Επέτειος δολοφονίας των Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ – Ο Λέον Τρότσκι για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ

Ο Λέον Τρότσκι για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ

 

Στις 15 προς 16 Ιανουαρίου 1919, τα αντεπαναστατικά στρατεύματα της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας στο Βερολίνο, αφού είχαν πνίξει την εργατική επανάσταση, δολοφονούσαν τους μεγάλους επαναστάτες μαρξιστές Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ. Με την αφορμή της επετείου, παραθέτουμε δύο κείμενα του Λέον Τρότσκι.

 

 

Κάτω τα χέρια από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ!

 

28 Ιουνίου 1932

Πρώτη έκδοση: The Militant, Νέα Υόρκη, 6 & 13 Αυγούστου 1932

 

Το άρθρο του Στάλιν Κάποια ζητήματα σχετικά με την ιστορία του Μπολσεβικισμού έφτασε στα χέρια μου με μεγάλη καθυστέρηση. Αφού το παρέλαβα, για πολύ καιρό δεν μπορούσα να αναγκάσω τον εαυτό μου να το διαβάσει, καθώς τέτοιου είδους γραφή σου κάθεται στο λαιμό σαν πριονίδι ή γουρουνότριχες. Αλλά και πάλι, όταν τελικά το διάβασα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει αυτή την παράσταση, ακόμη και μόνο επειδή περιέχει μια ποταπή και ξεδιάντροπη συκοφαντία για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Αυτή η σπουδαία επαναστάτρια κατατάσσεται από τον Στάλιν στο στρατόπεδο του κεντρισμού! Αποδεικνύει –δεν αποδεικνύει δηλαδή, ισχυρίζεται– ότι ο Μπολσεβικισμός από τη μέρα της σύλληψής του κράτησε τη γραμμή της διάσπασης με το κέντρο του Κάουτσκι, ενώ η Ρόζα Λούξεμπουργκ την ίδια περίοδο στήριξε τον Κάουτσκι από τα αριστερά. Παραθέτω με τα δικά του λόγια: «… πολύ πριν τον πόλεμο, περίπου από το 1903-1904, όταν διαμορφώθηκε η μπολσεβίκικη ομάδα στη Ρωσία και η αριστερά στη γερμανική σοσιαλδημοκρατία ύψωσε πρώτη φορά τη φωνή της, ο Λένιν ακολούθησε μια γραμμή προς τη ρήξη, προς μια διάσπαση με τους οπορτουνιστές και εδώ, στο Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα, και εκεί, στη 2η Διεθνή, ιδιαιτέρως στο Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα.» Το ότι αυτό, παρόλα αυτά, δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί οφειλόταν εξ’ ολοκλήρου στο γεγονός ότι «οι Αριστεροί Σοσιαλδημοκράτες στη 2η Διεθνή, και πάνω απ’ όλα στο Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, ήταν μια αδύναμη και ανίσχυρη ομάδα… και φοβισμένοι ακόμα και να προφέρουν τη λέξη ‘ρήξη’, ‘διάσπαση’.»

Για να διατυπώσει κανείς έναν τέτοιο ισχυρισμό, πρέπει να έχει απόλυτη άγνοια της ιστορίας του ίδιου του κόμματός του, και πρώτα απ’ όλα της ιδεολογικής πορείας του Λένιν. Δεν υπάρχει ούτε μια λέξη αλήθειας στο σημείο εκκίνησης του Στάλιν. Το 1903–04, ο Λένιν ήταν πράγματι ένας ασυμβίβαστος εχθρός του οπορτουνισμού στη γερμανική σοσιαλδημοκρατία. Θεωρούσε όμως ως οπορτουνισμό μόνο τη ρεβιζιονιστική τάση που καθοδηγούταν θεωρητικά από τον Μπέρνσταϊν.

Ο Κάουτσκι εκείνη την εποχή βρέθηκε να πολεμά ενάντια στον Μπέρνσταϊν. Ο Λένιν θεωρούσε τον Κάουτσκι δάσκαλό του και το τόνιζε αυτό όπου μπορούσε. Στο έργο του Λένιν εκείνης της περιόδου και για αρκετά χρόνια μετά, δεν βρίσκει κανείς ούτε ένα ίχνος κριτικής καταρχήν στραμμένο ενάντια στην τάση Μπέμπελ-Κάουτσκι. Αντιθέτως, βρίσκει κανείς μια σειρά από διακηρύξεις στο πλαίσιο του ότι ο μπολσεβικισμός δεν είναι κάποιου είδους ανεξάρτητη τάση, αλλά είναι απλώς μια μετάφραση στη γλώσσα των ρωσικών συνθηκών της τάσης του Μπέμπελ-Κάουτσκι. Να τι έγραψε ο Λένιν στη διάσημη μπροσούρα του Δύο Τακτικές, στα μέσα του 1905: «Πότε και πού ονόμασα ποτέ τον επαναστατισμό του Μπέμπελ και του Κάουτσκι ‘οπορτουνισμό’; … Πότε και πού ήρθαν στο φως διαφορές ανάμεσα σε εμένα, αφενός, και στους Μπέμπελ και Κάουτσκι από την άλλη; … Η πλήρης ομοφωνία της διεθνούς επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας σε όλα τα βασικά ζητήματα προγράμματος και τακτικής είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός». Τα λόγια του Λένιν είναι τόσο ξεκάθαρα, ακριβή και κατηγορηματικά που εξαντλούν πλήρως το ερώτημα.

Ενάμιση χρόνο αργότερα, στις 7 Δεκεμβρίου 1906, ο Λένιν έγραψε στο άρθρο Η κρίση του μενσεβικισμού: «… από την αρχή δηλώσαμε (βλ. Ένα Βήμα Μπροστά, Δύο Βήματα Πίσω): Δεν δημιουργούμε μια ειδική ‘μπολσεβίκικη’ τάση· πάντα και παντού υποστηρίζουμε απλώς την άποψη της επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας. Και μέχρι την ώρα της κοινωνικής επανάστασης θα υπάρχει αναπόφευκτα μια οπορτουνιστική πτέρυγα και μια επαναστατική πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας.»

Μιλώντας για τον μενσεβικισμό ως την οπορτουνιστική πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας, ο Λένιν συνέκρινε τους μενσεβίκους όχι με τον καουτσκισμό αλλά με τον ρεβιζιονισμό. Επιπλέον, έβλεπε τον μπολσεβικισμό ως τη ρωσική μορφή του καουτσκισμού, που στα μάτια του ήταν ταυτόσημη εκείνη την περίοδο με τον μαρξισμό. Το απόσπασμα που μόλις παραθέσαμε δείχνει, παρεμπιπτόντως, ότι ο Λένιν δεν τάχθηκε καθόλου υπέρ της διάσπασης με τους οπορτουνιστές· όχι μόνο παραδέχτηκε, αλλά θεωρούσε και «αναπόφευκτη» την ύπαρξη των ρεβιζιονιστών στη σοσιαλδημοκρατία μέχρι την στιγμή της κοινωνικής επανάστασης.

Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 20 Δεκεμβρίου 1906, ο Λένιν χαιρέτησε με ενθουσιασμό την απάντηση του Κάουτσκι στο ερωτηματολόγιο του Πλεχάνοφ για τον χαρακτήρα της ρωσικής επανάστασης: «Επιβεβαίωσε πλήρως τον ισχυρισμό μας ότι υπερασπιζόμαστε τη θέση της επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας ενάντια στον οπορτουνισμό και δεν δημιουργούμε καμία ‘ιδιόμορφη’ μπολσεβίκικη τάση …» (κείμενο «Το προλεταριάτο και ο σύμμαχός του στη ρωσική επανάσταση»).

Μέσα σε αυτά τα όρια, πιστεύω, το ερώτημα είναι απολύτως σαφές. Σύμφωνα με τον Στάλιν, ο Λένιν, ήδη από το 1903, είχε ζητήσει διάσπαση στη Γερμανία με τους οπορτουνιστές, όχι μόνο της δεξιάς (Μπέρνσταϊν) αλλά και της αριστεράς (Κάουτσκι). Ενώ τον Δεκέμβριο του 1906, ο Λένιν, όπως βλέπουμε, διευκρίνιζε περήφανα στον Πλεχάνοφ και τους μενσεβίκους ότι η τάση του Κάουτσκι στη Γερμανία και η τάση του μπολσεβικισμού στη Ρωσία ήταν ταυτόσημες. Αυτό είναι το πρώτο μέρος της εκδρομής του Στάλιν στην ιδεολογική ιστορία του μπολσεβικισμού. Η σχολαστικότητα του ερευνητή μας και οι γνώσεις του βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο!

Αμέσως μετά τον ισχυρισμό του σχετικά με το 1903–1904, ο Στάλιν κάνει ένα άλμα στο 1916 και αναφέρεται στην έντονη κριτική του Λένιν για την Μπροσούρα του Γιούνιους, δηλαδή της Ρόζα Λούξεμπουργκ για τον πόλεμο. Βεβαίως, εκείνη την περίοδο ο Λένιν είχε ήδη κηρύξει τον πόλεμο μέχρι τέλους ενάντια στον καουτσκισμό, έχοντας βγάλει από την κριτική του όλα τα απαραίτητα οργανωτικά συμπεράσματα. Δεν πρέπει να αμφισβητηθεί ότι η Ρόζα Λούξεμπουργκ δεν έθεσε το ζήτημα της πάλης ενάντια στον κεντρισμό με την απαιτούμενη πληρότητα – σε αυτό η θέση του Λένιν ήταν εντελώς ανώτερη. Αλλά μεταξύ του Οκτώβρη του 1916, όταν ο Λένιν έγραψε για την Μπροσούρα του Γιούνιους, και του 1903, στην πρώτη σύλληψη του μπολσεβικισμού, υπάρχει μια παρέλευση δεκατριών ετών· κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους αυτής της περιόδου, η Ρόζα Λούξεμπουργκ βρέθηκε σε αντίθεση με την Κεντρική Επιτροπή των Κάουτσκι και Μπέμπελ και ο αγώνας της ενάντια στον επίσημο, παιδαγωγικό και σάπιο «ριζοσπαστισμό» του Κάουτσκι έπαιρνε έναν ολοένα και πιο οξύ χαρακτήρα.

Ο Λένιν δεν συμμετείχε σε αυτόν τον αγώνα και δεν υποστήριξε τη Ρόζα Λούξεμπουργκ μέχρι το 1914. Απορροφημένος με πάθος στις ρωσικές υποθέσεις, διατήρησε ακραία επιφυλακτικότητα στα διεθνή θέματα. Στα μάτια του Λένιν, ο Μπέμπελ και ο Κάουτσκι στέκονταν αμέτρητα ψηλότερα ως επαναστάτες από ό,τι στα μάτια της Ρόζα Λούξεμπουργκ, η οποία τους παρατηρούσε από πιο κοντινή απόσταση, στη δράση, η οποία ήταν πολύ πιο άμεσα εκτεθειμένη στην ατμόσφαιρα της γερμανικής πολιτικής.

Η συνθηκολόγηση της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας στις 4 Αυγούστου 1914 ήταν εντελώς απροσδόκητη για τον Λένιν. Είναι γνωστό ότι το φύλλο της Vorwärts με την πατριωτική διακήρυξη της σοσιαλδημοκρατικής φράξιας θεωρήθηκε από τον Λένιν ως πλαστογραφημένο από το γερμανικό γενικό επιτελείο. Μόνο αφού πείστηκε απόλυτα για την απαίσια αλήθεια, υπέβαλε σε αναθεώρηση την αξιολόγησή του για τις βασικές τάσεις της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, και κάνοντάς το την έφερε εις πέρας με λενινιστικό τρόπο, δηλαδή την τελείωσε μια για πάντα.

Στις 27 Οκτωβρίου 1914, ο Λένιν έγραψε στον Σλιάπνικοφ: «Μισώ και περιφρονώ τον Κάουτσκι τώρα περισσότερο από οποιονδήποτε, με την ποταπή, βρώμικη, αυτάρεσκη υποκρισία του… Η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε δίκιο όταν έγραψε, πριν από πολύ καιρό, ότι ο Κάουτσκι έχει την ‘υποτακτικότητα του θεωρητικού’ – δουλοπρέπεια, σε πιο απλή γλώσσα, δουλοπρέπεια προς την πλειοψηφία του κόμματος, στον οπορτουνισμό» (υπογράμμιση δική μου).

Αν δεν υπήρχαν άλλα έγγραφα –και υπάρχουν εκατοντάδες– αυτές οι λίγες γραμμές θα μπορούσαν αλάθητα να ξεκαθαρίσουν την ιστορία του ζητήματος. Ο Λένιν έκρινε απαραίτητο στα τέλη του 1914 να ενημερώσει έναν από τους πιο κοντινούς του τότε συναδέλφους ότι «τώρα», την παρούσα στιγμή, σήμερα, σε αντίθεση με το παρελθόν, «μισεί και περιφρονεί» τον Κάουτσκι. Η αιχμή της φράσης είναι αναμφισβήτητη: ένδειξη του βαθμού στον οποίο ο Κάουτσκι πρόδωσε τις ελπίδες και τις προσδοκίες του Λένιν. Εξίσου ζωηρή είναι και η δεύτερη φράση, «η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε δίκιο όταν έγραψε, πριν από πολύ καιρό, ότι ο Κάουτσκι έχει την ‘υποτακτικότητα ενός θεωρητικού’». Ο Λένιν σπεύδει εδώ να αναγνωρίσει αυτή την «αλήθεια» που δεν έβλεπε στο παρελθόν, ή που, τουλάχιστον, δεν αναγνώριζε πλήρως στη Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Τέτοια είναι τα κύρια χρονολογικά ορόσημα των ερωτήσεων, που αποτελούν ταυτόχρονα και σημαντικά ορόσημα της πολιτικής βιογραφίας του Λένιν. Το γεγονός είναι αδιαμφισβήτητα ότι η ιδεολογική του τροχιά αντιπροσωπεύεται από μια διαρκώς ανερχόμενη καμπύλη. Αλλά αυτό σημαίνει απλά ότι ο Λένιν δεν γεννήθηκε ως Λένιν πλήρης, όπως απεικονίζεται από γλυκανάλατες αδέξιες περιγραφές μιας «θεότητας», αλλά ότι διαμόρφωσε τον εαυτό του στον Λένιν. Ο Λένιν επέκτεινε πάντα τους ορίζοντές του, μάθαινε από άλλους και καθημερινά τραβούσε τον εαυτό του σε ένα υψηλότερο επίπεδο από το χθεσινό δικό του. Σε αυτή την επιμονή, σε αυτήν την πεισματική επίλυση μιας συνεχούς πνευματικής ανάπτυξης πάνω στον εαυτό του, το ηρωικό πνεύμα του βρήκε την έκφρασή του. Αν ο Λένιν το 1903 είχε καταλάβει και διατυπώσει όλα όσα απαιτούνταν για τους επόμενους καιρούς, τότε το υπόλοιπο της ζωής του θα συνίστατο μόνο σε επαναλήψεις. Στην πραγματικότητα αυτό δεν ίσχυε καθόλου. Ο Στάλιν απλώς σφραγίζει το σταλινικό αποτύπωμα στον Λένιν και τον μετατρέπει σε μια μικρή παραλλαγή ορισμένων μετρημένων γνωμικών.

Στον αγώνα της Ρόζα Λούξεμπουργκ ενάντια στον Κάουτσκι, ειδικά το 1910-1914, σημαντική θέση κατέλαβαν τα ζητήματα του πολέμου, του μιλιταρισμού και του πασιφισμού. Ο Κάουτσκι υπερασπίστηκε το ρεφορμιστικό πρόγραμμα: περιορισμοί των εξοπλισμών, διεθνές δικαστήριο κ.λπ. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ πολέμησε αποφασιστικά ενάντια σε αυτό το πρόγραμμα ως απατηλό. Ως προς αυτό το ζήτημα ο Λένιν είχε κάποιες αμφιβολίες, αλλά κάποια στιγμή στάθηκε πιο κοντά στον Κάουτσκι παρά στη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Από συνομιλίες εκείνης της εποχής με τον Λένιν, θυμάμαι ότι το ακόλουθο επιχείρημα του Κάουτσκι του έκανε μεγάλη εντύπωση: όπως στα εσωτερικά ζητήματα, οι μεταρρυθμίσεις είναι προϊόντα της επαναστατικής ταξικής πάλης, έτσι και στις διεθνείς σχέσεις είναι δυνατό να παλέψεις και να κερδίσεις ορισμένες εγγυήσεις («μεταρρυθμίσεις») μέσω της διεθνούς ταξικής πάλης. Ο Λένιν θεώρησε ότι ήταν απολύτως δυνατό να υποστηρίξει αυτή τη θέση του Κάουτσκι, υπό την προϋπόθεση ότι εκείνος, μετά την πολεμική με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, θα στραφεί στους δεξιούς (Νόσκε και Σια). Δεν αναλαμβάνω τώρα να πω από μνήμης σε ποιο βαθμό αυτός ο κύκλος ιδεών βρήκε την έκφραση του στα άρθρα του Λένιν· το ερώτημα θα απαιτούσε μια ιδιαίτερα προσεκτική ανάλυση. Ούτε μπορώ να επιβεβαιώσω από μνήμης πόσο γρήγορα διευθετήθηκαν οι αμφιβολίες του Λένιν γι’ αυτό το ζήτημα. Σε κάθε περίπτωση έβρισκαν την έκφρασή τους όχι μόνο στις συνομιλίες αλλά και στην αλληλογραφία. Ένα από αυτά τα γράμματα βρίσκεται στην κατοχή του Καρλ Ράντεκ.

Θεωρώ αναγκαίο να προσκομίσω αποδεικτικά στοιχεία γι’ αυτό το ζήτημα ως μάρτυρας προκειμένου να επιχειρήσω με αυτό τον τρόπο να διασώσω ένα εξαιρετικά πολύτιμο έγγραφο για τη θεωρητική βιογραφία του Λένιν. Το φθινόπωρο του 1926, την εποχή της συλλογικής μας δουλειάς πάνω από την πλατφόρμα της Αριστερής Αντιπολίτευσης, ο Ράντεκ έδειξε στον Κάμενεφ, στον Ζινόβιεφ και σε εμένα –πιθανότατα και σε άλλους συντρόφους– ένα γράμμα του Λένιν προς αυτόν (1911;) που αποτελούνταν από την υπεράσπιση της θέσης του Κάουτσκι απέναντι στην κριτική των γερμανών αριστερών. Σύμφωνα με τον κανονισμό που ψήφισε η Κεντρική Επιτροπή, ο Ράντεκ, όπως όλοι οι άλλοι, έπρεπε να είχε παραδώσει αυτή την επιστολή στο Ινστιτούτο Λένιν. Αλλά φοβούμενος μην κρυφτεί, αν όχι καταστραφεί, στο σταλινικό εργοστάσιο κατασκευασμάτων, ο Ράντεκ αποφάσισε να διατηρήσει το γράμμα μέχρι κάποια άλλη πιο κατάλληλη στιγμή. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι υπήρχε κάποια βάση στην στάση του Ράντεκ. Προς το παρόν, ωστόσο, ο ίδιος ο Ράντεκ εξακολουθεί να έχει –αν και όχι πολύ υπεύθυνα– έναν ενεργό ρόλο στο έργο της παραγωγής πολιτικής πλαστογραφίας. Αρκεί να θυμηθούμε ότι ο Ράντεκ, ο οποίος σε διάκριση με τον Στάλιν είναι εξοικειωμένος με την ιστορία του μαρξισμού, και ο οποίος, σε κάθε περίπτωση, γνωρίζει αυτή την επιστολή του Λένιν, θεώρησε θεμιτό να κάνει μια δημόσια δήλωση αλληλεγγύης προς την ξεδιάντροπη αξιολόγηση του Στάλιν για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Η περίπτωση ο Ράντεκ να έδρασε κάτω από τη «ράβδο» του Γιαροσλάβσκι δεν μετριάζει την ενοχή του, γιατί μόνο κατάπτυστοι σκλάβοι μπορούν να απαρνηθούν τις αρχές του μαρξισμού στο όνομα των αρχών της ράβδου.

Ωστόσο, το θέμα που μας απασχολεί δεν σχετίζεται με τον χαρακτηρισμό προσωπικά του Ράντεκ αλλά με την τύχη της επιστολής του Λένιν. Τι συνέβη; Το κρύβει ο Ράντεκ ακόμα και τώρα από το Ινστιτούτο Λένιν; Μετά βίας. Πιθανότατα το εμπιστεύτηκε, εκεί που έπρεπε, ως απτή απόδειξη μιας άυλης αφοσίωσης. Και τι επιφυλάσσεται για το γράμμα στη συνέχεια; Διατηρείται στα προσωπικά αρχεία του Στάλιν μαζί με τα έγγραφα που θέτουν σε κίνδυνο τους στενότερους συναδέλφους του; Ή μήπως καταστράφηκε όπως έχουν καταστραφεί πολλά άλλα πολύτιμα έγγραφα του παρελθόντος του κόμματος;

Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να υπάρχει ούτε μια σκιά κάποιας πολιτικής αιτίας απόκρυψης μιας επιστολής που γράφτηκε πριν από δύο δεκαετίες για ένα ζήτημα που έχει πλέον μόνο ιστορικό ενδιαφέρον. Αλλά είναι ακριβώς η ιστορική αξία της επιστολής που είναι εξαιρετικά σημαντική. Δείχνει τον Λένιν όπως ήταν στην πραγματικότητα, και όχι όπως αναδημιουργείται καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση κουφιοκέφαλων γραφειοκρατών, που προσποιούνται πως έχουν το αλάθητο. Ρωτάμε, πού είναι το γράμμα του Λένιν στον Ράντεκ; Το γράμμα του Λένιν πρέπει να είναι εκεί που ανήκει! Βάλτε το στο τραπέζι του κόμματος και της Κομιντέρν!

Αν κάποιος έπαιρνε τις διαφωνίες μεταξύ Λένιν και Ρόζα Λούξεμπουργκ στο σύνολό τους, τότε η ιστορική ορθότητα είναι άνευ όρων με το μέρος του Λένιν. Αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι σε ορισμένα ερωτήματα και σε συγκεκριμένες περιόδους η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε δίκιο έναντι του Λένιν. Σε κάθε περίπτωση, οι διαφωνίες, παρά τη σημασία τους και κατά καιρούς την ακραία οξύτητά τους, αναπτύχθηκαν στη βάση επαναστατικών προλεταριακών πολιτικών κοινών και στους δύο.

Όταν ο Λένιν, επιστρέφοντας στο παρελθόν, έγραψε τον Οκτώβριο του 1919 (Χαιρετισμός στους ιταλούς, γάλλους και γερμανούς κομμουνιστές) ότι «… την στιγμή της ανάληψης της εξουσίας και της ίδρυσης της σοβιετικής δημοκρατίας, ο μπολσεβικισμός ήταν ενωμένος· τράβηξε μέσα του ό,τι καλύτερο υπήρχε στις συγγενείς σε αυτόν τάσεις της σοσιαλιστικής σκέψης…», επαναλαμβάνω, όταν ο Λένιν το έγραψε αυτό, είχε αναμφισβήτητα υπόψη του και την τάση της Ρόζα Λούξεμπουργκ, της οποίας οι πιο στενοί οπαδοί, π.χ. ο Μάρσλεφσκι, ο Ντζερζίνσκι και άλλοι εργάστηκαν στις τάξεις των Μπολσεβίκων.

Ο Λένιν κατανοούσε τα λάθη της Ρόζα Λούξεμπουργκ πιο βαθιά από τον Στάλιν· αλλά δεν ήταν τυχαίο που ο Λένιν παρέθεσε κάποτε το παλιό δίστιχο σε σχέση με τη Λούξεμπουργκ:

 

Αν και οι αετοί βουτούν χαμηλά και κάτω από τα κοτόπουλα πετούν,

κοτόπουλα με απλωμένα τα φτερά ποτέ δεν θα υψωθούν ανάμεσα στα σύννεφα στον ουρανό.

 

Ακριβώς αυτό είναι το θέμα! Ακριβώς αυτό το νόημα! Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Στάλιν θα πρέπει να προχωρήσει με προσοχή προτού χρησιμοποιήσει τη μοχθηρή μετριότητά του, όταν το θέμα αγγίζει φιγούρες τέτοιας υπόστασης όπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Στο άρθρο του Μια συμβολή στην ιστορία του ζητήματος της δικτατορίας (Οκτώβριος 1920), ο Λένιν, θίγοντας ζητήματα του σοβιετικού κράτους και της δικτατορίας του προλεταριάτου που είχαν ήδη τεθεί από την επανάσταση του 1905, έγραψε: «Αν και οι εξέχοντες εκπρόσωποι του επαναστατικού προλεταριάτου και του μη παραποιημένου μαρξισμού, όπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ συνειδητοποίησαν αμέσως τη σημασία αυτής της πρακτικής εμπειρίας και έκαναν μια κριτική ανάλυσή της στις συνεδριάσεις και στον τύπο», αντίθετα, «… άνθρωποι του είδους των μελλοντικών ‘καουτσκιστών’… αποδείχτηκαν απολύτως ανίκανοι να κατανοήσουν τη σημασία αυτής της εμπειρίας …». Σε λίγες γραμμές, ο Λένιν αποτίει πλήρως τον φόρο τιμής στην αναγνώριση της ιστορικής σημασίας του αγώνα της Ρόζα Λούξεμπουργκ ενάντια στον Κάουτσκι – έναν αγώνα τον οποίο ο ίδιος ο Λένιν απείχε πολύ από το να αξιολογήσει αμέσως στην πραγματική του αξία. Αν για τον Στάλιν, τον σύμμαχο του Τσιάνγκ Κάι-σεκ, και τον συμπολεμιστή του Πέρσελ, τον θεωρητικό του «εργατικού-αγροτικού κόμματος», της «δημοκρατικής δικτατορίας», του «μη ανταγωνισμού της αστικής τάξης» κ.λπ. – αν γι’ αυτόν η Ρόζα Λούξεμπουργκ είναι η εκπρόσωπος του κεντρισμού, για τον Λένιν είναι η εκπρόσωπος του «μη παραποιημένου μαρξισμού». Το τι σήμαινε αυτός ο χαρακτηρισμός προερχόμενος από την πένα του Λένιν, είναι ξεκάθαρο σε όποιον γνωρίζει έστω και λίγο τον Λένιν.

Παίρνω την ευκαιρία να επισημάνω εδώ ότι στις σημειώσεις των έργων του Λένιν, μεταξύ άλλων, λέγεται το εξής για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ: «Κατά την άνθηση του μπερνσταϊνικού ρεβιζιονισμού και αργότερα του μινιστεριαλισμού (Μιλεράν), η Λούξεμπουργκ έκανε έναν αποφασιστικό αγώνα ενάντια σε αυτή την τάση, παίρνοντας τη θέση της στην αριστερή πτέρυγα του γερμανικού κόμματος… Το 1907 συμμετείχε ως εκπρόσωπος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Πολωνίας και Λιθουανίας στο συνέδριο του Ρώσικου Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος στο Λονδίνο, υποστηρίζοντας τη μπολσεβίκικη φράξια σε όλα τα βασικά ζητήματα της ρωσικής επανάστασης . Από το 1907, η Λούξεμπουργκ παρέδωσε εαυτόν ολοκληρωτικά για να δουλέψει στη  Γερμανία, παίρνοντας μια αριστερή ριζοσπαστική θέση και συνεχίζοντας έναν αγώνα ενάντια στο κέντρο και τη δεξιά πτέρυγα… Η συμμετοχή της στην εξέγερση του Ιανουαρίου του 1919 έκανε το όνομά της το λάβαρο της προλεταριακής επανάστασης

Φυσικά, ο συγγραφέας αυτών των σημειώσεων κατά πάσα πιθανότητα αύριο θα εξομολογηθεί τις αμαρτίες του και θα ανακοινώσει ότι στην εποχή του Λένιν έγραφε βαθιά νυχτωμένος και ότι έφτασε στην πλήρη φώτιση μόνο στην εποχή του Στάλιν. Προς το παρόν, ανακοινώσεις αυτού του είδους –συνδυασμοί ψευδοκολακείας, βλακείας και χοντράδας– γίνονται καθημερινά στον τύπο της Μόσχας. Αλλά δεν αλλάζουν τη φύση των πραγμάτων: Ό,τι αποτυπωθεί με μαύρο και άσπρο, κανένα τσεκούρι δεν το ξεγράφει με όση δύναμη και να χτυπάς. Ναι, η Ρόζα Λούξεμπουργκ έγινε το λάβαρο της προλεταριακής επανάστασης!

Πώς και γιατί, όμως, ο Στάλιν ασχολήθηκε ξαφνικά –και τόσο καθυστερημένα– με την αναθεώρηση της παλιάς μπολσεβίκικης αξιολόγησης της Ρόζα Λούξεμπουργκ; Όπως συνέβη με όλα τα προηγούμενα θεωρητικά του εκτρώματα, έτσι και με αυτό το τελευταίο, και το πιο σκανδαλώδες, η αρχή βρίσκεται στη λογική του αγώνα του ενάντια στη θεωρία της διαρκούς επανάστασης. Σε αυτό το «ιστορικό» άρθρο, ο Στάλιν δίνει για άλλη μια φορά περίοπτη θέση σε αυτή τη θεωρία. Δεν υπάρχει ούτε μια νέα λέξη σε αυτά που λέει. Έχω απαντήσει εδώ και πολύ καιρό σε όλα του τα επιχειρήματα στο βιβλίο μου Η Διαρκής Επανάσταση. Από ιστορική σκοπιά, το ερώτημα θα διευκρινιστεί επαρκώς, πιστεύω, στον δεύτερο τόμο της Ιστορίας της Ρωσικής Επανάστασης (Η Οκτωβριανή Επανάσταση), που βρίσκεται στο τυπογραφείο. Στην παρούσα φάση, το ζήτημα της διαρκούς επανάστασης μας αφορά μόνο στο βαθμό που ο Στάλιν το συνδέει με το όνομα της Ρόζα Λούξεμπουργκ. Θα δούμε τώρα πώς ο άτυχος θεωρητικός έχει επινοήσει να στήσει μια δολοφονική παγίδα για τον εαυτό του.

Μετά την ανακεφαλαίωση της διαμάχης μεταξύ των μενσεβίκων και των μπολσεβίκων για το ζήτημα των κινητήριων δυνάμεων της ρωσικής επανάστασης και αφού συμπίεσε με μαεστρία μια σειρά από λάθη σε λίγες γραμμές, τις οποίες αναγκάζομαι να αφήσω χωρίς εξέταση, ο Στάλιν γράφει: «Ποιά ήταν η στάση των γερμανών αριστερών σοσιαλδημοκρατών, του Πάρβους και της Ρόζα Λούξεμπουργκ, σε αυτή τη διαμάχη; Επινόησαν ένα ουτοπικό και μισο-μενσεβίκικο σχήμα διαρκούς επανάστασης… Στη συνέχεια, αυτό το μισο-μενσεβίκικο σχήμα διαρκούς επανάστασης πάρθηκε από τον Τρότσκι (εν μέρει από τον Μαρτόφ) και μετατράπηκε σε όπλο αγώνα κατά του λενινισμού.». Τέτοια είναι η απροσδόκητη ιστορία της προέλευσης της θεωρίας της διαρκούς επανάστασης, σύμφωνα με τις τελευταίες ιστορικές έρευνες του Στάλιν. Αλλά, δυστυχώς, ο ερευνητής ξέχασε να συμβουλευτεί τα δικά του προηγούμενα εμπεδωμένα έργα. Το 1925 ο ίδιος ο Στάλιν είχε ήδη εκφραστεί για αυτό το ζήτημα στην πολεμική του εναντίον του Ράντεκ. Να τι έγραφε τότε: «Δεν είναι αλήθεια ότι η θεωρία της διαρκούς επανάστασης … προτάθηκε το 1905 από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Τρότσκι. Στην πραγματικότητα αυτή η θεωρία προτάθηκε από τον Πάρβους και τον Τρότσκι». Μπορείτε να συμβουλευτείτε αυτόν τον ισχυρισμό στη σελίδα 185, Ζητήματα Λενινισμού, ρωσική έκδοση, 1926. Ας ελπίσουμε ότι εμπεριέχεται σε όλες τις ξένες εκδόσεις.

Έτσι, το 1925, ο Στάλιν κήρυξε τη Ρόζα Λούξεμπουργκ αθώα για τη διάπραξη ενός τέτοιου θανάσιμου αμαρτήματος, που είναι η συμμετοχή στη δημιουργία της θεωρίας της διαρκούς επανάστασης. «Στην πραγματικότητα, αυτή η θεωρία προτάθηκε από τον Πάρβους και τον Τρότσκι.» Το 1931, πληροφορούμαστε από τον πανομοιότυπο Στάλιν ότι ήταν ακριβώς «ο Πάρβους και η Ρόζα Λούξεμπουργκ… που επινόησαν ένα ουτοπικό και μισο-μενσεβίκικο σχέδιο διαρκούς επανάστασης». Όσο για τον Τρότσκι, ήταν αθώος για τη δημιουργία της θεωρίας, την «άρπαξε» μόνο ο ίδιος, και ταυτόχρονα ο… Μάρτοφ! Για άλλη μια φορά ο Στάλιν πιάνεται στα πράσα. Ίσως γράφει για ζητήματα για τα οποία δεν μπορεί να βγάλει άκρη. Ή μήπως ανακατεύει συνειδητά σημαδεμένη τράπουλα παίζοντας με τα βασικά ζητήματα του μαρξισμού; Δεν είναι σωστό να τίθεται αυτό το ερώτημα ως διαζευκτικό. Στην πραγματικότητα, και το ένα και το άλλο είναι αλήθεια. Οι σταλινικές παραποιήσεις είναι συνειδητές στο βαθμό που υπαγορεύονται σε κάθε δεδομένη στιγμή από εντελώς συγκεκριμένα προσωπικά συμφέροντα. Ταυτόχρονα είναι μισο-συνείδητες, στο βαθμό που η εγγενής άγνοιά του δεν θέτει κανένα εμπόδιο στις θεωρητικές του τάσεις.

Όμως τα γεγονότα παραμένουν γεγονότα. Στον πόλεμό του ενάντια στο «τροτσκιστικό λαθρεμπόριο», ο Στάλιν έπεσε σε σύγκρουση με έναν νέο προσωπικό εχθρό, τη Ρόζα Λούξεμπουργκ! Δεν δίστασε ούτε μια στιγμή προτού πει ψέματα γι’ αυτήν και την υβρίσει· και επιπλέον, πριν προχωρήσει στην διάδοση των γιγαντιαίων δόσεων χυδαιότητας και απιστίας του, δεν μπήκε καν στον κόπο να επαληθεύσει όσα ο ίδιος είχε πει για το ίδιο θέμα έξι χρόνια πριν.

Η νέα παραλλαγή της ιστορίας των ιδεών της διαρκούς επανάστασης υποδεικνύεται πρώτα απ’ όλα από μια παρόρμηση να παραχθεί ένα πιάτο πιο πικάντικο απ’ όλα τα προηγούμενα. Είναι περιττό να εξηγήσουμε ότι ο Μαρτόφ σύρθηκε από τα μαλλιά για χάρη της μεγαλύτερης πίκρας του θεωρητικού και ιστορικού μαγειρέματος. Η στάση του Μαρτόφ απέναντι στη θεωρία και την πρακτική της διαρκούς επανάστασης ήταν μια στάση αναλλοίωτου ανταγωνισμού, και τα παλιά χρόνια τόνισε πολλάκις ότι οι απόψεις του Τρότσκι για την επανάσταση απορρίφθηκαν εξίσου από τους μπολσεβίκους και τους μενσεβίκους. Αλλά δεν αξίζει τον κόπο να σταθούμε σε αυτό.

Αυτό που είναι πραγματικά μοιραίο είναι ότι δεν υπάρχει ούτε ένα σημαντικό ζήτημα της διεθνούς προλεταριακής επανάστασης για το οποίο ο Στάλιν δεν έχει εκφράσει δύο άμεσα αντιφατικές απόψεις. Όλοι γνωρίζουμε ότι τον Απρίλιο του 1924, έδειξε οριστικά στα Ζητήματα Λενινισμού την αδυναμία οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα. Το φθινόπωρο, σε μια νέα έκδοση του βιβλίου, αντικατέστησε στη θέση της μια απόδειξη –δηλαδή μια φαλακρή διακήρυξη– ότι το προλεταριάτο «μπορεί και πρέπει» να οικοδομήσει τον σοσιαλισμό σε μια χώρα. Όλο το υπόλοιπο κείμενο έμεινε αμετάβλητο. Σχετικά με το ζήτημα του εργατικού-αγροτικού κόμματος, των διαπραγματεύσεων στο Μπρεστ Λιτόφσκ, της ηγεσίας της Οκτωβριανής Επανάστασης, για το εθνικό ζήτημα κ.λπ. κ.λπ., ο Στάλιν επινόησε να προβάλει, για μια περίοδο μερικών ετών, μερικές φορές μερικών μηνών, απόψεις που αλληλοαποκλείονταν. Θα ήταν λάθος να ρίξουμε την ευθύνη για όλα σε κακή μνήμη. Το θέμα φτάνει πιο βαθιά εδώ. Ο Στάλιν στερείται παντελώς οποιασδήποτε μεθόδου επιστημονικής σκέψης, δεν έχει κριτήρια αρχών. Προσεγγίζει κάθε ερώτηση σαν να γεννήθηκε μόνο σήμερα και να ξεχωρίζει από όλες τις άλλες ερωτήσεις. Ο Στάλιν συνάγει τις κρίσεις του εξ ολοκλήρου ανάλογα με το όποιο προσωπικό του συμφέρον είναι το ύψιστο και πιο επείγον σήμερα. Οι αντιφάσεις που τον καταδικάζουν είναι η άμεση εκδίκηση για τον χυδαίο εμπειρισμό του. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ δεν του εμφανίζεται από την οπτική του γερμανικού, πολωνικού και διεθνούς εργατικού κινήματος του τελευταίου μισού αιώνα. Όχι, είναι γι’ αυτόν κάθε φορά μια νέα, και, επιπλέον, μια απομονωμένη φιγούρα, για την οποία αναγκάζεται σε κάθε νέα κατάσταση να αναρωτιέται εκ νέου: «Τι είσαι, φίλος ή εχθρός;». Το αλάνθαστο ένστικτο ψιθύρισε αυτή τη φορά στον θεωρητικό του σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα ότι η σκιά της Ρόζα Λούξεμπουργκ είναι ασυμβίβαστα εχθρική μαζί του. Αλλά αυτό δεν εμποδίζει την σπουδαία σκιά να παραμένει το λάβαρο της διεθνούς προλεταριακής επανάστασης.

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ επέκρινε πολύ αυστηρά και θεμελιωδώς εσφαλμένα τις πολιτικές των μπολσεβίκων το 1918 από το κελί της φυλακής της. Αλλά ακόμη και σε αυτό, το πιο λανθασμένο έργο της, φαίνονται τα φτερά αετού της. Ιδού η γενική της αποτίμηση για την εξέγερση του Οκτώβρη: «Ό,τι μπορούσε να προσφέρει ένα κόμμα με θάρρος, επαναστατική διορατικότητα και συνέπεια σε μια ιστορική ώρα, ο Λένιν, ο Τρότσκι και οι άλλοι σύντροφοι τα έχουν δώσει σε μεγάλο βαθμό. Όλη η επαναστατική τιμή και ικανότητα που έλειπαν από τη σοσιαλδημοκρατία της Δύσης εκπροσωπούνταν από τους μπολσεβίκους. Η εξέγερσή τους του Οκτώβρη δεν ήταν μόνο η πραγματική σωτηρία της ρωσικής επανάστασης· ήταν επίσης η σωτηρία της τιμής του διεθνούς σοσιαλισμού.» Μπορεί αυτή να είναι η φωνή του κεντρισμού;

Στις επόμενες σελίδες, η Λούξεμπουργκ υποβάλλει σε αυστηρή κριτική τις πολιτικές των Μπολσεβίκων στον αγροτικό τομέα, το σύνθημά τους για εθνική αυτοδιάθεση και την απόρριψη της τυπικής δημοκρατίας. Σε αυτή την κριτική, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, που στρέφεται εξίσου κατά του Λένιν και του Τρότσκι, δεν κάνει καμία διάκριση μεταξύ των απόψεών τους· και η Ρόζα Λούξεμπουργκ ήξερε πώς να διαβάζει, να κατανοεί και να αξιοποιεί τις αποχρώσεις. Δεν της ερχόταν καν στο μυαλό, για παράδειγμα, να με κατηγορήσει για το γεγονός ότι με το να είμαι αλληλέγγυος με τον Λένιν στο αγροτικό ζήτημα, είχα αλλάξει τις απόψεις μου για την αγροτιά. Και επιπλέον γνώριζε πολύ καλά αυτές τις απόψεις αφού τις είχα αναπτύξει λεπτομερώς το 1909 στο πολωνικό περιοδικό της. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ τελειώνει την κριτική της με την απαίτηση «στην πολιτική των μπολσεβίκων το ουσιαστικό πρέπει να διακρίνεται από το μη ουσιώδες, το θεμελιώδες από το τυχαίο». Το θεμελιώδες θεωρεί ότι είναι η δύναμη της δράσης των μαζών, η θέληση για τον σοσιαλισμό. «Σε αυτό», γράφει, «ο Λένιν και ο Τρότσκι και οι φίλοι τους ήταν οι πρώτοι, αυτοί που προχώρησαν ως παράδειγμα για το προλεταριάτο του κόσμου· εξακολουθούν να είναι οι μόνοι μέχρι τώρα που μπορούν να φωνάξουν με τον Χιούτεν, ‘Τόλμησα!’».

Ναι, ο Στάλιν έχει επαρκή λόγο να μισεί τη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Αλλά ακόμη πιο επιτακτικό γίνεται επομένως το καθήκον μας να προστατεύσουμε την μνήμη της Ρόζα από τη συκοφαντία του Στάλιν, που έχει εξαπολυθεί από τους μισθωτούς αξιωματούχους και των δύο ημισφαιρίων, και να μεταδώσουμε αυτή την πραγματικά όμορφη, ηρωική και τραγική εικόνα στις νέες γενιές του προλεταριάτου σε όλο της το μεγαλείο και την εμπνευστική της δύναμη.

 

Η Λούξεμπουργκ και η 4η Διεθνής

 

24 Ιουνίου 1935

Πρώτη έκδοση: New International, Τεύχος ΙΙ, Νο.8, Αύγουστος 1935, σελ. 168-169

 

Στη Γαλλία και αλλού γίνονται τώρα προσπάθειες να κατασκευαστεί ο επονομαζόμενος ως «Λουξεμπουργκισμός» σαν περιχαράκωση για τους αριστερούς κεντριστές απέναντι στον Μπολσεβικισμό-Λενινισμό. Αυτό το ζήτημα μπορεί να αποκτήσει μια αξιοσημείωτη σημαντικότητα. Ίσως, μάλιστα, να είναι απαραίτητο στο άμεσο μέλλον να αφιερωθεί ένα εκτενέστερο άρθρο στον πραγματικό και τον υποτιθέμενο Λουξεμπουργκισμό. Εδώ θα προσεγγίσω μόνο τα απαραίτητα στοιχεία του ζητήματος.

Έχουμε υπερασπιστεί σθεναρά πολλές φορές τη Ρόζα Λούξεμπουργκ ενάντια στις αναίσχυντες και ανόητες διαστρεβλώσεις του Στάλιν και της γραφειοκρατίας του. Και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Όχι παρακινούμενοι από συναισθηματισμούς αλλά από τις απαιτήσεις της ιστορικής-υλιστικής κριτικής. Παρόλα αυτά η υπεράσπιση της Λούξεμπουργκ δεν έρχεται άνευ όρων. Οι αδυναμίες των διδαγμάτων της Ρόζας Λούξεμπουργκ έχουν βγει στην επιφάνεια στη θεωρία και την πράξη. Το SAP (*) και παρεμφερή στοιχεία (βλ. για παράδειγμα, το διανοουμενίστικο «πολιτιστικό προλεταριάτο»: ο γαλλικός Σπάρτακος, το περιοδικό σοσιαλιστών μαθητών που εμφανίστηκε στο Βέλγιο, και συχνά επίσης η βελγική Σοσιαλιστική Δράση κ.λπ.) χρησιμοποιούν μόνο εκείνα τα αδύναμα και ανεπαρκή στοιχεία που ουδόλως καθοριστικά δεν υπήρξαν για τη Ρόζα· γενικεύουν και υπερτονίζουν τις αδυναμίες στο έπακρο δημιουργώντας ένα εντελώς παράλογο σύστημα βασισμένο πάνω τους. Το παράδοξο σε αυτό εντοπίζεται στο ότι, χωρίς να το αναγνωρίζουν ή να το καταλαβαίνουν, στην πιο πρόσφατη στροφή τους και οι ίδιοι οι σταλινικοί προσεγγίζουν θεωρητικά τις καρικατούρες της αρνητικής πλευράς του Λουξεμπουργκισμού, για να μην πω για τους παραδοσιακούς κεντριστές και αριστερούς κεντριστές στο σοσιαλδημοκρατικό στρατόπεδο.

Δεν αμφισβητείται ότι η Ρόζα Λούξεμπουργκ παθιασμένα αντέταξε τον αυθορμητισμό των μαζικών δράσεων απέναντι στη «δαφνοστεφανωμένη» συντηρητική πολιτική της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας ειδικά μετά την επανάσταση του 1905. Αυτή η αντίθεση είχε έναν βαθιά επαναστατικό και προοδευτικό χαρακτήρα. Πολύ νωρίτερα από τον Λένιν, η Ρόζα Λούξεμπουργκ αντιλήφθηκε τον επιβραδυντικό χαρακτήρα του αποστεωμένου κόμματος και του συνδικαλιστικού μηχανισμού και ξεκίνησε τη μάχη εναντίον τους. Στο βαθμό που υπολόγιζε στην αναπόφευκτη όξυνση των ταξικών συγκρούσεων, πάντα προέβλεπε τη βεβαιότητα της στοιχειώδους αυθόρμητης εμφάνισης των μαζών ενάντια στη θέληση και την γραμμή της γραφειοκρατίας. Σε αυτό το ευρύ ιστορικό πλαίσιο, η Ρόζα επιβεβαιώθηκε. Γιατί η επανάσταση του 1918 ήταν «αυθόρμητη», εννοώντας πως κατέστη εφικτή από τις μάζες παρ’ όλα τα εφόδια και τις προφυλάξεις της κομματικής γραφειοκρατίας. Από την άλλη, όλη η επακόλουθη ιστορία της Γερμανίας έδειξε και με το παραπάνω ότι από μόνος του ο αυθορμητισμός είναι κάτι περισσότερο από ανεπαρκής για την επιτυχία· το καθεστώς του Χίτλερ αποτελεί βαρυσήμαντο επιχείρημα ενάντια στην πανάκεια του αυθορμητισμού.

Η ίδια η Ρόζα δεν περιόρισε ποτέ τον εαυτό της σε μια σκέτη θεωρία του αυθορμητισμού, σαν τον Πάρβους για παράδειγμα, που αργότερα αντάλλαξε τη σοσιαλεπαναστατική μοιρολατρία του με την πιο εξεγερτική μοιρολατρία. Σε αντιδιαστολή με τον Πάρβους, η Ρόζα Λούξεμπουργκ κατέβαλε κάθε προσπάθεια για να μορφώσει εκ των προτέρων το επαναστατικό τμήμα του προλεταριάτου και να το συγκροτήσει οργανωτικά όσο το δυνατόν περισσότερο. Στην Πολωνία έχτισε μια άκαμπτη ανεξάρτητη οργάνωση. Το περισσότερο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι στην ιστορικο-φιλοσοφική αποτίμησή της για το εργατικό κίνημα, η προπαρασκευαστική επιλογή της πρωτοπορίας υστερούσε πολύ σε σύγκριση με τις αναμενόμενες μαζικές ενέργειες· αντιθέτως ο Λένιν –χωρίς να παρηγορεί τον εαυτό του με θαύματα μελλοντικών δράσεων– πήρε τους προχωρημένους εργάτες και τους διαμόρφωνε συνεχώς και ακούραστα σχηματίζοντας σταθερούς πυρήνες, παράνομα ή νόμιμα, σε μαζικές οργανώσεις ή υπογείως, μέσω ενός αυστηρά καθορισμένου προγράμματος.

Η θεωρία του αυθορμητισμού της Ρόζας ήταν ένα ισχυρό όπλο ενάντια στον αποστεωμένο ρεφορμιστικό μηχανισμό. Από το γεγονός ότι συχνά αυτή [η θεωρία] στράφηκε ενάντια στο έργο του Λένιν για το χτίσιμο ενός επαναστατικού μηχανισμού, αποκαλύφθηκαν –σίγουρα σε εμβρυακή μορφή– τα αντιδραστικά της στοιχεία. Με την ίδια τη Ρόζα κάτι τέτοιο συνέβη μόνο περιστασιακά. Ήταν υπερβολικά ρεαλίστρια, με την επαναστατική έννοια, για να αναπτύξει τα στοιχεία της θεωρίας του αυθορμητισμού σε μια ολοκληρωμένη μεταφυσική. Στην πράξη, αυτή η ίδια, όπως έχει ήδη ειπωθεί, υποβάθμισε αυτή τη θεωρία με κάθε της βήμα. Μετά την επανάσταση του Νοέμβρη του 1918, ξεκίνησε τον παθιασμένο αγώνα της συγκρότησης της προλεταριακής πρωτοπορίας. Παρά το πολύ αδύναμο θεωρητικά χειρόγραφό της για τη σοβιετική επανάσταση, που γράφτηκε στη φυλακή αλλά δεν εκδόθηκε ποτέ από αυτήν, η μεταγενέστερη δουλειά της Ρόζα επιτρέπει το σίγουρο συμπέρασμα ότι μέρα με τη μέρα πλησίαζε τη σαφώς οριοθετημένη θεωρητική αντίληψη του Λένιν αναφορικά με τη συνειδητή ηγεσία και τον αυθορμητισμό. (Θα πρέπει να ήταν σίγουρα αυτή η συνθήκη που την απέτρεψε από το να δημοσιοποιήσει το χειρόγραφό της ενάντια στην πολιτική των μπολσεβίκων, το οποίο έγινε μεταγενέστερα αντικείμενο αισχρής κατάχρησης.)

Ας προσπαθήσουμε ξανά να εφαρμόσουμε τη διένεξη μεταξύ αυθόρμητης μαζικής δράσης και σκόπιμης οργανωτικής εργασίας στην παρούσα εποχή. Τι τεράστια δαπάνη δύναμης και ανιδιοτέλειας έχουν κάνει οι επιβλητικές μάζες όλων των πολιτισμένων και μισοπολιτισμένων χωρών μετά τον παγκόσμιο πόλεμο! Τίποτα από την προηγούμενη ιστορία της ανθρωπότητας δε μπορεί να συγκριθεί μαζί της. Σε αυτό το βαθμό η Ρόζα Λούξεμπουργκ ήταν απόλυτα σωστή ενάντια στους φιλισταίους και τους ανόητους του «δαφνοστεφανωμένου» γραφειοκρατικού συντηρητισμού που προχωρά πάντα ευθεία. Αλλά είναι ακριβώς αυτή η σπατάλη ανυπολόγιστης ενέργειας που διαμορφώνει τις βάσεις για την μεγάλη ύφεση του προλεταριάτου και την επιτυχή προέλαση του φασισμού. Χωρίς την παραμικρή υπερβολή μπορεί να ειπωθεί ότι: η παγκόσμια κατάσταση διαμορφώνεται από την κρίση στην προλεταριακή ηγεσία. Το πεδίο του εργατικού κινήματος είναι ακόμη σήμερα επιβαρυμένο από τα τεράστια απομεινάρια των παλιών χρεοκοπημένων οργανώσεων. Μετά τις αμέτρητες θυσίες και απογοητεύσεις, το μεγαλύτερο μέρος του ευρωπαϊκού προλεταριάτου, τουλάχιστον, έχει κρυφτεί στο κέλυφός του. Το αποφασιστικό μάθημα που έχει αντλήσει, συνειδητά ή μισο-συνειδητά, από τις πικρές του εμπειρίες αποτυπώνεται στο εξής: οι σπουδαίες πράξεις απαιτούν σπουδαία ηγεσία. Στην τρέχουσα κατάσταση οι εργάτες ακόμη δίνουν την ψήφο τους στις παλιές οργανώσεις. Την ψήφο τους – αλλά οπωσδήποτε όχι την αμέριστη εμπιστοσύνη τους. Από την άλλη, μετά τη μίζερη κατάρρευση της 3ης Διεθνούς, είναι πολύ δυσκολότερο να τους κατευθύνουμε να δώσουν την εμπιστοσύνη τους σε μια νέα επαναστατική οργάνωση. Εκεί ακριβώς έγκειται η κρίση της προλεταριακής ηγεσίας. Το να τραγουδάμε μια μονότονη μελωδία για αόριστες μελλοντικές μαζικές δράσεις εν μέσω αυτής της κατάστασης, σε αντίθεση με μια στοχευμένη επιλογή των στελεχών μιας νέας Διεθνούς, σημαίνει τη συνέχιση μιας βαθιά αντιδραστικής πρακτικής. Εκεί ακριβώς έγκειται ο ρόλος του SAP στην «ιστορική διεργασία». Κάποιος αριστερός της παλιάς φρουράς του SAP μπορεί, φυσικά, να συγκεντρώσει τη μαρξική του μνήμη προκειμένου να σταματήσει την παλίρροια του θεωρητικού αυθορμητισμού-βαρβαρότητας. Αυτά τα καθαρά λογοτεχνικά προστατευτικά μέτρα δεν αλλάζουν καθόλου το γεγονός ότι οι μαθητές κάποιου Miles, πολύτιμου συγγραφέα του ειρηνευτικού ψηφίσματος και εξίσου πολύτιμου συγγραφέα του άρθρου στη γαλλική έκδοση του Δελτίου Νέων, συνεχίζουν τις πιο ελεεινές, ακόμα και για τις τάξεις του SAP, ανοησίες για τον αυθορμητισμό. Οι πρακτικές πολιτικές του Schwab επίσης (το περίτεχνο «δεν εκφράζουμε το τι είναι» και η αιώνια παρηγοριά των μελλοντικών μαζικών δράσεων και της αυθόρμητης «ιστορικής διεργασίας») δεν σηματοδοτούν τίποτα παραπάνω από μια τακτική εκμετάλλευση ενός βαθιά παραποιημένου και ευνουχισμένου Λουξεμπουργκισμού. Και στο βαθμό που οι «αριστεροί», οι «μαρξιστές» αποτυγχάνουν να επιτεθούν ανοιχτά σε αυτή τη θεωρία και πρακτική του ίδιου τους του κόμματος, τα αντι-Miles άρθρα τους αποκτούν το χαρακτήρα της αναζήτησης ενός θεωρητικού άλλοθι. Ένα τέτοιο άλλοθι όμως καθίσταται απαραίτητο όταν κάποιος πρώτα έχει γίνει συνεργός σε εσκεμμένο έγκλημα.

Η κρίση της προλεταριακής ηγεσίας δεν μπορεί, φυσικά, να ξεπεραστεί με μια αφηρημένη φόρμουλα. Είναι ζήτημα μιας εξαιρετικά μονότονης διαδικασίας. Αλλά όχι μιας καθαρά «ιστορικής» διεργασίας, δηλαδή της αντικειμενικής προϋπόθεσης της συνειδητής δραστηριότητας, αλλά μιας αδιάκοπης αλυσίδα ιδεολογικών, πολιτικών και οργανωτικών μέτρων με στόχο τη συνένωση των καλύτερων, πιο συνειδητοποιημένων στοιχείων του παγκόσμιου προλεταριάτου υπό μια ακηλίδωτη σημαία, στοιχεία των οποίων ο αριθμός και η αυτοπεποίθηση πρέπει να ενδυναμώνονται διαρκώς, των οποίων η σύνδεση με ευρύτερα τμήματα του προλεταριάτου πρέπει να αναπτυχθεί και να βαθύνει – με μια φράση: να αποκαταστήσουμε για το προλεταριάτο, υπό νέες, πολύ δύσκολες και φορτικές συνθήκες, την ιστορική του ηγεμονία. Οι πρόσφατοι μπερδεμένοι υποστηρικτές του αυθορμητισμού έχουν τόσο λίγο δικαίωμα να αναφέρονται στη Ρόζα, όσο οι μίζεροι γραφειοκράτες της Κομιντέρν να αναφέρονται στο Λένιν. Αφήστε στην άκρη τους περιστασιακούς που τους έχουν ξεπεράσει οι εξελίξεις και μπορούμε, απολύτως αιτιολογημένα, να θέσουμε τη δουλειά μας για την 4η Διεθνή υπό το σύμβολο των «τριών Λ», δηλαδή, όχι μόνο το σύμβολο του Λένιν αλλά και της Λούξεμπουργκ και του Λίμπκνεχτ.

(*) SAP (Sozialistiche Arbeiterspartei – Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα): μια κεντρώα γερμανική ομάδα που σχηματίστηκε το 1931 μέσω μιας συγχώνευσης αριστερών σοσιαλδημοκρατών και πρώην δεξιών κομμουνιστών, ορισμένοι από τους ηγέτες των οποίων υποστήριξαν για λίγο την έκκληση του Τρότσκι για μια νέα Διεθνή το 1933. Τα περισσότερα μέλη του επέστρεψαν τελικά στη σοσιαλδημοκρατία.