Δολοφονίες Γυναικών: Βία και βαρβαρότητα σκορπά η κρίση και ο νεοφιλελευθερισμός

ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ: ΒΙΑ ΚΑΙ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΣΚΟΡΠΑ Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ Ο ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ

 

Από την Εργατική Πάλη Σεπτεμβρίου

 

Από την αρχή του χρόνου εννιά γυναίκες δολοφονήθηκαν από τους συζύγους ή συντρόφους τους. Ο αριθμός καταγγελιών στην ΕΛΑΣ αποδεικνύει ότι το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών έχει αυξητικές τάσεις καθώς το 2014 ο αριθμός των καταγγελιών ήταν 3.512 για να φτάσει το 2019 τις 5.540. Τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας τετραπλασιάστηκαν από το 2010 έως το 2019 στην Ελλάδα. Γενικά οι μισές γυναίκες θύματα ανθρωποκτονίας έχουν δολοφονηθεί από τον νυν ή τον προηγούμενο σύζυγο ή σύντροφο. Σύμφωνα με την έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων 13 εκατ. γυναίκες στην ΕΕ έχουν πέσει θύματα σωματικής βίας, δηλαδή το 7% των γυναικών 18 έως 74 ετών.

Τα ΜΜΕξαπάτησης αντιμετωπίζουν το ζήτημα σαν «κακιά στιγμή», «οικογενειακή τραγωδία», σαν παρεκκλίνουσα ατομική συμπεριφορά του θύτη. Από την πλευρά τής κυβέρνησης το ζήτημα αντιμετωπίζεται με οικονομικούς όρους καθώς η Γενική Γραμματεία Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων (όπως μετέτρεψε τη Γενική Γραμματεία Ισότητας η κυβέρνηση της Ν.Δ.) η ενδοοικογενειακή βία και η βία κατά των γυναικών έχει επιπτώσεις στην οικονομία καθώς θα απαιτηθούν κονδύλια για την ανακούφιση των κακοποιημένων γυναικών ή αυτές θα απουσιάζουν από την εργασία τους! Επιπλέον η κυβέρνηση ψήφισε τον νόμο για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια των παιδιών, ακόμη κι αν εκκρεμούν αποφάσεις δικαστηρίων εναντίον του πρώην συζύγου. Σε ότι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ περιορίζεται στο να απαιτεί ουσιαστική λειτουργία των τμημάτων ενδοοικογενειακής βίας στην αστυνομία, να στελεχωθεί με προσωπικό και να επιμορφωθούν οι αστυνομικοί. Λες κι αν γίνει «γίνει ορατός στην αστυνομία ο όρος γυναικοκτονία» των ΟΗΕ, ΠΟΥ και ΕΕ τότε μάλλον λύθηκε το πρόβλημα. Και το σύνολο των αστικών κομμάτων υπερθεματίζει στην αυστηροποίηση των ποινών σαν λύση στο πρόβλημα.

Η έξαρση της ενδοοικογενειακής βίας και της βίας κατά των γυναικών πάει χέρι χέρι με την οικονομική κρίση του συστήματος, με την πολιτική των μνημονίων που πλήττουν το σύνολο των εργαζομένων και ειδικά τις γυναίκες εργαζόμενες. Η ανεργία και η φτώχεια είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες ενώ και η υποαπασχόληση τις αφορά σε μεγαλύτερο ποσοστό. Η απόκλιση των μισθών μεταξύ ανδρών και γυναικών εργαζομένων είναι 23% κατά μέσο όρο παγκόσμια. Η διάλυση και ιδιωτικοποίηση του κράτους πρόνοιας επιβάρυνε τις γυναίκες με την ανάληψη από αυτές μιας σειράς καθηκόντων φροντίδας, στο μεγάλωμα και στην εκπαίδευση των παιδιών, στη φροντίδα των ηλικιωμένων κ.ά.

Τα δέκα χρόνια μνημονίων συνεχίζονται ουσιαστικά με νέα μνημόνια με αφορμή την πανδημία. Το πλήθος αντεργατικών μέτρων, η αναστολή εργασίας, η τηλεργασία, η μη ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, τα λοκντάουν και η τηλεκπαίδευση, ο εγκλεισμός και η γενική απαγόρευση κυκλοφορίας, η απαγόρευση των διαδηλώσεων και των συναθροίσεων, η άγρια καταστολή των κινητοποιήσεων, οι νόμοι για την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης, ο εργατοκτόνος νόμος Χατζηδάκη, που μετατρέπει τον εργαζόμενο σε σύγχρονο δούλο, χτυπά τον συνδικαλισμό και τις απεργίες και κινητοποιήσεις των εργαζομένων, αποτελούν συνέχεια των μνημονίων. Η πανδημία και οι συνέπειες της αποτυχημένης διαχείρισης της από τους νεοφιλελευθέρους της Ν.Δ. έχουν ως συνέπεια την ακόμα μεγαλύτερη ανεργία, φτώχεια, ανασφάλεια για το αύριο, εργασιακή επισφάλεια.

Κι όλα αυτά συνεπικουρούνται από την τεράστια ιδεολογική επίθεση που δέχονται οι εργαζόμενοι από την αστική τάξη και τις κυβερνήσεις της. Η αξία της ανθρώπινης ζωής, η αξιοπρέπεια των εργαζομένων έχουν εξευτελιστεί από τον νεοφιλελευθερισμό που απαξιώνει τους εργαζόμενους με τον χειρότερο τρόπο, ως «τεμπέληδες», «αμόρφωτους», «άξεστους» και «ένοχους για όλα τα κακά». Οι «άριστοι» είναι αυτοί που διαθέτουν πολύ χρήμα από όπου κι αν προέρχεται. Με την ατομικοποίηση που επιβάλλουν, με τις λογικές της ζούγκλας, με την κοινωνία του ανταγωνισμού, όπως και με την αναβίωση των πιο συντηρητικών και οπισθοδρομικών νοοτροπιών (πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια) δηλητηριάζουν όλη την κοινωνία. Για τους «άριστους» όλοι οι από κάτω και ιδιαίτερα οι πιο αδύναμοι, γυναίκες, παιδιά, μετανάστες πρέπει να υπομένουν την εκμετάλλευση, τη σωματική και ψυχική βία, την κακοποίηση, τον βιασμό του σώματος και της ψυχής.

Ο αμοραλισμός και η διαφθορά των από πάνω δεν έχει όρια. Τι σημασία έχει που οι σημαντικές πηγές πλουτισμού προέρχονται από «παράνομες» δραστηριότητες εμπορίας ναρκωτικών, εμπορίας ανθρώπων για σεξουαλική και εργασιακή εκμετάλλευση, εμπόριο όπλων; Είναι αυτοί που διαχέουν στις κοινωνικές και ανθρώπινες σχέσεις τη βία, που την προβάλουν συνεχώς με τα προϊόντα της μαζικής κουλτούρας τους.

Όλη η παραπάνω εξέλιξη υπονομεύει και συρρικνώνει δραματικά τα δικαιώματα των γυναικών. Επιπλέον η υποχώρηση και η κρίση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος, μαζί με την υποχώρηση του γυναικείου κινήματος, είχε σαν αποτέλεσμα να αφαιρεθούν σημαντικές κατακτήσεις από τις εργαζόμενες γυναίκες.

 Η καταπίεση των γυναικών σαν φύλο, δεν οφείλεται στη «φύση» τους. Είναι δημιούργημα των ταξικών συστημάτων, της δουλείας, της φεουδαρχίας και του καπιταλισμού. Δεν υπήρχε σε όλη τη διάρκεια της πρωτόγονης κοινωνίας στην οποία οι γυναίκες απολάμβαναν την ισότητα με τους άνδρες. Ο καπιταλισμός από την αρχή της ύπαρξής του υποβάθμισε ακόμη περισσότερο τη θέση της γυναίκας με την πυρηνική οικογένεια, είτε κλείνοντας τη γυναίκα στο σπίτι να εξαρτάται αποκλειστικά από τον άνδρα εργάτη, είτε να εργάζεται σαν φθηνό εργατικό δυναμικό. Ο καπιταλισμός έχει αναπτύξει την κατάλληλη ιδεολογία και σαν ταξική κοινωνία είναι ανδροκρατούμενη, όπως επίσης και τους κατάλληλους θεσμούς όπως την οικογένεια, τη θρησκεία, το κράτος, την αστυνομία, τους νόμους και τα δικαστήρια για να ενισχύουν αυτές τις σχέσεις υποδούλωσης και εκμετάλλευσης.

Το ζήτημα της καταπίεσης των γυναικών δεν αφορά μόνο τις εργαζόμενες γυναίκες. Όμως δεν μπορούμε να εξισώνουνε την καταπίεση στις γυναίκες διαφορετικών τάξεων. Οι γυναίκες της αστικής τάξης κατά κανόνα συνδέονται με τον σύζυγο με οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς δεσμούς που αντιπροσωπεύουν και τα συμφέροντα των ίδιων σαν μέλη της αστικής τάξης. Από την άλλη οι εργαζόμενες γυναίκες αποτελούν κομμάτι της εργατικής τάξης, και μάλιστα από τα πιο εκμεταλλευόμενα.

Η θέση της γυναίκας ως ισότιμο μέλος μιας κοινωνίας σημαίνει την αναγκαιότητα της πάλης ενάντια στο σύστημα που γεννά τη γυναικεία καταπίεση, τον καπιταλισμό. Μόνο σε μια κοινωνία χωρίς ταξική ανισότητα, καταπίεση μειονοτήτων και εθνών θα καταργηθεί η ανισότητα των γυναικών — δηλαδή σε μια σοσιαλιστική κοινωνία. Το παραπάνω δεν σημαίνει ότι υποβαθμίζονται τα άμεσα αιτήματα, η πάλη ενάντια στην κατάργηση των κατακτήσεων του γυναικείου και εργατικού κινήματος και η πάλη για τη διεύρυνσή τους. Μόνο με τους αγώνες του γυναικείου και του εργατικού κινήματος μπορεί να μπει φραγμός στη βαρβαρότητα που επιφέρει ο παρηκμασμένος καπιταλισμός. Σε αυτόν τον αγώνα είναι απαραίτητο να παλέψουν μαζί άνδρες και γυναίκες εργαζόμενοι/ες. Είναι λάθος το ζήτημα των δικαιωμάτων των γυναικών να είναι υπόθεση των ΜΚΟ. Τα ζητήματα των γυναικών και οι διεκδικήσεις πρέπει να μπαίνουν μέσα στα σωματεία, στις δουλειές, στις σχολές, στα σχολεία, στις γειτονιές μας. Να διαπαιδαγωγούμαστε —γυναίκες και άντρες— με ένα άλλο τρόπο σκέψης και καθημερινής πρακτικής. Το γυναικείο κίνημα πρέπει να υπάρχει ως ανεξάρτητο κίνημα, αλλά η πάλη των γυναικών για ισότητα συμπορεύεται με την πάλη του εργατικού κινήματος και τις διεκδικήσεις του.

 

— Δημιουργία δημόσιων δομών ώστε να βρίσκουν καταφύγιο οι γυναίκες και τα παιδιά, με οικονομική, νομική και ψυχολογική βοήθεια.

— Άμεση εξεύρεση εργασίας των κακοποιημένων γυναικών.

— Άμεση και γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού – Ισοτιμία μισθών μεταξύ γυναικών –αντρών, κατάργηση της μερικής απασχόλησης.

— Δημόσιοι και δωρεάν παιδικοί σταθμοί και δομές στήριξης της οικογένειας.

— ΑΜΕΣΗ κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων – του νόμου Χατζηδάκη και του νόμου Τσιάρα.