Συζήτηση για την 4η Διεθνή Μέρος 1ο: Η Λενινιστική Στρατηγική Οικοδόμησης του Κόμματος και η Επικείμενη Οικολογική Καταστροφή (Μετάφραση απο socialist action)

Συζήτηση για την 4η Διεθνή Μέρος 1ο:

Η Λενινιστική Στρατηγική Οικοδόμησης του Κόμματος και η Επικείμενη Οικολογική Καταστροφή 

 

Μετάφραση απο socialist action:  https://socialistaction.org/2022/05/22/debate-in-the-fourth-international-2/

 

[Σημείωση του συντάκτη: Το παρακάτω κείμενο με τίτλο, «Ένα Μεταβατικό Πρόγραμμα Χωρίς Επαναστατικό Όργανο: Μια Απάντηση στην Απόφαση του 2022 της Γραμματείας της Τέταρτης Διεθνούς», εγκρίθηκε από την Εθνική Επιτροπή της Σοσιαλιστικής Δράσης για παρουσίαση στην ετήσια συνάντηση των αντιπροσώπων στην εκλεγμένη διεθνή ηγεσία της Τέταρτης Διεθνούς, το Φεβρουάριο. Παρόντες σε αυτήν την πενθήμερη διάσκεψη μέσω Zoom ήταν εκπρόσωποι περίπου 56 κομμάτων από όλο τον κόσμο. Η Σοσιαλιστική Δράση συμμετείχε μόνο με την ιδιότητα της αδελφής οργάνωσης λόγω της αντιδραστικής αμερικάνικης νομοθεσίας που της απαγορεύει τη συμμετοχή σε διεθνείς επαναστατικές οργανώσεις. Εκτός από το παρακάτω κείμενο, η Σοσιαλιστική Δράση, μια μικρή μειοψηφία στην Τέταρτη Διεθνή εδώ και για πολλά χρόνια, παρουσίασε δύο επιπρόσθετα ψηφίσματα σε αντιπαράθεση προς τα κείμενα που προετοίμασε η ηγεσία της πλειοψηφίας της 4ης Διεθνούς. Και τα τρία κείμενα υπέστησαν  συντριπτική ήττα, μια ακόμη ένδειξη για το ολοένα διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στην όλο και μεγαλύτερη εγκατάλειψη του ιστορικού τροτσκιστικού προγράμματος και της ιστορικής τροτσκιστικής πρακτικής της 4η Διεθνούς από την παρούσα ηγεσία της καθώς και την αφοσίωση της Σοσιαλιστικής Δράσης σε αυτά.] 

Το κείμενο της Γραμματείας της Διεθνούς με τίτλο «Ένα οικο-σοσιαλιστικό πρόγραμμα για μια δίκαιη απο-ανάπτυξη» υποτίθεται ότι είναι ένα «Μεταβατικό Πρόγραμμα» που στοχεύει στην κατάργηση του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας μελλοντικής σοσιαλιστικής κοινωνίας. 

 

Το κείμενο δηλώνει, «… μπροστά στην οικολογική κρίση, είναι ακόμη περισσότερο αντικειμενικά απαραίτητη μια αντικαπιταλιστική επανάσταση. Αυτή η βασική αντίληψη είναι που πρέπει να χρησιμεύσει ως υπόβαθρο για την εκπόνηση ενός προγράμματος, μιας στρατηγικής και μιας τακτικής, γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος». 

 

Το κείμενο συνεχίζει λέγοντας πως αυτό που χρειάζεται είναι «Ένα πρόγραμμα του οποίου οι απαιτήσεις να είναι εφικτές εντός του καπιταλιστικού πλαισίου, αλλά του οποίου η συνολική συνοχή να το καθιστά ασύμβατο με την κανονική λειτουργία του συστήματος, ώστε να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι είναι απαραίτητο να καταληφθεί η πολιτική εξουσία προκειμένου να φέρει επανάσταση στην κοινωνία από πάνω προς τα κάτω. Αυτή η προσέγγιση του Μεταβατικού Προγράμματος είναι πιο επίκαιρη από ποτέ».  

Όλα όμορφα και καλά! Ωστόσο λείπει κάτι θεμελιώδες. Η ιστορική μας αντίληψη για το Μεταβατικό Πρόγραμμα και τη μέθοδο που αποτελεί τη βάση του, στοχεύει στην οικοδόμηση ενός βαθιά ριζωμένου, μαζικού επαναστατικού σοσιαλιστικού κόμματος της εργατικής τάξης με κεντρικό στόχο να ηγηθεί του προλεταριακού αγώνα για την κρατική εξουσία και την οικοδόμηση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Το κείμενο της Γραμματείας σιωπά για αυτό το θεμελιώδες ζήτημα. Δηλώνει ότι «Μόνο μια παγκόσμια οικο-σοσιαλιστική επανάσταση θα μπορούσε να σταματήσει» τον επικείμενο «κατακλυσμό», αλλά αυτό «δεν είναι στην ημερήσια διάταξη».  

Η σιωπή της Γραμματείας δεν αποτελεί παράλειψη από απροσεξία, αλλά προκύπτει από το γεγονός ότι η οικοδόμηση λενινιστικών κομμάτων ως στρατηγικός στόχος της Διεθνούς σήμερα έχει απορριφθεί επίσημα και επανειλημμένα από μια σειρά κειμένων που εγκρίθηκαν στις συνεδριάσεις της τα τελευταία χρόνια. Η ανατροπή αυτής της απόρριψης της τροτσκιστικής/λενινιστικής μας κληρονομιάς βρίσκεται στο επίκεντρο αυτού του αντιψηφίσματος και των δύο σχετικών ψηφισμάτων που έχουμε υποβάλει στην επικείμενη συνεδρίαση του Φεβρουαρίου 2022. 

Αντιφατικές προοπτικές/αξιολογήσεις  

Το κείμενο της Γραμματείας επαναλαμβάνει την προηγούμενη απαισιόδοξη εκτίμηση για την πολιτική συγκυρία. «Το κεφάλαιο ενισχύει τον έλεγχό του παντού», επιμένει, «Τα συνδικάτα προσκολλώνται στην καπιταλιστική αναγέννηση σαν να ήταν σανίδα σωτηρίας, τα κοινωνικά κινήματα βρίσκονται σε άμυνα, τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα υποχωρούν, το πολιτικό πεδίο μετατοπίζεται προς τα δεξιά και τα ακροδεξιά στις περισσότερες χώρες…»  

Ωστόσο, το κείμενο αναφέρει στο μέρος ΙΙΙ που αφορά την «παγκόσμια γεωστρατηγική κατάσταση» ότι «Πρέπει να λάβουμε πλήρως υπόψη την επιτάχυνση της παγκόσμιας κρίσης που γέννησε ο καπιταλισμός, ένα θέμα που διαπερνά τα τρία υπό συζήτηση κείμενα».  

Μπορούμε μόνο να αναρωτηθούμε ποια από τις εκτιμήσεις της Γραμματείας επικρατεί, ότι «το κεφάλαιο ενισχύει τον έλεγχό του παντού» ή ότι υπάρχει «επιτάχυνση της παγκόσμιας κρίσης». Ανεξάρτητα από αυτό, η άποψη του Γραφείου για άρνηση σχηματισμού λενινιστικών κομμάτων παραμένει αμετάβλητη!  

Η άρνηση σε αυτό το βασικό ζήτημα βρίσκεται πίσω από την σημερινή πορεία που ακολουθεί η πλειοψηφία της Διεθνούς, δηλαδή, την εγκατάλειψη της οικοδόμησης των λενινιστικών κομμάτων που στοχεύουν στην οργάνωση της εργατικής τάξης για την κατάληψη της κρατικής εξουσίας, και η πρόκριση της οικοδόμησης «ευρέων κομμάτων» με ασαφή οριοθέτηση που τις περισσότερες φορές συμμετέχουν σε εκλογικές δραστηριότητες σε συμμαχία με ξεκάθαρα μεταρρυθμιστικές, δηλαδή φιλοκαπιταλιστικές δυνάμεις. Σε προηγούμενα κείμενα έχουμε περιγράψει λεπτομερώς αυτόν τον προσανατολισμό με μεταρρυθμιστικούς εκλογικούς σχηματισμούς που υποστηρίζονται από τη Διεθνή σε όλο τον κόσμο –Βραζιλία, Ιταλία, Γερμανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Δανία, Ελλάδα/ΣΥΡΙΖΑ, Ουρουγουάη κ.λπ. 

Επινοητικές ομάδες αγωνιστών ή επαναστατικά κόμματα;  

Το κείμενο ρωτά «Πώς εκπαιδεύουμε τους εργαζόμενους για να αντιμετωπίσουν την τρέλα παραγωγικότητας από την οποία εξαρτάται η καθημερινή τους ύπαρξη; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα. Η απάντηση μπορεί να έρθει μόνο από τους αγώνες και τη σύγκλιση των αγώνων. Πρέπει να εργαστούμε συστηματικά πάνω σε αυτό, πράγμα το οποίο συνεπάγεται τη δημιουργία επινοητικών μαχητικών ομάδων στα διάφορα κοινωνικά κινήματα, ικανών να ανταλλάσσουν και να συσσωρεύουν εμπειρία, γνώση και τεχνογνωσία».  

Και πάλι, «μαχητικές ομάδες» όχι επαναστατικά κόμματα!  

Και ποιος πρέπει να ηγηθεί αυτών των «ομάδων»; Το κείμενο της Γραμματείας είναι σαφές. «Χρειαζόμαστε ένα οικο-σοσιαλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα για μια δίκαιη απο-ανάπτυξη που να καταργεί την εκμετάλλευση και την καταπίεση. Οι πιθανότητες επιτυχίας θα εξαρτηθούν από την ασυμβίβαστη ριζοσπαστικότητα των αγώνων εκείνων που βρίσκονται πρακτικά στην πρώτη γραμμή του οικο-σοσιαλιστικού αγώνα σήμερα: της νεολαίας, των γηγενών πληθυσμών, των αγροτών και των γυναικών».  

Η εργατική τάξη ως επαναστατικό υποκείμενο  

Τι γίνεται με την εργατική τάξη; Εδώ το κείμενο της Γραμματείας ξεφεύγει από την υποτιθέμενη μεταβατική του μέθοδο που στοχεύει στην κινητοποίηση της πλατιάς εργατικής τάξης και αντ’ αυτού εκτιμά ότι οι μελλοντικοί αγώνες θα καθοδηγούνται από δυνάμεις ασαφώς οριοθετημένες, δηλαδή «τη νεολαία, τους ιθαγενείς λαούς, τους αγρότες και τις γυναίκες». Και πάλι, η σχέση αυτών των δυνάμεων με την οικοδόμηση των λενινιστικών κομμάτων απουσιάζει.  

Κατά Τραγικό τρόπο, το σημερινό κίνημα για την κλιματική αλλαγή κυριαρχείται σε μεγάλο βαθμό από μη κυβερνητικές οργανώσεις που χρηματοδοτούνται από εταιρείες, και τις περισσότερες φορές στερούνται εργατικού χαρακτήρα. 

Το φιάσκο της Γλασκώβης και οι ρεφορμιστικές ΜΚΟ 

Το φιάσκο της COP26 (Διάσκεψης για την Κλιματική Αλλαγή) της Γλασκώβης, η οποία χαρακτηρίστηκε ως η «πιο περιεκτική» όλων των εποχών, ελεγχόταν αποκλειστικά από τις μονοπωλιακές ελίτ των εταιρειών και τους κυβερνητικούς εκπροσώπους τους, ενώ οι λεγόμενες ΜΚΟ της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίες είχαν λάβει την υπόσχεση ότι θα συμμετείχαν στις «διαπραγματεύσεις», υποβιβάστηκαν σε λίγους εκλεκτούς στους οποίους χορηγήθηκαν εισιτήρια της τελευταίας στιγμής για να «συμμετάσχουν» ως ανίσχυροι «παρατηρητές- φύλακες». Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; 

Ο Tasneem Essop, εκτελεστικός διευθυντής του Climate Action Network (CAN) δήλωσε, τουλάχιστον αφελώς εκείνη την στιγμή, πως «Οι φωνές της κοινωνίας των πολιτών είναι κρίσιμες για το αποτέλεσμα του COP, αλλά δεν μπορέσαμε να κάνουμε τη δουλειά μας. Εάν η συμμετοχή και η συμπερίληψη είναι το μέτρο νομιμότητας, τότε βρισκόμαστε σε πολύ επισφαλές έδαφος». Η CAN αντιπροσωπεύει περισσότερους από 1.500 οργανισμούς σε περισσότερες από 130 χώρες. Είναι μία από τις δύο περιβαλλοντικές «εκλογικές περιφέρειες» –χαλαρά δίκτυα ΜΚΟ συμπεριλαμβανομένων ομάδων νέων, συνδικαλιστικών οργανώσεων, γηγενών πληθυσμών, επιχειρήσεων, γεωργίας και φύλου– που αναγνωρίζονται από τον ΟΗΕ. Οι ηγέτες της επιδιώκουν την «εκπροσώπηση» και την «συμπερίληψη» μαζί με την παγκόσμια ελίτ για να αποφασίζουν για θέματα παγκόσμιας σημασίας! 

Οποιαδήποτε αντίληψη ότι το Μεταβατικό Πρόγραμμα της Γραμματείας, όσο εξαιρετικό κι αν είναι ως προς τα αιτήματά του και την επικέντρωση στην εργατική απο-ανάπτυξη, θα βρει κοινό έδαφος με αυτές τις μικροαστικές ΜΚΟ, όπου κυριαρχούν τα στελέχη, και οι οποίες χρηματοδοτούνται από εταιρείες, είναι καθαρή φαντασία. 

 

Αυτό δεν σημαίνει ότι έπρεπε να αρνηθούμε την υποστήριξη και τη συμμετοχή στη μαζική κινητοποίηση της Γλασκώβης, όπου συμμετείχαν περίπου 100.000 άνθρωποι, κυρίως νέοι, για να μην αναφέρουμε τα εκατομμύρια που κινητοποιήθηκαν σε όλο τον κόσμο αμέσως πριν από την προηγούμενη διάσκεψη, την COP25 στο Παρίσι –υπήρχαν 400.000 στη Νέα Υόρκη για να διαμαρτυρηθούν για την COP25. Απλώς επισημαίνουμε ότι ο στόχος μας είναι η οικοδόμηση μαζικών ανεξάρτητων κινημάτων με βάση την εργατική τάξη και, πάλι, η ταυτόχρονη οικοδόμηση λενινιστικών κομμάτων. Στις ΗΠΑ, των κινητοποιήσεων για την COP25 ηγήθηκαν ΜΚΟ που πρόβαλλαν σχεδόν αποκλειστικά ομιλητές του Δημοκρατικού Κόμματος. 

Χτίζοντας ένα ανεξάρτητο κίνημα 

Κατά τη διάρκεια της περιόδου του πολέμου του Βιετνάμ και για δεκαετίες μετά, όταν τα τμήματα της Διεθνούς έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στις κυρίως νεανικές κινητοποιήσεις–αντιπολεμικές, για κοινωνική δικαιοσύνη, αντιρατσιστικές– τα βασικά αιτήματά μας στόχευαν στην προώθηση ανεξάρτητων κινητοποιήσεων με προσανατολισμό την εργατική τάξη. Όσον αφορά τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους των ΗΠΑ απαιτούσαμε, «Έξω οι Η.Π.Α. τώρα!». Κατά τη διάρκεια αυτής της μαζικής δουλειάς, τα τμήματα της Διεθνούς ταυτόχρονα οικοδόμησαν και ανοικοδόμησαν τα κόμματά τους με βάση το λενινιστικό μοντέλο και προσέλκυσαν τους καλύτερους αγωνιστές, συμπεριλαμβανομένων των νέων της εργατικής τάξης που συνέχισαν και διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις συνδικαλιστικές εξεγέρσεις εκείνης της περιόδου. 

Ο κρίσιμος ρόλος της νεολαίας 

Η σημερινή νεολαία βρίσκεται αναμφίβολα στην πρώτη γραμμή των συνεχιζόμενων κινητοποιήσεων για το κλίμα. Στη Γλασκώβη, ήταν κάτι παραπάνω από δεκτικοί στα ριζοσπαστικά σχόλια της νεαρής Σουηδής ακτιβίστριας για το κλίμα Γκρέτα Τούνμπεργκ, η οποία μίλησε στη συγκέντρωση της απεργίας των μαθητών κατά τη διάρκεια μιας πορείας για τις «Παρασκευές για το Μέλλον», όπου 10.000 ατόμων συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της πόλης της Γλασκώβης: Η Τούνμπεργκ είπε, «Δεν χρειαζόμαστε άλλες μακροπρόθεσμες, μη δεσμευτικές εγγυήσεις. Δεν χρειαζόμαστε άλλες κενές υποσχέσεις. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πιστεύουν προφανώς ότι ο κόσμος μας μπορεί να αντέξει έναν κόσμο θερμότερο κατά 2,7°C ή 3°C. Και όμως, αυτό είναι το μόνο που μας δίνουν και όχι, δεν είναι ακραίο να το πούμε. Είναι σκέτη τρέλα». 

Η Τούνμπεργκ είπε λίγο μετά στον βρετανικό Guardian: «Η επιστήμη δεν λέει ψέματα. Αν θέλουμε να παραμείνουμε κάτω από τους στόχους που τέθηκαν στη συμφωνία του Παρισιού του 2015 –και έτσι να ελαχιστοποιήσουμε τους κινδύνους πρόκλησης μη αναστρέψιμων αλυσιδωτών αντιδράσεων πέρα ​​από τον ανθρώπινο έλεγχο– χρειαζόμαστε άμεσες, δραστικές, ετήσιες μειώσεις εκπομπών, τέτοιες που ο κόσμος δεν έχει ξαναδεί. Και εφόσον δεν έχουμε τις τεχνολογικές λύσεις που αρκούσαν για να κάνουν κάτι κοντά σε αυτό στο άμεσο μέλλον, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε θεμελιώδεις αλλαγές στην κοινωνία μας». 

Το ότι οι δράσεις της Γλασκώβης επιδοκιμάστηκαν από σημαντικά συνδικάτα του Ηνωμένου Βασιλείου όπως το UNITE ήταν ένα μικρό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Αλλά σήμερα, προς το παρόν, παραμένει η απόσταση ανάμεσα στην κυρίως συμβολική στήριξη και το είδος των μαζικών ενεργειών της εργατικής τάξης που απαιτούνται για να αλλάξει ριζικά ο χαρακτήρας του αγώνα για την ίδια την ύπαρξη της ανθρωπότητας. 

Γι αυτό, φυσικά, σίγουρα δεν φταίει η Γραμματεία, αλλά να επαναλάβουμε απλά ότι ισχύει όσο ποτέ η ιστορική θέση της Διεθνούς ότι το μέλλον για το οποίο αγωνιζόμαστε βασίζεται στην ικανότητά μας να οικοδομούμε μαζικά βαθιά ριζωμένα λενινιστικά κόμματα της εργατικής τάξης με στόχο την κατάργηση του καπιταλισμού. Η σημερινή απόρριψη αυτής της αντίληψης από τη Διεθνή δεν μπορεί παρά να μας καταστήσει ανίσχυρους όταν η σημερινή τεράστια καπιταλιστική επίθεση σε κάθε πτυχή της ζωής της εργατικής τάξης, βγάζει στους δρόμους πρωτοφανείς αριθμούς ανθρώπων που απαιτούν θεμελιώδεις αλλαγές. Το χάσμα μεταξύ του τότε και του τώρα μειώνεται. 

Το ότι το κείμενο της Γραμματείας παρουσιάζει λογικό αριθμό απόψεων για την αποανάπτυξη, που επικεντρώνονται κυρίως στο να υποχρεωθούν οι πλούσιοι και οι υπερπλούσιοι να πληρώνουν και, ταυτόχρονα, να διασφαλιστεί ότι η ευρεία εργατική τάξη και οι φτωχοί του κόσμου δεν θα πληρώσουν, είναι προς τιμή των συντρόφων που ετοίμασαν το κείμενο. Ωστόσο, το κείμενο είναι, στην ουσία του, ελαττωματικό. Δεν μπορεί να υπάρξει Μεταβατικό Πρόγραμμα για τη σοσιαλιστική επανάσταση που να μην στοχεύει στην οικοδόμηση μαζικών λενινιστικών κομμάτων. 

Οι απόψεις που υιοθετήθηκαν από τη Διεθνή για αυτό το θεμελιώδες ζήτημα του μαρξισμού υποβιβάζουν το κείμενό της σε κάτι λίγο καλύτερο από μια ακαδημαϊκή εργασία. 

Επιστημονικές προθεσμίες μέχρι την ημέρα της καταστροφής 

Η θερμοκρασία του κόσμου έχει ανεβεί κατά τουλάχιστον 1,1°C με αποτέλεσμα οι καταστροφικές φονικές πυρκαγιές, οι τυφώνες, οι πλημμύρες και τα φονικά κύματα καύσωνα να έχουν γίνει ο νέος κανόνας. Παρά τους στόχους της COP25 στο Παρίσι, οι πλούσιοι κυβερνώντες επιστάτησαν στην αξιοσημείωτη αύξηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ορισμένοι επιστήμονες λένε ότι οι τρέχουσες εκπομπές, οι οποίες εξακολουθούν να αυξάνονται, πρέπει να μειωθούν στο μισό αυτή τη δεκαετία και όχι αργότερα. Αυτή ήταν η θέση του Τζόζεφ Μπάιντεν στην COP26. Η συντριπτική πλειοψηφία, ωστόσο, δήλωσε ότι όλες οι εκπομπές πρέπει να τερματιστούν έως το 2030. Και όμως, ουτε μία πρόταση στην COP26 δεν βασίστηκε σε κάποια συγκεκριμένη δέσμευση ή σχέδιο για την επίτευξη οποιουδήποτε από αυτούς τους στόχους. Αντίθετα, τα εθνικά σχέδια εκπομπών των χωρών που εκπονήθηκαν κατά τη διάρκεια της διάσκεψης προέβλεπαν ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα αυξηθούν κατά 13,7% έως το 2030, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. 

Απομυθοποίηση της ψευδο-επιστήμης 

Ο Άλαν Θόρνετ, ακτιβιστής/θεωρητικός για το κλίμα του τμήματος της Διεθνούς στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχει παρουσιάσει, στη διάρκεια των χρόνων, μερικά εντυπωσιακά στοιχεία σχετικά με το βάθος της κλιματικής κρίσης σήμερα. Έγραψε μετά το COP26: 

«Αυτή τη στιγμή οδεύουμε προς μια αύξηση 2,7°C μέχρι το τέλος του αιώνα –κάτι που θα ήταν καταστροφικό– και αυτό μόνο εάν οι χώρες τηρήσουν όλες τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν στο Παρίσι». 

«Το πρόβλημα στη Γλασκώβη» συνέχισε ο Θόρνετ, «δεν είναι μόνο το αν θα επιτευχθεί μια συμφωνία ή ακόμα και αν θα εφαρμοστεί, είναι ότι ο στόχος που έχει τεθεί από τις ελίτ –«μείωση 50% στις εκπομπές άνθρακα έως το 2030 και μετά “καθαρό” μηδέν μέχρι το 2050»– ήταν εντελώς ανεπαρκής πριν από την έναρξη του συνεδρίου.  

Και επιπλέον, είπε ο Θόρνετ «Το όριο του 1,5°C ήταν μια σημαντική ανακάλυψη της τελευταίας στιγμής στη Διάσκεψη του Παρισιού το 2015 και συμφωνήθηκε μόνο ως φιλοδοξία και όχι ως πολιτική. Δύο χρόνια αργότερα (τον Οκτώβριο του 2018) υιοθετήθηκε επίσημα σε μια Ειδική Έκθεση για την Υπερθέρμανση του Πλανήτη που δημοσιεύτηκε από την IPCC (Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή). Η Έκθεση κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το όριο των 1,5°C ήταν απολύτως δυνατό σύμφωνα με τους νόμους της χημείας και της φυσικής, αλλά θα απαιτούσε μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια σε όλες τις πλευρές της κοινωνίας για να εφαρμοστεί. Η IPCC προειδοποιούσε επίσης ότι έχουμε μόλις 12 χρόνια για να κάνουμε κάτι γι’ αυτό, καθώς ήταν πιθανό να φτάσουμε σε μια αύξηση 1,5°C μόλις το 2030».  

Οι επιτακτικές προειδοποιήσεις του Θόρνετ πριν από περισσότερο από ένα χρόνο για την επικείμενη καταστροφή δεν έκαναν καμία αναφορά στην αποανάπτυξη. Βασίστηκαν, ωστόσο, σε επιστημονικές εκτιμήσεις ότι σε μια ορθολογική κοινωνία τα θανατηφόρα όρια θερμοκρασίας θα μπορούσαν να αποφευχθούν με τις σημερινές τεχνολογίες. Οι μεταβατικές απόψεις της Γραμματείας για τη ζήτηση έχουν το μεγάλο και πρόσθετο πλεονέκτημα ότι αναδεικνύουν τον χαρακτήρα έκτακτης ανάγκης της εποχής μας και ότι στοχεύουν να διαβεβαιώσουν τους εργαζόμενους ότι οι λύσεις του κινήματος για το κλίμα δεν θα εφαρμοστούν σε βάρος τους. Αλλά ξανά, ξανά, και ξανά, έχουν πάρει διαζύγιο από οποιαδήποτε αντίληψη οικοδόμησης κομμάτων, υποβιβάζοντας έτσι την απήχησή τους στο κοινωνικό περιβάλλον «ευρέων» μεταρρυθμιστικών κομμάτων στα οποία η πλειοψηφία της Διεθνούς στοχεύει να εισέλθει, να υπαχθεί και να οικοδομήσει για να αποκτήσει «επιρροή», κυρίως στην καπιταλιστική εκλογική αρένα.  

Η πρόκληση μπροστά μας 

Σήμερα αυξάνεται η οργή και η όλο και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση εκατομμυρίων και δισεκατομμυρίων εργαζομένων και των συμμάχων τους ότι το ληστρικό καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντά τους. Οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν τεράστια λιτότητα που επιβάλλεται από τον καπιταλισμό, αδυσώπητη ανεργία, άθλια στέγαση, αυξανόμενες εξώσεις, ατελείωτους πολέμους, συστημικό ρατσισμό, σεξισμό και καταπίεση των ΛΟΑΤΚΙ, φρικτές πανδημίες, αποκρουστική καπιταλιστική απληστία και κερδοσκοπία και φανερές και άμεσες κλιματικές απειλές για τη ζωή τους και τη ζωή των παιδιών τους. 

Τα καθήκοντα που έχουν μπροστά τους οι επαναστάτες περιλαμβάνουν την ανοικοδόμηση και τον μαζικό εκδημοκρατισμό ενός μαχητικού συνδικαλιστικού κινήματος και όλων των οργανώσεων κοινωνικής δικαιοσύνης σε συμμαχία με τους καταπιεσμένους ανθρώπους παντού. Θα χρειαστεί τη σφυρηλάτηση μιας νέας ηγεσίας με στόχο την άσκηση της εργατικής εξουσίας στους δρόμους, στο χώρο της παραγωγής και στον πολιτικό στίβο – με στόχο την αμφισβήτηση της ίδιας της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Η επιστροφή της Διεθνούς στη στρατηγική της οικοδόμησης του λενινιστικού κόμματος ορθώνεται μπροστά μας πιο αναγκαία από ποτέ άλλοτε.