Η παγκόσμια οικονομική κρίση σκιάζει τον ορίζοντα

Από την Εργατική πάλη Ιουλίου-Αυγούστου

 

Δεν έχει περάσει ούτε ένας χρόνος που τα αστικά επιτελεία και οι διεθνείς οικονομικοί θεσμοί προέβλεπαν μια θεαματική ανάπτυξη μετά το τέλος της πανδημίας, μια ανάπτυξη που όχι μόνο θα αντιστάθμιζε την βαθιά κρίση της πανδημίας αλλά θα οδηγούσε και σε έναν νέο κύκλο οικονομικής ανάπτυξης. Εδώ και μερικούς μήνες, ειδικά μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, οι προβλέψεις διαρκώς αναθεωρούνται προς το χειρότερο ενώ τα μαύρα σύννεφα μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης συσσωρεύονται διαρκώς και επιταχυνόμενα στον ορίζοντα. Από τα αστικά επιτελεία καταβάλλεται μια προσπάθεια αυτή η αναπόφευκτη κρίση να αποδοθεί στον πόλεμο και στην «παράνοια του Πούτιν», ωστόσο όλες οι ενδείξεις ή τα διαρθρωτικά προβλήματα της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας είχαν ήδη κάνει την εμφάνισή τους αρκετά πριν από τον πόλεμο. 

Μετά από το λίγο πολύ αναμενόμενο άλμα ανάπτυξης κατά 6,1% του παγκόσμιου ΑΕΠ για το 2021, η πρόβλεψη για το 2022 περιορίζεται από το 4,4% στο 3,6% και για το 2023 από το 3,8% στο 3,6%. Συνολικά, τώρα πλέον εκτιμούν ότι τόσο η απασχόληση όσο και η παραγωγή, εκτός λίγων εξαιρέσεων, ούτε το 2026 δεν θα ξεπεράσει τα επίπεδα πριν την πανδημία (το 2019) που ας υπενθυμίσουμε ότι ήδη τότε είχαν εμφανιστεί τα πρώτα σημάδια της οικονομικής κρίσης. Μέσα σε αυτήν τη γενική τάση, οι BRICS βρίσκονται σε καλύτερη θέση (εκτός της Ρωσίας) σε σχέση με τους Δυτικούς ιμπεριαλιστές. Το ΑΕΠ της Κίνας γνώρισε μια αύξηση που περιορίστηκε στο 2,2% το 2020 και επανήλθε στο 8,1% μέσα στο 2021 ενώ προβλέπεται μια αύξηση κατά 4,4% το 2022 και 5,1% το 2023. Αντίστοιχα η Ινδία που το 2021 η αύξηση του ΑΕΠ της (8,9%) αντιστάθμισε με το παραπάνω την μείωση κατά 6,6% το 2020 και που το 2022 και 2023 προβλέπεται να αυξηθεί κατά 8,2% και 6,9%. Η ίδια τάση εμφανίζεται και σε όλες λίγο πολύ τις σημαντικές χώρες όπως Μαλαισία, Ινδονησία, Τουρκία, κ.α. εκτός από την Βραζιλία που τα ποσοστά αύξησης του ΑΕΠ της είναι και θα παραμείνουν πολύ πιο περιορισμένα. Μέσα στο στρατόπεδο των Δυτικών ιμπεριαλιστών, στην καλύτερη θέση βρίσκονται οι ΗΠΑ που γνώρισαν μια αύξηση του ΑΕΠ τους κατά 5,7% το 2021 (αυτή η αύξηση προβλέπεται να περιοριστεί στο 3,7% και 2,3% το 2022 και 2023 αντίστοιχα), και στην χειρότερη θέση οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες της Ευρώπης και η Ιαπωνία.   

Τα διαρθρωτικά προβλήματα του παγκόσμιου καπιταλισμού 

  1. Στις Δυτικές ιμπεριαλιστικές χώρες η ανάπτυξη του 2021 αλλά και του 2022 στηρίζεται κυρίως στην κατανάλωση (το αποτέλεσμα των γνωστών γιγαντιαίων ενισχύσεων από τις Κεντρικές Τράπεζες και τα κράτη) παρά στις επενδύσεις. Αυτό σημαίνει ότι η ανάπτυξη της διετίας 2021-2022 είναι εν πολλοίς τεχνητή και δεν σηματοδοτεί έναν νέο κύκλο ανάπτυξης.  
  1. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την εκτόξευση, σε παγκόσμιο επίπεδο και ιδιαίτερα στους Δυτικούς ιμπεριαλισμούς, του χρέους. Στις ΗΠΑ το δημόσιο χρέος εκτοξεύτηκε από 109% του ΑΕΠ το 2019 στο 134,2% το 2020 και παραμένει σε αυτό το επίπεδο. Στην Ευρωζώνη αντίστοιχα από το 83,5% στο 97,3% και διατηρείται σε αυτό το επίπεδο. Στην Ιαπωνία από το 236% στο 259% και συνεχίζει να αυξάνεται και το 2021 και 2022. Στις υπόλοιπες χώρες η αύξηση του χρέους (δημόσιου και ιδιωτικού) ήταν πιο περιορισμένη αλλά εξίσου υπαρκτή. 
  1. Η θηριώδης αύξηση των κρατικών ενισχύσεων και του χρέους αναμφίβολα τροφοδότησε τον πληθωρισμό που επανήλθε στα επίπεδα της δεκαετίας του 1970. Ωστόσο, και σε αντίθεση με τις διάφορες αστικές αναλύσεις, ο πληθωρισμός οφείλεται, και συνιστά, μια γιγαντιαία επίθεση, τόσο των βιομηχάνων όσων και των κερδοσκόπων, απέναντι στην εργατική τάξη για να αντισταθμιστούν οι οικονομικές απώλειες της πανδημίας (υπολογίζεται ότι ούτε το 10% των αυξήσεων δεν οφείλεται σε άνοδο μισθών ενώ το 55% οφείλεται καθαρά σε αύξηση των κερδών και το υπόλοιπο σε καθαρή κερδοσκοπία). Ο πόλεμος στην Ουκρανία επέτεινε ακόμη περισσότερο τον πληθωρισμό με την αύξηση ειδικά των τιμών των πρώτων υλών και της ενέργειας. 
  1. Όμως το φάρμακο για την αναγκαία αντιμετώπιση του πληθωρισμού (προτού αυτός δράσει αποδιοργανωτικά για την οικονομία), δηλαδή η αύξηση των επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες (που είναι ακόμη πολύ μικρή και δειλή), κινδυνεύει να πυροδοτήσει την κρίση, από δύο πλευρές: αφενός ήδη προκαλεί μια φυγή κεφαλαίων από όλες τις εξαρτημένες χώρες προς τους Δυτικούς ιμπεριαλισμούς και αυτό σημαίνει κατάρρευση αυτών των χωρών και αφετέρου μέσα στις ιμπεριαλιστικές οδηγεί σε απότομη μείωση της κατανάλωσης και στη συνακόλουθη χρεοκοπία μιας σειράς επιχειρήσεων 
  1. Το ξέσπασμα του πολέμου, της ενδοϊμπεριαλιστικής σύγκρουσης, επιταχύνει την διαίρεση και τον κατακερματισμό της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας σε δύο στρατόπεδα, που αν και δεν μπορεί να πάρει απόλυτη μορφή, το σίγουρο είναι ότι θα αποτελέσει την κινούμενη άμμο για τον καπιταλισμό. 

Η οικονομική κρίση και το εργατικό κίνημα 

Η εκτόξευση της τιμής των πρώτων υλών και της ενέργειας, η διόγκωση του χρέους καθώς και η φυγή των κεφαλαίων από τις μη ιμπεριαλιστικές χώρες, οδηγεί τις τελευταίες κυριολεκτικά στην κατάρρευση και στο ξέσπασμα εξεγέρσεων που μέχρι τώρα έχουμε δει μόνο σε περιορισμένο αριθμό χωρών (π.χ. Σρι Λάνκα). Αντίστοιχα στους Δυτικούς ιμπεριαλισμούς, θα οδηγήσει σε μια βαθιά κρίση και σίγουρα στην απότομη και πρωτοφανή μείωση του εργατικού εισοδήματος και στην εκτόξευση της ανεργίας, με άλλα λόγια σε εξεγέρσεις και σε αυτές τις χώρες, ανεξάρτητα από την ποιότητα της ηγεσίας. Η κρίση του καπιταλισμού προκαλεί ένα νέο κύμα εργατικών αγώνων, πιο γενικευμένο και πολύ πιο βαθύ απ’ ότι αυτό που γνωρίσαμε πριν την πανδημία.