διαρκή pax mafiosa (ειρήνη μαφιόζων). Στην πραγματικότητα, η εγκληματική ομοσπονδία εδραίωσε τις θέσεις της και αμφισβήτησε εδάφη άλλων συμμοριών εκτός της συμμαχίας της, κλιμακώνοντας τη βία. Αυτές οι ένοπλες συγκρούσεις έχουν εκτοπίσει χιλιάδες ανθρώπους στην πρωτεύουσα Πορτ-ο-Πρενς. Κατά ειρωνικό τρόπο, οι συμμορίες των G9, των οποίων η ισχύς είναι υποπροϊόν της αποσύνθεσης ενός καθεστώτος που ο ίδιος ο ιμπεριαλισμός συντηρούσε, είναι τώρα το άλλοθι που χρησιμοποιεί το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για να εξετάσει μια νέα εισβολή, ώστε να καταστείλει τις λαϊκές διαδηλώσεις στην Αϊτή και να κρατήσει τη χώρα υπό ξένη κηδεμονία.

 

Απειλή στρατιωτικής κατοχής

 Δυστυχώς, ο λαός της Αϊτής δεν μπορεί να υπολογίζει σε καμία κυβέρνηση για υποστήριξη. Η μεξικανική κυβέρνηση του Λόπες Ομπραδόρ έχει υποστηρίξει πολλά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Αϊτή, μαζί με την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Μεταξύ 2004 και 2017, χιλιάδες στρατεύματα της Αποστολής του ΟΗΕ για τη Σταθεροποίηση της Αϊτής (Minustah) παρασχέθηκαν από διάφορες αυτοαποκαλούμενες προοδευτικές κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής, με επικεφαλής τον Λούλα της Βραζιλίας. Ο κύριος δικαιούχος των 2 δισ. δολαρίων που υπεξαιρέθηκαν από το ταμείο του PetroCaribe, που παρείχε η κυβέρνηση της Βενεζουέλας, ήταν το καθεστώς του PHTK. Οι κυβερνήσεις της Ρωσίας και της Κίνας ψήφισαν τον Ιούλιο του 2022 για την ανανέωση της εντολής του BINUH, παρά τις εκκλήσεις της αϊτινής αριστεράς να ασκήσουν βέτο στην ανανέωση.

Με το αίτημα του Αριέλ Ανρί στις 7 Οκτωβρίου για ξένη στρατιωτική κατοχή για να πολεμήσει ενάντια στις συμμορίες, η απειλή ήταν επικείμενη. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες πρότεινε το Συμβούλιο Ασφαλείας να στείλει μια «δύναμη ταχείας δράσης» με στρατιωτικό προσωπικό από μία ή περισσότερες χώρες, αλλά όχι κυανόκρανους. Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Καναδά προώθησαν την επιλογή χρήσης στρατευμάτων από χώρες της Κοινότητας της Καραϊβικής. Εάν αυτή η επιλογή γίνει πραγματικότητα, θα εκπληρώσουν έναν ρόλο παρόμοιο με αυτόν των κεντροαριστερών κυβερνήσεων της Νότιας Αμερικής στο Minustah, το οποίο επίσης αρχικά διέβλεπαν ως βραχυπρόθεσμο εγχείρημα.

Το επίσημο άλλοθι είναι η καταπολέμηση των συμμοριών, αλλά η υποκρισία δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη. Ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του λαού της Αϊτής που λεηλατήθηκε, από τη δικτατορία Ντιβαλιέ έως το PHTK, βρίσκεται σε ακίνητα και τραπεζικούς λογαριασμούς στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη. Ο ιμπεριαλισμός τα πάει καλά με τους μεγαλύτερους γκάνγκστερ.

Το 2022 ο λαϊκός αγώνας ανέκτησε τις δυνάμεις του. Τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, μεγάλες απεργίες των εργαζομένων στην κλωστοϋφαντουργία της ζώνης ελεύθερου εμπορίου SONAPI [2] στην πρωτεύουσα υπερίσχυσαν της καταστολής και πέτυχαν αύξηση του κατώτατου μισθού, αν και ανεπαρκή. Πώς θα σπάσει το σημερινό αδιέξοδο, στο οποίο ούτε αυτοί που βρίσκονται στην κορυφή ούτε οι από κάτω καταφέρνουν να πάρουν τα ηνία της χώρας; Η αριστερά της Βόρειας Αμερικής, της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής έχει την ευθύνη να κινητοποιήσει την αλληλεγγύη στους επείγοντες αγώνες των εργατικών και λαϊκών οργανώσεων της Αϊτής, όπως η αντίσταση σε κάθε ιμπεριαλιστική στρατιωτική επίθεση, η αυτοάμυνα ενάντια στην αστυνομική καταστολή και τη βία των συμμοριών, η οικοδόμηση διεθνών δικτύων υποστήριξης και η υιοθέτηση ενός μεταβατικού προγράμματος για έξοδο από την κρίση.

Οι επαναστάτες στην περιοχή πρέπει να στηρίξουν την απαίτηση να φύγουν η Core Group, η BINUH και η μαριονέτα τους Αριέλ Ανρί. Πρέπει να καταβληθούν αποζημιώσεις από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τον ΟΗΕ για τις διαδοχικές εισβολές, τις κατοχές, τους εκβιασμούς, τα αθέμιτα χρέη και τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά του λαού της Αϊτής. Το εξωτερικό χρέος πρέπει να καταργηθεί και είναι απαραίτητο να επαναπατριστούν οι περιουσίες που λεηλατήθηκαν από το ταμείο PetroCaribe. Οι κυβερνήσεις της περιοχής θα πρέπει να σεβαστούν τα δικαιώματα των αϊτινών μεταναστών και να σταματήσουν τις μαζικές απελάσεις.

Οι ηρωικοί εργαζόμενοι της Αϊτής παλεύουν να πάρουν τη μοίρα τους στα δικά τους χέρια. Όπως είπαν οι σύντροφοι του Σοσιαλιστικού Κινήματος Εργατών Αϊτής: «Μόνο η σύγκλιση των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων μπορεί να αποκλείσει τον δρόμο στις ιμπεριαλιστικές προσπάθειες να ξανασερβίρουν το ίδιο πιάτο με διαφορετικό όνομα!».

Σημειώσεις

[1] Σημείωση του μεταφραστή: Τον Αύγουστο του 1791 στην Αϊτή ξέσπασε η επανάσταση ενάντια στους γάλλους αποικιοκράτες, με ηγέτη τον Τουσέν Λουβερτούρ (πρώην σκλάβο), στην οποία συμμετείχαν εκτός από μαύρους σκλάβους και επαναστάτες από άλλες φυλές και εθνικότητες. Η επανάσταση, αφού άντεξε σε δύσκολες συνθήκες, επικράτησε το 1804 – μια νίκη μοναδική στην ιστορία, καθώς οδήγησε στη δημιουργία ενός τυπικά ανεξάρτητου κράτους που κυβερνιόταν από μη-λευκούς και πρώην σκλάβους. Μαζί με την επίδραση της αστικής Γαλλικής Επαναστάσης, η αϊτινή επανάσταση αμφισβήτησε ευθέως τους μύθους των ευρωπαίων αποικιοκρατών για την υποτιθέμενη κατωτερότητα και αδυναμία οργάνωσης των μαύρων και των σκλάβων.

[2] Τα βιομηχανικά πάρκα της Αϊτής διαχειρίζονται από την «Société Nationale des Parcs Industriels» επίσης γνωστή ως SONAPI.