Οι δίδυμοι αστέρες: Χίτλερ-Στάλιν (του Λέον Τρότσκι, 1939)

4 Δεκεμβρίου 1939

Άπαντα του Λέον Τρότσκι, τόμος 12, 1939-1940, Νέα Υόρκη, σ. 113-124

Όταν ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία με αστραπιαία ταχύτητα από τη δύση, ο Στάλιν προωθήθηκε σιωπηρά στη χώρα από την Ανατολή. Όταν ο Χίτλερ, έχοντας υποτάξει 23 εκ. Πολωνούς, πρότεινε τον τερματισμό αυτού του «αχρείαστου» πολέμου, ο Στάλιν παράτησε τα διπλωματικά μέσα και η Κομιντέρν «του», εξύμνησε τα οφέλη της ειρήνης. Όταν ο Στάλιν κατέλαβε στρατηγικές θέσεις στη Βαλτική, ο Χίτλερ πρόθυμα μετέφερε αλλού τους Γερμανούς του. Όταν ο Στάλιν επιτέθηκε στη Φινλανδία , ο χιτλερικός τύπος –και μόνο αυτός στον κόσμο- διακήρυξε την απόλυτη αλληλεγγύη του με το Κρεμλίνο. Οι τροχιές του Στάλιν και του Χίτλερ είναι συνδεδεμένες με μια εσώτερη έλξη. Τι είδους είναι αυτή; Πόσο πρόκειται να διαρκέσει;

Οι δίδυμοι αστέρες είναι είτε «οπτικοί», δηλαδή εμφανείς, είτε «φυσικοί», που σημαίνει πραγματικοί, που σχηματίζουν ένα δίδυμο όπου ο ένας περιστρέφεται γύρω από τον άλλον. Αντιπροσωπεύουν οι Χίτλερ και Στάλιν φαινομενικούς ή πραγματικούς δίδυμους αστέρες στο σημερινό αιματοβαμμένο ουρανό της παγκόσμιας πολιτικής; Και αν είναι πραγματικοί δίδυμοι, ποιος περιστρέφεται γύρω από ποιον;

Ο ίδιος ο Χίτλερ μιλάει συγκρατημένα για την ανθεκτική, «ρεαλιστική» συμφωνία. Ο Στάλιν προτιμά να καπνίζει την πίπα του σιωπηρός. Οι πολιτικοί και οι δημοσιαγράφοι του εχθρικού στρατοπέδου περιγράφουν τον Στάλιν σαν τον κύριο αστέρα και τον Χίτλερ σαν το δορυφόρο προκειμένου να υποδαυλίσουν μια διαμάχη μεταξύ τους. Ας προσπαθήσουμε να αναλύσουμε αυτό το καθόλου απλό ζήτημα, χωρίς να ξεχνάμε ότι οι τροχιές της παγκόσμιας πολιτικής δεν μπορούν να καθοριστούν με τόση ακρίβεια όση αυτές των ουράνιων σωμάτων.

Έχοντας αναδυθεί αρκετά αργότερα από τις δυτικές δυνάμεις, η καπιταλιστική Γερμανία αποτελούσε την πιο ανεπτυγμένη και δυναμική βιομηχανία της ευρωπαϊκής ηπείρου: είχε όμως παραγκωνιστεί στην προηγούμενη μοιρασιά του κόσμου. «Θα τον ξαναμοιράσουμε», διακήρυξαν οι γερμανοί ιμπεριαλιστές το 1914. Έκαναν λάθος. Η αριστοκρατία του πλανήτη ενώθηκε εναντίον τους και θριάμβευσε. Τώρα ο Χίτλερ λαχταρά να επαναλάβει το πείραμα του 1914 σε μια πιο μεγαλεπήβολη κλίμακα. Δεν μπορεί να πάψει να το λαχταρά. Ο γερμανικός καπιταλισμός ασφυκτιά περιορισμένος στα σύνορά του. Παρ’ όλα αυτά το πρόβλημα του Χίτλερ είναι μη επιλύσιμο. Ακόμα κι αν κερδίσει τον πόλεμο, το ξαναμοίρασμα του κόσμου προς όφελος της Γερμανίας δεν μπορεί να συμβεί. Η Γερμανία κατέφτασε πολύ αργά. Ο καπιταλισμός παντού πνίγεται. Οι αποικίες δεν θέλουν να συνεχίσουν να είναι αποικίες. Ο νέος παγκόσμιος πόλεμος θα δώσει μια τρομαχτικά αναζωογονητική ώθηση στο κίνημα για την ανεξαρτησία των καταπιεσμένων εθνών.

Ο Χίτλερ αλλάζει «φιλίες», αλλάζει εκτιμήσεις για έθνη και κυβερνήσεις, σπάει συμφωνίες και συμμαχίες, εξαπατά εχθρούς και φίλους: όμως όλα αυτά υπαγορεύονται από έναν και μόνο σκοπό: το ξαναμοίρασμα του κόσμου. «Η Γερμανία δεν είναι μια παγκόσμια δύναμη προς το παρόν», έγραφε ο Χίτλερ στο βιβλίο του. Όμως «η Γερμανία θα μετατραπεί σε μια παγκόσμια δύναμη ή θα πάψει να υπάρχει». Να μετατρέψει την ενωμένη Γερμανία σε μια βάση για την ευρωπαϊκή κυριαρχία – να μετατρέψει την ενωμένη Ευρώπη σε μια βάση για την πάλη για παγκόσμια κυριαρχία – και συνεπώς για το αδυνάτισμα και τον περιορισμό της Αμερικής: αυτό το καθήκον παραμένει αμετάβλητο για τον Χίτλερ. Αυτός ο σκοπός είναι γι’ αυτόν η δικαιόλογηση για το ολοκληρωτικό καθεστώς με το οποίο κατέπνιξε τις ταξικές συγκρούσεις εντός του γερμανικού έθνους με σιδερένια πυγμή.

Εντελώς αντίθετα είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ΕΣΣΔ. Η τσαρική Ρωσία άφησε μια κληρονομιά μιζέριας και οπισθοδρόμησης. Η αποστολή του σοβιετικού καθεστώτος δεν είναι αυτή της εξασφάλισης νέων πεδίων για τις παραγωγικές δυνάμεις, αλλά αυτή της ανάδειξης των παραγωγικών δυνάμεων των παλιών πεδίων. Τα οικονομικά καθήκοντα της ΕΣΣΔ δεν απαιτούν αναγκαστικά την επέκταση των συνόρων της. Το επίπεδο των παραγωγικών της δυνάμεων απαγορεύει έναν μεγάλο πόλεμο. Η επιθετική της δύναμη δεν είναι υπολογίσιμη. Η αμυντική της δύναμη στηρίζεται, κυρίως, στην αχανή της έκταση.

Μετά τις τελευταίες «επιτυχίες» του Κρεμλίνου, έχει γίνει της μόδας να συγκρίνεται η τωρινή πολιτική της Μόσχας με την παραδοσιακή πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία, κρατώντας τη δική της ουδετερότητα, διατήρησε μια ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη και την ίδια στιγμή κράτησε στα χέρια της το κλειδί  γι’ αυτή την ισορροπία δυνάμεων. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, το Κρεμλίνο μεταπήδησε στο πλευρό της Γερμανίας επειδή αυτή είναι η ασθενέστερη δύναμη, μόνο προκειμένου να μετατοπιστεί στο εχθρικό στρατόπεδο στην περίπτωση που οι γερμανικές επιτυχίες ήταν πολύ μεγάλες. Τα πάντα σε αυτή τη θεωρία είναι ανεστραμμένα. Η παραδοσιακή πολιτική της Βρετανίας ήταν δυνατή χάρη στο τρομερό οικονομικό προβάδισμά της έναντι όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Η Σοβιετική Ένωση, αντίθετα, με οικονομικούς όρους είναι η πιο αδύναμη απ’ όλες τις μεγάλες δυνάμεις.

Τον περασμένο Μάρτη, μετά από πολλά χρόνια ακραίας κομπορρημοσύνης, ο Στάλιν για πρώτη φορά μίλησε στο Συνέδριο του Ρώσικου Κομμουνιστικού Κόμματος για τη συγκριτική παραγωγικότητα της εργασίας ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και στη Δύση. Αυτή η εξόρμηση στον κόσμο της παγκόσμιας στατιστικής έγινε προκειμένου να δικαιολογήσει την φτώχεια κάτω από την οποία ζουν ακόμη οι λαοί της ΕΣΣΔ. Για να φτάσει τη Γερμανία στην παραγωγή ακατέργαστου σιδήρου, η ΕΣΣΔ σε σχέση με τον πληθυσμό της θα έπρεπε να παράγει 45 εκ. τόνους το χρόνο αντί για τους σημερινούς 15 εκ. Για να φτάσει τις ΗΠΑ, θα έπρεπε να αυξήσει αυτή την ετήσια παραγωγή σε 60 εκ. τόνους – που σημαίνει να την τετραπλασιάσει. Τα ίδια και ακόμα χειρότερα ισχύουν και για τους άλλους βιομηχανικούς κλάδους. Ο Στάλιν, εν κατακλείδι, εξέφρασε την ελπίδα ότι η Σοβιετική Ένωση θα φτάσει τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες μέσα στα επόμενα δέκα με δεκαπέντε χρόνια. Φυσικά, αυτό το χρονοδιάγραμμα είναι αμφισβητήσιμο. Αλλά η εμπλοκή της ΕΣΣΔ σε έναν μεγάλο πόλεμο πριν το τέλος αυτής της περιόδου θα σηματοδοτούσε σε κάθε περίπτωση μια μάχη με άνισα όπλα.

Ο υποκειμενικός παράγοντας, όχι λιγότερο σημαντικός από τον υλικό, έχει χειροτερεύσει απότομα τα τελευταία χρόνια. Η πορεία προς τη σοσιαλιστική ισότητα που διακηρύχθηκε από την επανάσταση έχει καταπνιγεί και δυσφημηθεί. Στην ΕΣΣΔ υπάρχουν 12 με 15 εκ. προνομιούχοι που συγκεντρώνουν στα χέρια τους περίπου το μισό εθνικό εισόδημα, και που αποκαλούν αυτό το καθεστώς «σοσιαλισμό». Από την άλλη, υπάρχουν περίπου 160 εκ. άνθρωποι που καταπιέζονται από τη γραφειοκρατία και ζουν κάτω από φριχτή φτώχεια.

Οι σχέσεις του Χίτλερ και του Στάλιν με τον πόλεμο είναι πλήρως αντικρουόμενες. Το ολοκληρωτικό καθεστώς του Χίτλερ αναδύθηκε από το φόβο των κατεχουσών τάξεων της Γερμανίας μπροστά σε μια σοσιαλιστική επανάσταση. Ο Χίτλερ εξουσιοδοτήθηκε από τους κατέχοντες να σώσει την ιδιοκτησία τους από την απειλή του Μπολσεβικισμού με κάθε κόστος, και να τους ανοίξει ένα πέρασμα στην παγκόσμια αρένα. Το ολοκληρωτικό καθεστώς του Στάλιν προέκυψε από το φόβο της νέας κάστας των νεόπλουτων της επανάστασης μπροστά στον στραγγαλισμένο επαναστατικό λαό.

Ο πόλεμος είναι επικίνδυνος και για τους δύο. Όμως ο Χίτλερ δεν μπορεί να επιτελέσει την ιστορική του αποστολή με άλλον τρόπο. Ένας νικηφόρος επιθετικός πόλεμος θα εξασφάλιζε το οικονομικό μέλλον του γερμανικού καπιταλισμού και, μαζί με αυτό, του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος.

Τα πράγματα είναι διαφορετικά για τον Στάλιν. Δεν μπορεί να διεξάγει έναν επιθετικό πόλεμο έχοντας οποιαδήποτε ελπίδα για νίκη. Στην περίπτωση που η ΕΣΣΔ μπει στον πόλεμο, με τα αναρίθμητα θύματα και κακουχίες του, η όλη απάτη του επίσημου καθεστώτος, η βαναυσότητα και η βία της, θα προκαλέσουν αναπόφευκτα μια ριζική αντίδραση σε ένα τμήμα του λαού, ο οποίος έχει ήδη πραγματοποιήσει τρεις επαναστάσεις σε αυτό τον αιώνα. Κανείς δεν το γνωρίζει αυτό καλύτερα από τον Στάλιν. Η θεμελιώδης σκέψη της εξωτερικής πολιτικής του είναι η αποφυγή ενός γενικευμένου πολέμου.

Ο Στάλιν σχεδίασε μια συμμαχία με τον Χίτλερ, προς έκπληξη όλων των ρουτινιάρικων διπλωματών και των αφελών πατσιφιστών, γιατί ο κίνδυνος ενός γενικευμένου πολέμου θα μπορούσε να προέλθει μόνο από τον Χίτλερ, και γιατί, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Κρεμλίνου, η Γερμανία είναι ισχυρότερη από τους πιθανούς εχθρούς της. Οι παρατεταμένες συσκέψεις στη Μόσχα με τις στρατιωτικές αντιπροσωπείες της Γαλλίας και της Αγγλίας το προηγούμενο καλοκαίρι, λειτούργησαν όχι μόνο σαν ένα καμουφλάζ για τις διαπραγματεύσεις με τον Χίτλερ, αλλά και σαν ευθεία κατασκοπεία για στρατιωτικές πληροφορίες. Το γενικό επιτελείο της Μόσχας πείστηκε, προφανώς, ότι οι Σύμμαχοι ήταν ελλιπώς προετοιμασμένοι για έναν γενικευμένο πόλεμο. Μία βαθιά στρατιωτικοποιημένη Γερμανία είναι ένας επίφοβος εχθρός: υπάρχει πιθανότητα να εξαγοράσεις την εύνοιά της μόνο συνεργαζόμενος στα σχέδιά της.

Η απόφαση του Στάλιν καθορίστηκε από αυτό το συμπέρασμα. Η συμμαχία με τον Χίτλερ όχι μόνο εξάλειψε για πρώτη φορά τον κίνδυνο εμπλοκής της ΕΣΣΔ σε έναν γενικευμένο πόλεμο, αλλά άνοιξε επίσης τη δυνατότητα να κερδίσει κάποια άμεσα στρατηγικά πλεονεκτήματα. Στην Άπω Ανατολή ο Στάλιν υποχωρούσε ξανά και ξανά επί σειρά ετών για να αποφύγει τον πόλεμο. Στα Δυτικά σύνορα οι περιστάσεις ήταν τέτοιες που κατάφερνε να τον αποφύγει πραγματοποιώντας μια φυγή προς τα εμπρός: όχι παραδίδοντας περιοχές αλλά ενσωματώνοντας καινούριες.

Ο τύπος των Συμμάχων αναπαριστά την κατάσταση σαν ο Χίτλερ να είναι αιχμάλωτος του Στάλιν, και παραφουσκώνει τα οφέλη που πέτυχε η Μόσχα σε βάρος της Γερμανίας – τη μισή Πολωνία (πληθυσμιακά περίπου το ένα τρίτο), συν την κυριαρχία στην ανατολική ακτή της Βαλτικής, συν ένα πέρασμα για τα Βαλκάνια κ.λπ. Τα κέρδη της Μόσχας είναι αναμφισβήτητα υπολογίσιμα. Αλλά το τελικό σκορ δεν έχει καθοριστεί ακόμα. Ο Χίτλερ ξεκίνησε έναν πόλεμο σε παγκόσμια κλίμακα. Απ’ αυτό τον πόλεμο, η Γερμανία είτε θα καταστεί κυρίαρχος της Ευρώπης και όλων των ευρωπαϊκών αποικιών, είτε θα καταρρεύσει. Το να διασφαλίσει το ανατολικό του μέτωπο σε έναν τέτοιον πόλεμο είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τον Χίτλερ.  Αντάμειψε το Κρεμλίνο με επαρχίες της πρώην τσαρικής αυτοκρατορίας. Είναι τόσο μεγάλη αυτή η πληρωμή;

Το επιχείρημα ότι ο Στάλιν εξαπάτησε τον Χίτλερ με την εισβολή στην Πολωνία και την πίεσή του πάνω στις βαλτικές χώρες είναι εντελώς παράλογο. Είναι πολύ πιθανότερο ο ίδιος ο Χίτλερ να ώθησε τον Στάλιν να καταλάβει την Ανατολική Πολωνία και να βάλει χέρι στα βαλτικά κράτη. Δεδομένου ότι ο Εθνικοσοσιαλισμός αναπτύχθηκε βασισμένος σε μια σταυροφορία εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, ο Στάλιν προφανώς δεν θα μπορούσε να βασιστεί στον λόγο της τιμής του Χίτλερ. Οι διαπραγματεύσεις διεξήχθησαν σε έναν «ρεαλιστικό» τόνο. «Με φοβάσαι;», ρώτησε ο Χίτλερ τον Στάλιν. «Θες εγγυήσεις; Πάρε τις μόνος σου». Και ο Στάλιν τις πήρε. Να το αναπαριστούμε αυτό σαν το νέο δυτικό σύνορο της ΕΣΣΔ να αποτελεί ένα μόνιμο εμπόδιο για την πορεία του Χίτλερ προς τα ανατολικά, παραβιάζει κάθε λογική. Ο Χίτλερ λύνει τα ζητήματα του σταδιακά.

Στην ημερήσια διάταξη τώρα βρίσκεται η συντριβή της Μεγάλης Βρετανίας. Χάριν αυτού του στόχου μπορεί να θυσιαστεί κάτι. Η πορεία προς τα ανατολικά προϋποθέτει έναν μεγάλο πόλεμο μεταξύ Γερμανίας και ΕΣΣΔ. Όταν έρθει η ώρα για αυτόν τον πόλεμο, το ερώτημα σε ποιον μεσημβρινό θα ξεκινήσει αυτή η πάλη θα έχει μόνο δευτερεύουσα σημασία.

Η επίθεση στη Φιλανδία φαίνεται με μια πρώτη ματιά να είναι αντίθετη με τον φόβο του Στάλιν για τον πόλεμο. Αλλά στην πραγματικότητα το ζήτημα είναι διαφορετικό.  Πέρα από τα σχέδια, υπάρχει μια αντικειμενική λογική σε αυτή την κατάσταση. Προκειμένου να αποφύγει τον πόλεμο, ο Στάλιν συμμάχησε με τον Χίτλερ. Προκειμένου να εξασφαλίσει τον εαυτό του έναντι του Χίτλερ, κατέλαβε μια σειρά από θέσεις στις ακτές της Βαλτικής. Ωστόσο, η αντίσταση της Φιλανδίας απειλούσε να εκμηδενίσει όλα αυτά τα στρατηγικά πλεονεκτήματα ή ακόμα και να τα μετατρέψει στο αντίθετό τους. Ποιος θα τακτοποιούσε τους λογαριασμούς του με τη Μόσχα, αν το Ελσίνκι αρνιόταν; Ο Στάλιν, έχοντας διαβάσει το Άλφα, αναγκάζεται να διαβάσει το Βήτα. Μετά θα ακολουθήσουν τα υπόλοιπα γράμματα του αλφάβητου. Το ότι ο Στάλιν προσπαθεί να αποδράσει από τον πόλεμο, δεν σημαίνει ότι ο πόλεμος θα επιτρέψει στον Στάλιν να αποδράσει.

Η Γερμανία προφανώς ώθησε τη Μόσχα εναντίον της Φιλανδίας. Κάθε βήμα της Μόσχας προς τα δυτικά έφερνε πιο κοντά την εμπλοκή της Σοβιετικής Ένωσης στον πόλεμο. Αν αυτός ο στόχος εκπληρωνόταν, η παγκόσμια κατάσταση θα άλλαζε σημαντικά. Η Μέση και Άπω Ανατολή θα γινόταν το θέατρο του πολέμου. Το ζήτημα της Ινδίας θα ανέκυπτε άμεσα. Ο Χίτλερ θα ανάσανε με ανακούφιση και, στην περίπτωση μιας ατυχούς τροπής των γεγονότων, θα κέρδιζε τη δυνατότητα υπογραφής μιας ειρήνης σε βάρος της Σοβιετικής Ένωσης. Η Μόσχα αναμφισβήτητα έτριζε τα δόντια της διαβάζοντας τα φιλικά άρθρα στον γερμανικό τύπο. Όμως το να τρίζεις τα δόντια σου δεν είναι πολιτικός παράγοντας. Το Σύμφωνο παρέμενε σε ισχύ. Και ο Στάλιν παραμένει δορυφόρος του Χίτλερ.

Τα άμεσα οφέλη της Μόσχας από το Σύμφωνο είναι αδιαμφισβήτητα. Για όσο καιρό η Γερμανία είναι απασχολημένη στο δυτικό μέτωπο, η Σοβιετική Ένωση νιώθει πολύ πιο ελεύθερη στην Άπω Ανατολή. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πραγματοποιηθούν εκεί επιθετικές επιχειρήσεις. Είναι αλήθεια ότι η γιαπωνέζικη ολιγαρχία είναι ακόμη λιγότερη ικανή να εξαπολύσει έναν πόλεμο απ’ ό,τι αυτή της Μόσχας. Ωστόσο, όντας αναγκασμένη να αντιμετωπίσει τη Δύση, η Μόσχα δεν μπορεί να έχει το παραμικρό κίνητρο για επέκταση στην Ασία. Η Ιαπωνία, από τη μεριά της, πρέπει να σκεφτεί ότι μπορεί να περιμένει μια σοβαρή ή ακόμα και λυσσασμένη αντίσταση από την ΕΣΣΔ. Υπ’ αυτές τις συνθήκες το Τόκιο πρέπει να προτιμά το πρόγραμμα του ναυτικού της – μια επίθεση όχι στη Δύση αλλά στο Νότο, εναντίον των Φιλιππίνων, των Ολλανδικών Ανατολικών Ινδιών, του Βόρνεο, της Γαλλικής Ινδοκίνας, της Βρετανικής Μπούρμα… Μια συμφωνία μεταξύ Μόσχας και Τόκιο πάνω σε αυτήν τη βάση θα αποτελούσε ένα συμμετρικό συμπλήρωμα στο σύμφωνο Μόσχας-Βερολίνου. Το ερώτημα του κατά πόσο αυτό θα επηρέαζε την κατάσταση των ΗΠΑ δεν άπτεται το θέματος αυτού του άρθρου.

Αναφερόμενος στην έλλειψη πρώτων υλών στην ίδια τη Ρωσία, ο παγκόσμιος τύπος επιμένει στην ασημαντότητα της οικονομικής βοήθειας που μπορεί ο Στάλιν να παρέχει στον Χίτλερ. Το ζήτημα, ωστόσο, δεν είναι τόσο απλό. Η έλλειψη πρώτων υλών στην ΕΣΣΔ έχει έναν σχετικό, όχι απόλυτο χαρακτήρα: η γραφειοκρατία στην πορεία της προς έναν υψηλό ρυθμό βιομηχανικής ανάπτυξης δεν μπορεί να διατηρήσει την απαιτούμενη ισορροπία ανάμεσα στους διαφορετικούς τομείς της οικονομίας. Αν ο ρυθμός ανάπτυξης της βιομηχανίας μειωθεί για 1-2 χρόνια από 15% σε 10 ή 5%, ακόμη περισσότερο αν η βιομηχανική παραγωγή διατηρηθεί στα επίπεδα του προηγούμενου έτους, ένα σημαντικό πλεόνασμα πρώτων υλών εμφανίζεται αμέσως. Ο απόλυτος αποκλεισμός του γερμανικού εξωτερικού εμπορίου, από την άλλη, θα κατευθύνει αναπόφευκτα έναν υπολογίσιμο αριθμό γερμανικών εξαγωγών στη Ρωσία, σε αντάλλαγμα για τις σοβιετικές πρώτες ύλες.

Επιπλέον, δεν πρέπει να λησμονείται, ότι η ΕΣΣΔ έχει αποθηκεύσει και συνεχίζει να το κάνει, τεράστια αποθέματα πρώτων υλών και τροφίμων για αμυντικούς στρατιωτικούς σκοπούς. Ένα σημαντικό μέρος αυτών μπορεί να παίξει το ρόλο μιας πιθανής πηγής ανεφοδιασμού της Γερμανίας. Επίσης, η Μόσχα μπορεί να δώσει στον Χίτλερ χρυσό, ο οποίος παρόλες τις προσπάθειες να εγκαθιδρυθεί μια κλειστή οικονομία παραμένει μια από τις σημαντικές πηγές για όπλα και εφόδια στη διάρκεια ενός πολέμου. Τελικά, η φιλική ουδετερότητα της Μόσχας διευκολύνει εξαιρετικά τη Γερμανία στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων των βαλτικών χωρών, της Σκανδιναβίας και των Βαλκανίων. «Μαζί με τη Σοβιετική Ρωσία», έγραφε όχι αβάσιμα η Völkischer Beobachter [Παρατηρητής του Λαού], όργανο του Χίτλερ, στις 2 Νοεμβρίου, «ελέγχουμε τις πηγές πρώτων υλών και διατροφικών αποθεμάτων ολόκληρης της Ανατολής».

Αρκετούς μήνες πριν την κατάληξη του Συμφώνου μεταξύ Μόσχας και Βερολίνου, το Λονδίνο αξιολόγησε πιο νηφάλια απ’ ό,τι τώρα τη σημασία της οικονομικής βοήθειας που θα μπορούσε η ΕΣΣΔ να δώσει στον Χίτλερ. Μία ημιεπίσημη έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων πάνω στα «πολιτικά και στρατηγικά συμφέροντα του Ηνωμένου Βασιλείου» (η εισαγωγή έχει ημερομηνία Μάρτιος του 1939), δηλώνει σχετικά με την πιθανότητα μιας επαναπροσέγγισης ΕΣΣΔ-Γερμανίας: «Ο κίνδυνος για τη Μεγάλη Βρετανία από έναν τέτοιο συνδυασμό μπορεί να είναι μεγάλος. Είναι αμφισβητήσιμο», συνεχίζει ο συλλογικός συγγραφέας, «πόσο μπορεί η Μεγάλη Βρετανία να ελπίζει να φτάσει σε μια αποφασιστική νίκη έναντι της Γερμανίας, εκτός κι αν το ανατολικό μέτωπο της τελευταίας μπλοκαριστεί από στεριάς». Αυτή η εκτίμηση αξίζει τη μεγαλύτερη προσοχή. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η συμμαχία με την ΕΣΣΔ  αμβλύνει την αποτελεσματικότητα του αποκλεισμού εναντίον της Γερμανίας τουλάχιστον κατά 25% και πιθανώς και αρκετά περισσότερο.

Στην υλική υποστήριξη είναι αναγκαίο να προστεθεί –αν είναι αυτός ο κατάλληλος όρος– η ηθική υποστήριξη. Μέχρι τα τέλη Αυγούστου η Κομιντέρν απαιτούσε την απελευθέρωση της Αυστρίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Αλβανίας, της Αβησσυνίας και σιωπούσε για τις βρετανικές αποικίες. Τώρα η Κομιντέρν σιωπά για την Τσεχοσλοβακία, υποστηρίζει τη διαίρεση της Πολωνίας, αλλά απαιτεί την απελευθέρωση της Ινδίας. Η Πράβντα της Μόσχας επιτίθεται στην καταστολή των ελευθεριών στον Καναδά αλλά σιωπά για τις αιματηρές εκτελέσεις Τσέχων από τον Χίτλερ και για τα βασανιστήρια των πολωνών Εβραίων.  Όλα αυτά σημαίνουν ότι το Κρεμλίνο ακόμα διατηρεί μια υψηλή εκτίμηση για την ισχύ της Γερμανίας.

Και το Κρεμλίνο έχει δίκιο. Η Γερμανία είναι, όντως, ανίκανη να διεξάγει έναν «αστραποβόλο» πόλεμο εναντίον της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας – αλλά κανείς σοβαρός άνθρωπος δεν πίστεψε αυτή την πιθανότητα. Ωστόσο, η διεθνής προπαγάνδα που προσπαθεί να παρουσιάσει τον Χίτλερ σαν έναν παράφρονα που οδηγείται σε αδιέξοδο, είναι εξαιρετικά επιπόλαιη. Ο Χίτλερ απέχει ακόμη πολύ από αυτό. Δυναμική βιομηχανία, τεχνική ιδιοφυία, πνεύμα πειθαρχίας – όλα αυτά είναι παρόντα: η ανυπέρβλητη γερμανική στρατιωτική μηχανή μένει ακόμα να αποκαλυφθεί. Διακυβεύεται η μοίρα της χώρας και του καθεστώτος.

Η πολωνική κυβέρνηση και η τσεχοσλοβάκικη ημι-κυβέρνηση βρίσκονται τώρα στη Γαλλία. Ποιος ξέρει αν η γαλλική κυβέρνηση δεν θα χρειαστεί να ψάξει για άσυλο στη Μεγάλη Βρετανία μαζί με τη βέλγικη, την ολλανδική, την πολωνική και την τσεχοσλοβάκικη κυβέρνηση; Δεν πιστεύω ούτε για ένα λεπτό, όπως έχω δηλώσει, στην πραγματοποίηση των σχεδίων του Χίτλερ για μία Pax Germanica – δηλαδή παγκόσμια κυριαρχία. Ο γερμανικός ιμπεριαλισμός έφτασε πολύ αργά: η μιλιταριστική μανία του θα καταλήξει σε μια τρομερή καταστροφή. Αλλά πριν έρθει αυτή η καταστροφή πολλά πράγματα θα ανατραπούν στην Ευρώπη. Ο Στάλιν δεν θέλει να είναι ένα από αυτά. Πάνω απ’ όλα, προφυλάσσει τον εαυτό του από το να σπάσει τους δεσμούς του με τον Χίτλερ πολύ σύντομα.

Ο τύπος των Συμμάχων ψάχνει για συμπτώματα «ψυχρότητας» μεταξύ των νέων φίλων και κάθε μέρα προβλέπει μια ρήξη. Είναι αδύνατον, πράγματι, να αρνηθεί κανείς ότι ο Μολότοφ δεν αισθάνεται ιδιαίτερα χαρούμενος στην αγκαλιά του Ρίμπεντροπ. Για πολλά χρόνια όλοι οι αντιπολιτευόμενοι στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ στιγματίζονταν, κυνηγούνταν και εκτελούνταν ως πράκτορες των Ναζί. Έχοντας ολοκληρώσει αυτό το έργο, ο Στάλιν σύναψε μια στενή συμμαχία με τον Χίτλερ. Μέσα σε ολόκληρη τη χώρα υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι στενά συνδεδεμένοι με αυτούς που εκτελέστηκαν ή φυλακίστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης λόγω της υποτιθέμενης συμμαχίας τους με τους Ναζί, και αυτά τα εκατομμύρια είναι τώρα προσεχτικοί αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικοί αγκιτάτορες εναντίον του Στάλιν. Σε αυτό είναι αναγκαίο να προσθέσουμε τα συγκαλυμμένα παράπονα της Κομιντέρν – οι άτυχοι ξένοι πράκτορες του Κρεμλίνου δεν αισθάνονται άνετα. Ο Στάλιν αναμφισβήτητα προσπαθεί να αφήσει ανοιχτή και την άλλη πιθανότητα. Ο Λιτβίνοφ εμφανίστηκε απροσδόκητα στο βήμα στο Μαυσωλείο του Λένιν στις 7 Νοέμβρη. Σε αυτή την παρέλαση, τα πορτραίτα του γραμματέα της Κομιντέρν, Δημητρόφ, και του ηγέτη των γερμανών κομμουνιστών, Τέλμαν, φέρονταν από τους παρελαύνοντες.

Όλα αυτά, ωστόσο, είναι η διακοσμητική πλευρά της πολιτικής, όχι η ουσία της. Ο Λιτβίνοφ, όπως και τα επιδεικνυόμενα πορτραίτα, ήταν απαραίτητος πάνω απ’ όλα για την ικανοποίηση των σοβιετικών εργατών και της Κομιντέρν. Μόνο έμμεσα, επομένως, ο Στάλιν αφήνει να εννοηθεί στους Συμμάχους ότι κάτω από συγκεκριμένες περιστάσεις μπορεί να αλλάξει πλευρά. Αλλά μόνο ονειροπόλοι μπορούν να φανταστούν ότι μια στροφή στην εξωτερική πολιτική του Κρεμλίνου βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Όσο ο Χίτλερ παραμένει ισχυρός –και είναι πολύ ισχυρός– ο Στάλιν θα παραμένει ο δορυφόρος του.

Όλα αυτά μπορεί να είναι αλήθεια, ίσως πει ένας προσεχτικός αναγνώστης, αλλά τι γίνεται με την επανάσταση; Δεν πιστεύει το Κρεμλίνο στην πιθανότητα, τη δυνατότητα, ακόμα και το αναπόφευκτο αυτή να συμβεί; Η ένσταση αυτή έχει βάση. Η Μόσχα είναι η τελευταία που θα αμφισβητήσει ότι ένας γενικευμένος πόλεμος θα προκαλέσει επανάσταση. Όμως ο πόλεμος δεν ξεκινά, αλλά τελειώνει με την επανάσταση. Πριν ξεσπάσει η επανάσταση του 1918στη Γερμανία, ο γερμανικός στρατός είχε καταφέρει θανάσιμα χτυπήματα εναντίον του τσαρισμού. Κατά τον ίδιο τρόπο, αυτός ο πόλεμος μπορεί να συντρίψει τη γραφειοκρατία του Κρεμλίνου πολύ πριν ξεσπάσει η επανάσταση σε κάποια άλλη καπιταλιστική χώρα. Η αξιολόγησή μας σχετικά με την εξωτερική πολιτική του Κρεμλίνου, συνεπώς, διατηρεί την ισχύ της ανεξάρτητα από την προοπτική της επανάστασης.

Ωστόσο, προκειμένου να προσανατολιστεί κάποιος σωστά σε σχέση με τις μελλοντικές μανούβρες της Μόσχας στην εξέλιξη των σχέσεών της με το Βερολίνο, είναι αναγκαίο να απαντήσει στο ερώτημα: Προτείνει το Κρεμλίνο την αξιοποίηση του πολέμου για την επέκταση της παγκόσμιας επανάστασης, κι αν ναι, πώς; Στις 9 Νοεμβρίου, ο Στάλιν θεώρησε πως είναι απαραίτητο να απορρίψει με εξαιρετικά ωμό τρόπο  την υπόθεση ότι επιθυμεί «την επιμήκυνση του πολέμου όσο το δυνατόν περισσότερο, μέχρι την εξάντληση των αντιμαχόμενων». Σε αυτή την περίπτωση ο Στάλιν είπε την αλήθεια. Δεν επιθυμεί καθόλου έναν παρατεταμένο πόλεμο, για δύο λόγους: πρώτον, θα παρέσυρε αναπόφευκτα την ΕΣΣΔ στη δίνη του. Δεύτερον, θα προκαλούσε αναπόφευκτα επανάσταση στην Ευρώπη. Το Κρεμλίνο, αρκετά βάσιμα, τα τρέμει και τα δύο.

«Η εσωτερική ανάπτυξη της Ρωσίας», δηλώνουν οι ερευνητές του Βασιλικού Ινστιτούτου του Λονδίνου, «τείνει να δημιουργήσει μια “γραφειοκρατία” διοικητών και αξιωματούχων που κατέχουν αρκετά προνόμια ώστε να είναι πολύ ικανοποιημένοι με το στάτους κβο… Μπορούμε να θεωρήσουμε τις διάφορες διώξεις ως μέρος μιας διαδικασίας με την οποία εκδιώκονται όποιοι επιθυμούν να αλλάξει την τάξη πραγμάτων. Μια τέτοια ερμηνεία χρωματίζει την πεποίθηση ότι η επαναστατική περίοδος στη Ρωσία έχει τελειώσει, και εφεξής αυτοί που βρίσκονται στην εξουσία θα προσπαθούν μόνο να διατηρήσουν τα οφέλη που τους απέφερε η επανάσταση».

Αυτό είναι πραγματικά καλά ειπωμένο! Πάνω από δύο χρόνια πριν έγραφα στη Liberty: «Ο Χίτλερ παλεύει ενάντια στη γαλλοσοβιετική συμμαχία, γιατί θέλει να έχει ελεύθερα τα χέρια του για μια συμφωνία με τη Μόσχα εναντίον του Παρισιού». Εκείνη την περίοδο τα λόγια αυτά είχαν εκληφθεί ως μια προκατειλημμένη άποψη. Τα γεγονότα την επιβεβαίωσαν.

Η Μόσχα αντιλαμβάνεται πολύ καλά πως ο πόλεμος σε εκτεταμένη κλίμακα θα φέρει μια περίοδο τεράστιων κοινωνικών και πολιτικών συνεπειών. Αν αυτοί στη Μόσχα μπορούσαν στα σοβαρά να ελπίζουν να ελέγξουν το επαναστατικό κίνημα και να το  καθυποτάξουν στα δικά τους συμφέροντα, ο Στάλιν φυσικά θα το καλοδεχόταν. Αντιλαμβάνεται όμως πως η επανάσταση είναι το αντίθετο της γραφειοκρατίας και ότι θα παραμερίσει χωρίς έλεος τον προνομιούχο, συντηρητικό μηχανισμό της. Τι θλιβερές ήττες υπέφερε η γραφειοκρατική κλίκα του Κρεμλίνου κατά την Κινέζικη επανάσταση του 1925-1927 και κατά την Ισπανική επανάσταση του 1931-1939! Πάνω στο κύμα μιας νέας επανάστασης, μια νέα διεθνής οργάνωση θα αναδειχθεί αναπόφευκτα, θα αφανίσει την Κομιντέρν και θα καταφέρει ένα θανάσιμο χτύπημα στην αυθεντία της σοβιετικής γραφειοκρατίας μέσα στο εθνικό οχυρό της στην ΕΣΣΔ.

Η σταλινική φράξια ανήλθε στην εξουσία μέσω της πάλης της ενάντια στον λεγόμενο «Τροτσκισμό». Μέχρι τώρα, όλες οι διώξεις και όλες οι στημένες δίκες και όλες οι εκτελέσεις πραγματοποιήθηκαν κάτω από την ταμπέλα της πάλης ενάντια στον «Τροτσκισμό». Ουσιαστικά, η Μόσχα σε αυτό τον χαρακτηρισμό εκφράζει το φόβο της νέας ολιγαρχίας για τις μάζες. Η ταμπέλα του «Τροτσκισμού», βολική από μόνη της, έχει πάρει παρόλα αυτά ήδη έναν διεθνή χαρακτήρα. Δεν μπορώ να μην αναφέρω τρία πρόσφατα περιστατικά, γιατί είναι πολύ χαρακτηριστικά συμπτώματα όλων των πολιτικών διαδικασιών που γεννιούνται από τον πόλεμο, και ταυτόχρονα αποκαλύπτουν ξεκάθαρα την πηγή του φόβου του Κρεμλίνου για την επανάσταση.

Σε ένα γαλλικό περιοδικό, αναφέρεται μια συζήτηση μεταξύ του γάλλου πρέσβη Κουλόντρ και του Χίτλερ, στις 25 Αυγούστου, εννιά μέρες προτού διακοπούν οι διπλωματικές σχέσεις. Ο Χίτλερ τσιρίζει και καυχιέται για το Σύμφωνο στο οποίο κατέληξε με τον Στάλιν: «όχι απλά ένα θεωρητικό σύμφωνο αλλά, θα έλεγα, ένα σαφές σύμφωνο.  Εγώ πιστεύω ότι θα υπερισχύσω, και εσείς πιστεύετε το ίδιο για σας. Αλλά αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι θα χυθεί γερμανικό και γαλλικό αίμα» κ.λπ. Ο Γάλλος πρέσβης απαντάει: « Αν όντως πίστευα ότι θα νικήσουμε, θα φοβόμουν επίσης ότι ως αποτέλεσμα του πολέμου θα αναδειχθεί μόνο ένας πραγματικός νικητής – ο κύριος Τρότσκι». Διακόπτωντας τον πρέσβη, ο Χίτλερ ουρλιάζει: « Γιατί τότε δίνετε λευκή επιταγή στην Πολωνία;» Το όνομα εδώ, έχει ασφαλώς έναν καθαρά συμβατικό χαρακτήρα. Αλλά δεν είναι τυχαίο ότι τόσο ο δημοκρατικός διπλωμάτης όσο και ο απολυταρχικός δικτάτορας αποδίδουν στο φάντασμα της επανάστασης το όνομα του ανθρώπου που το Κρεμλίνο θεωρεί τον υπ’ αριθμό ένα εχθρό του. Και οι δύο συνομιλητές συμφωνούν, σαν να είναι αυταπόδεικτο, ότι η επανάσταση θα αναπτυχθεί κάτω από μια σημαία εχθρική στο Κρεμλίνο.

Ο πρώην ανταποκριτής στο Βερολίνο της γαλλικής ημιεπίσημης εφημερίδας Temps (Χρόνος), γράφοντας τώρα από την Κοπεγχάγη, αναφέρει στην αναφορά του στις 24 Σεπτεμβρίου ότι κάτω από την κάλυψη του σκοταδιού που επικρατεί κατά τη διάρκεια των μπλακ άουτ του Βερολίνου, επαναστατικά στοιχεία τυπώνουν πλακάτ στις εργατικές συνοικίες με τα εξής συνθήματα: «Κάτω ο Χίτλερ και ο Στάλιν! Ζήτω ο Τρότσκι!». Με αυτόν τον τρόπο οι πιο θαρραλέοι εργάτες του Βερολίνου εκφράζουν τη θέση τους για το Σύμφωνο. Και η επανάσταση θα καθοδηγηθεί από τους θαρραλέους και όχι από τους δειλούς. Ευτυχώς ο Στάλιν δεν έχει αναγκαστεί να κάνει μπλακ άουτ στη Μόσχα. Ειδάλλως, οι δρόμοι της σοβιετικής πρωτεύουσας θα γέμιζαν με όχι λιγότερο σημαντικά συνθήματα.

Την παραμονή της επετείου της τσέχικης ανεξαρτησίας, ο διοικητής βαρόνος φον Νόιραθ και η τσέχικη κυβέρνηση, απαγόρευσαν αυστηρά όλες τις διαδηλώσεις – «η αναταραχή ανάμεσα στους εργάτες της Πράγας, και ειδικά η απειλή μιας απεργίας, έχουν στιγματιστεί επίσημα ως έργο “τροτσκιστών κομμουνιστών”» (New York Times, 28 Οκτωβρίου). Δεν έχω καμία πρόθεση να φουσκώσω το ρόλο των «τροτσκιστών» στις διαδηλώσεις της Πράγας. Αλλά το ίδιο το γεγονός ότι ο ρόλος τους παραφουσκώθηκε εξηγεί γιατί οι κυβερνήτες του Κρεμλίνου φοβούνται την επανάσταση, όχι λιγότερο από τον Κουλόντρ, τον Χίτλερ και τον βαρόνο φον Νόιραθ.

Μα η σοβιετοποίηση της Δυτικής Ουκρανίας και της Λευκορωσίας (Ανατολικής Πολωνίας), όπως και η πρόσφατη απόπειρα σοβιετοποίησης της Φιλανδίας –  δεν αποτελούν πράξεις σοσιαλιστικής επανάστασης; Και ναι και όχι. Περισσότερο όχι παρά ναι. Όταν ο Κόκκινος Στρατός καταλαμβάνει μια περιοχή, η γραφειοκρατία της Μόσχας εγκαθιδρύει ένα καθεστώς που εγγυάται την κυριαρχία της. Ο πληθυσμός δεν έχει άλλη επιλογή από το να ψηφίσει υπέρ των μεταρρυθμίσεων σε ένα απολυταρχικό δημοψήφισμα. Μια «επανάσταση» αυτού του είδους είναι εφικτή μόνο σε περιοχές στρατοκρατούμενες, με έναν διάσπαρτο ή καθυστερημένο πληθυσμό. Ο νέος ηγέτης της «σοβιετικής κυβέρνησης» στη Φιλανδία, Ότο Κουούζινεν, δεν είναι ένας ηγέτης των επαναστατημένων μαζών, αλλά ένας παλιός σταλινικός αξιωματούχος, ένας από τους γραμματείς της Κομιντέρν, με άκαμπτο μυαλό και εύκαμπτη σπονδυλική στήλη. Αυτή η  «επανάσταση» πράγματι μπορεί να γίνει αποδεκτή από το Κρεμλίνο. Και ο Χίτλερ δεν τη φοβάται.

Ο μηχανισμός της Κομιντέρν, αποτελούμενος χωρίς εξαίρεση από Κουούζινεν και Μπράουντερ, δηλαδή από καριερίστες υπαλλήλους, είναι απόλυτα ανίκανος να ηγηθεί ενός επαναστατικού μαζικού κινήματος. Αλλά είναι χρήσιμος στο καμουφλάρισμα του Συμφώνου Στάλιν–Χίτλερ με επαναστατικές φράσεις προκειμένου να εξαπατήσει τους εργάτες στην ΕΣΣΔ και στο εξωτερικό. Και αργότερα μπορεί να χρησιμεύσει σαν ένα όπλο για να εκβιαστούν οι ιμπεριαλιστικές δημοκρατίες.

Προκαλεί έκπληξη πόσο λίγα μαθήματα από τα γεγονότα της Ισπανίας έχουν κατανοηθεί. Υπερασπίζοντας τον εαυτό του απέναντι στον Χίτλερ και τον Μουσολίνι, που πάσχιζαν να αξιοποιήσουν τον εμφύλιο πόλεμο στην Ισπανία για να δημιουργήσουν ένα μπλοκ τεσσάρων δυνάμεων ενάντια στον Μπολσεβικισμό, ο Στάλιν έθεσε στον εαυτό του το καθήκον να αποδείξει στο Λονδίνο και στο Παρίσι ότι ήταν ικανός να εξαλείψει την προλεταριακή επανάσταση από την Ισπανία και την Ευρώπη πολύ πιο αποτελεσματικά απ’ ό,τι ο Φράνκο και οι υποστηρικτές του. Κανένας δεν πολέμησε το σοσιαλιστικό κίνημα στην Ισπανία πιο ανελέητα από τον Στάλιν, ο οποίος τότε ήταν ένας αρχάγγελος της καθαρής δημοκρατίας. Όλα τα μέσα τέθηκαν σε κίνηση: μία ξέφρενη καμπάνια ψεμάτων και σκευωριών, πλαστογραφίες στο πνεύμα των δικών της Μόσχας, συστηματικές δολοφονίες των επαναστατών ηγετών. Η πάλη ενάντια στην κατάληψη της γης και των εργοστασίων από τους αγρότες και τους εργάτες διεξήχθη, φυσικά, κάτω από το όνομα της πάλης ενάντια στον «τροτσκισμό».

Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ισπανία αξίζει λεπτομερέστερης προσοχής, αφού από πολλές πλευρές είχε το ρόλο μιας πρόβας για τον επακόλουθο παγκόσμιο πόλεμο. Σε κάθε περίπτωση, ο Στάλιν είναι απόλυτα έτοιμος να επαναλάβει την ισπανική του παράσταση σε παγκόσμια κλίμακα, με την ελπίδα μεγαλύτερης επιτυχίας αυτή τη φορά στο να εξαγοράσει τη φιλική στάση των μελλοντικών νικητών, έχοντας αποδείξει ότι κανείς δεν μπορεί καλύτερα από αυτόν να χαλιναγωγήσει το κόκκινο φάντασμα, το οποίο για λόγους ορολογιακής ευκολίας θα ξαναβαφτιστεί «τροτσκισμός».

Για πέντε χρόνια το Κρεμλίνο διεξήγαγε μια καμπάνια υπέρ μιας συμμαχίας μεταξύ των δημοκρατιών, ώστε την τελευταία στιγμή να πουλήσει στον Χίτλερ την αγάπη τους για «συλλογική ασφάλεια και ειρήνη». Οι υπάλληλοι της Κομιντέρν έλαβαν την εντολή, «κλίνατε επ’ αριστερά», και αμέσως ξέθαψαν από τα αρχεία παλιές φόρμουλες για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Το νέο «επαναστατικό» ζιγκ ζαγκ μάλλον θα είναι συντομότερο από το «δημοκρατικό», γιατί εν καιρώ πολέμου ο ρυθμός των γεγονότων επιταχύνεται τρομερά. Αλλά η βασική τακτική μέθοδος του Στάλιν παραμένει η ίδια: Μετατρέπει την Κομιντέρν σε μια επαναστατική απειλή για τους αυριανούς εχθρούς του προκειμένου να την ανταλλάξει την κρίσιμη στιγμή με έναν συμφέροντα διπλωματικό συνδυασμό. Δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος να φοβάσαι αντίσταση από τους Μπράουντερ ή από ανθρώπους αυτού του τύπου.

Μέσω των πειθήνιων απεσταλμένων του, το Κρεμλίνο απειλεί ότι στην περίπτωση που η Ιταλία ή η Ιαπωνία ταχθούν στο πλευρό της Αγγλίας και της Γαλλίας, η Ρωσία αμέσως θα μπει στον πόλεμο στο πλευρό του Χίτλερ, πασχίζοντας ταυτόχρονα να σοβιετοποιήσει τη Γερμανία. (Δείτε για παράδειγμα την αναφορά από τη Μόσχα στους New York Times της 12ης Νοεμβρίου). Εκπληκτική ομολογία! Μέσω της αλυσίδας των «κατακτήσεων» του, το Κρεμλίνο είναι ήδη τόσο γερά δεμένο στο άρμα του γερμανικού ιμπεριαλισμού που οι πιθανοί μελλοντικοί εχθροί του Χίτλερ αυτόματα μετατρέπονται σε εχθρούς του Στάλιν. Την πιθανή συμμετοχή του στον πόλεμο στο πλευρό του Τρίτου Ράιχ, ο Στάλιν την καλύπτει αμέσως με μια υπόσχεση να «σοβιετοποιήσει» τη Γερμανία. Σύμφωνα με το μοντέλο της Γαλικίας; Για να το πετύχει αυτό, θα ήταν απαραίτητο να κατακτήσει τη Γερμανία με τον Κόκκινο Στρατό. Μέσω μιας εξέγερσης των Γερμανών εργατών; Μα αν το Κρεμλίνο απολαμβάνει αυτήν τη πιθανότητα, γιατί περιμένει την Ιταλία και την Ιαπωνία να μπουν στον πόλεμο;

Το μοτίβο αυτής της εμπνευσμένης αλληλογραφίας είναι πολύ καθαρό: να φοβίσει από τη μια την Ιταλία και την Ιαπωνία και από την άλλη την Αγγλία και τη Γαλλία – και με αυτό τον τρόπο να δραπετεύσει από τον πόλεμο. «Μη με εξωθείτε στα άκρα», απειλεί ο Στάλιν, «αλλιώς θα κάνω φριχτά πράγματα». Αυτό είναι τουλάχιστο κατά 95% μπλόφα και ίσως κατά 5% μια αόριστη ελπίδα ότι σε περίπτωση θανάσιμου κινδύνου η επανάσταση θα φέρει τη σωτηρία.

Η ιδέα του Στάλιν που σοβιετοποιεί τη Γερμανία είναι τόσο παράλογη όσο και η ελπίδα του Τσάμπερλεϊν για μια παλινόρθωση μιας ειρηνικής συντηρητικής μοναρχίας εκεί. Μόνο ένας νέος παγκόσμιος συνασπισμός μπορεί να συντρίψει τον γερμανικό στρατό μέσω ενός πολέμου ανήκουστων διαστάσεων. Το ολοκληρωτικό καθεστώς μπορεί να συντριβεί μόνο από μια τρομερή επίθεση από πλευράς των Γερμανών εργατών. Θα πραγματοποιήσουν την επανάστασή τους, ασφαλώς, όχι για να αντικαταστήσουν το Χίτλερ με έναν Χοεντζόλερν ή έναν Στάλιν.

Η νίκη των λαϊκών μαζών απέναντι στην τυραννία των Ναζί θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα κατορθώματα στην παγκόσμια ιστορία και θα αλλάξει άμεσα την εικόνα της Ευρώπης. Το κύμα αφύπνισης, ελπίδας και ενθουσιασμού δεν θα σταματήσει στα ερμητικά κλειστά σύνορα της ΕΣΣΔ. Οι λαϊκές μάζες της Σοβιετικής Ένωσης σιχαίνονται την άπληστη και βάναυση κάστα που τους εξουσιάζει. Το μίσος τους μετριάζεται μόνο από την εξής ιδέα: ο ιμπεριαλισμός μας παρακολουθεί. Η επανάσταση στη Δύση θα στερήσει από την ολιγαρχία του Κρεμλίνου το μοναδικό της λόγο πολιτικής ύπαρξης. Αν ο Στάλιν επιβιώσει από τον σύμμαχό του, τον Χίτλερ, δεν θα είναι για πολύ. Οι δίδυμοι αστέρες θα πέσουν από τον ουρανό.