13 θέσεις και προσεγγίσεις για το μακεδονικό ζήτημα (του Δημήτρη Κατσορίδα)

13 θέσεις και προσεγγίσεις για το μακεδονικό ζήτημα

Δημήτρης Κατσορίδας | 12.02.2018

1) Η κατάρρευση των καθεστώτων του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» και η καπιταλιστική παλινόρθωση συνοδεύτηκε από μεγάλη κινητικότητα.

Παλιά κράτη δια­λύ­θη­καν, νέα συ­γκρο­τή­θη­καν, νέες αντι­θέ­σεις δη­μιουρ­γή­θη­καν. Το πα­ρά­δειγ­μα της κο­ντι­νής μας πρώην ενιαί­ας Γιου­γκο­σλα­βί­ας, καθώς και της ΕΣΣΔ, είναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό. Αυτή η κα­τά­στα­ση πραγ­μά­των χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται από την ανα­ζω­πύ­ρω­ση των εθνι­κι­σμών, με­γα­λοϊ­δε­α­τι­σμών, επε­κτα­τι­σμών και την ανα­δια­νο­μή των σφαι­ρών επιρ­ρο­ής. Η κα­πι­τα­λι­στι­κή πα­λι­νόρ­θω­ση και η επι­κρά­τη­ση της αγο­ράς μπο­ρού­σε να γίνει μόνο στη βάση ενός εθνι­κού χώρου. Έτσι, μόνο, μέσω του εθνι­κι­σμού οι νέες ανερ­χό­με­νες αστι­κές τά­ξεις μπο­ρού­σαν να δη­μιουρ­γή­σουν εθνι­κά κα­πι­τα­λι­στι­κά κράτη

2) Είναι γε­γο­νός ότι ο εθνι­κι­σμός σαν ιδε­ο­λο­γία, απο­προ­σα­να­το­λί­ζει από τα πραγ­μα­τι­κά κα­θη­με­ρι­νά κοι­νω­νι­κά προ­βλή­μα­τα και καλ­λιερ­γεί μίσος στους γει­το­νι­κούς λαούς, διότι συ­μπλέ­ει με τις ρα­τσι­στι­κές θε­ω­ρί­ες περί «φυ­λε­τι­κής ανω­τε­ρό­τη­τας» ή «κα­τω­τε­ρό­τη­τας» ορι­σμέ­νων λαών και ξε­νο­φο­βί­ας. Κάτι ανά­λο­γο έγινε και στην Ελ­λά­δα με το Μα­κε­δο­νι­κό, όπου, από το 1992, με τα συλ­λα­λη­τή­ρια, καλ­λιερ­γή­θη­κε κλίμα εθνι­κι­σμού, συ­νο­δευό­με­νο και από απα­ρά­δε­κτα φαι­νό­με­να ιδε­ο­λο­γι­κής και κα­τα­σταλ­τι­κής τρο­μο­κρα­τί­ας, καθώς επί­σης ποι­νι­κο­ποί­η­σης και δί­ω­ξης ιδεών και δια­φο­ρε­τι­κών από­ψε­ων (π.χ. η δίωξη του Σ.Ε.Κ. εξαι­τί­ας του βι­βλί­ου που κυ­κλο­φό­ρη­σε τότε ή της Ο.Α.ΚΚΕ για την αφίσα της κλπ.). Ταυ­τό­χρο­να, όλα αυτά, τρο­φο­δο­τού­νταν και από τον ανά­λο­γο εθνι­κι­σμό και τις με­γα­λοϊ­δε­ά­τι­κες βλέ­ψεις, που καλ­λιερ­γού­νταν στο κρά­τος της Πρώην Γιου­γκο­σλα­βι­κής Δη­μο­κρα­τί­ας της Μα­κε­δο­νί­ας (FYROM).

3) Το Μα­κε­δο­νι­κό πρό­βλη­μα είναι προ­ϊ­όν μιας μα­κράς ιστο­ρι­κής πο­ρεί­ας των βαλ­κα­νι­κών λαών προς την εθνι­κή τους συ­γκρό­τη­ση, η οποία εμπε­ριέ­χει τη διεκ­δί­κη­ση εδα­φών από όλες τις χώρες που ενε­πλά­κη­σαν σ’ αυτό το ζή­τη­μα. Στο χώρο της ευ­ρύ­τε­ρης Μα­κε­δο­νί­ας, από την εποχή ακόμη της Βυ­ζα­ντι­νής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας, δεν κα­τοι­κού­σε μόνο ένα έθνος, αλλά ένα σύ­νο­λο από πολλά έθνη. Ήταν η δη­μιουρ­γία ζωνών από ομοιο­γε­νή εθνι­κά κράτη, που οδή­γη­σε -με τη σύμ­φω­νη γνώμη και των τριών βαλ­κα­νι­κών χωρών (Ελ­λά­δας, Βουλ­γα­ρί­ας, Σερ­βί­ας)- στον δια­με­λι­σμό, το 1913, των επι­μέ­ρους τμη­μά­των, όπου το με­γα­λύ­τε­ρο τμήμα της ευ­ρύ­τε­ρης Μα­κε­δο­νί­ας (51,57%) το κρά­τη­σε η Ελ­λά­δα, ενώ η Σερ­βία κρά­τη­σε το 38,2% και η Βουλ­γα­ρία το 10,11%. Έτσι η ελ­λη­νι­κή Μα­κε­δο­νία έγινε ελ­λη­νι­κή -κάτι το οποίο δεν πρέ­πει να ξε­χνού­με- στις αρχές πε­ρί­που του 20ου αιώνα, μέσα από ένα σπα­ρα­κτι­κό ξε­ρί­ζω­μα πλη­θυ­σμών, με αμοι­βαί­ες ανταλ­λα­γές πλη­θυ­σμών και με τον ερ­χο­μό Ελ­λή­νων μετά την Μι­κρα­σια­τι­κή κα­τα­στρο­φή.

4) Όπως κα­νείς δεν μπο­ρεί να αμ­φι­σβη­τή­σει ότι μόνο το μέρος της Μα­κε­δο­νί­ας που ανή­κει στην ελ­λη­νι­κή επι­κρά­τεια είναι ελ­λη­νι­κό, άλλο τόσο δεν μπο­ρεί κα­νείς να αμ­φι­σβη­τή­σει ότι υπάρ­χει και άλλη Μα­κε­δο­νία που δεν είναι ελ­λη­νι­κή. Μέρος αυτής της Μα­κε­δο­νί­ας, όπου βα­σι­κή πλη­θυ­σμια­κή της συ­νι­στώ­σα είναι το σλά­βι­κο στοι­χείο, απο­τε­λεί μια πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που δεν επι­τρέ­πε­ται να την κα­ταρ­γού­με αυ­θαί­ρε­τα με υπο­τι­μη­τι­κούς χα­ρα­κτη­ρι­σμούς, όπως «κρα­τί­διο», «σκο­πια­νοί» κ.ά.τ. Έχου­με, μήπως, σκε­φθεί πως όταν τους απο­κα­λού­με «κρα­τί­διο» ό,τι η Κύ­προς είναι το 1/4 αυτού του κρά­τους; Θα θέ­λα­με να την απο­κα­λούν «κρα­τί­διο»;

5) Το ζή­τη­μα δεν είναι κατά πόσον οι Έλ­λη­νες κά­τοι­κοι της Μα­κε­δο­νί­ας δι­καιού­νται να ονο­μά­ζο­νται Μα­κε­δό­νες, ούτε αντί­στοι­χα κατά πόσον οι γεί­το­νές μας έχουν το ίδιο δι­καί­ω­μα, σύμ­φω­να με τους ίδιους τί­τλους. Αν είναι αυτό το κρι­τή­ριο, τότε ούτε οι μεν ούτε οι δε δι­καιού­νται να απο­κα­λού­νται Μα­κε­δό­νες, αλλά ούτε οι κά­τοι­κοι της ση­με­ρι­νής Αθή­νας των 4.000.000 αν­θρώ­πων δι­καιού­νται να απο­κα­λού­νται Αθη­ναί­οι, επει­δή οι πε­ρισ­σό­τε­ροι έχουν άλλο μέρος κα­τα­γω­γής. Δεν είναι ζή­τη­μα τί­τλων. Διότι, πρέ­πει να επι­ση­μά­νου­με, ότι ο όρος Μα­κε­δο­νία-Μα­κε­δό­νας, ου­σια­στι­κά χρη­σι­μο­ποιεί­ται, πάλι, από το δεύ­τε­ρο μισό του 19ου αιώνα. Όμως και τότε, δεν δή­λω­νε ένα έθνος, αλλά ένα πο­λυ­ε­θνι­κό πλη­θυ­σμό που κα­τοι­κού­σε στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή της Μα­κε­δο­νί­ας, κάτω από την Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία. Μά­λι­στα, με βάση τα ιστο­ρι­κά γε­γο­νό­τα, το κί­νη­μα για την απε­λευ­θέ­ρω­ση της Μα­κε­δο­νί­ας από την Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία, κάνει την εμ­φά­νι­σή του το 1893, ενώ στις 20 Ιου­λί­ου 1903, την ημέρα του Προ­φή­τη Ηλία, γί­νε­ται η εξέ­γερ­ση του Ίλι­ντεν, και ιδρύ­ε­ται η Μα­κε­δο­νι­κή Δη­μο­κρα­τία, η οποία όμως κα­τα­στέλ­λε­ται βίαια από τα στρα­τεύ­μα­τα του Σουλ­τά­νου. Η κρα­τι­κή χει­ρα­φέ­τη­ση έγινε με την ίδρυ­ση της Λαϊ­κής Δη­μο­κρα­τί­ας της Μα­κε­δο­νί­ας, το 1945, στο πλαί­σιο της Γιου­γκο­σλά­βι­κης Ομο­σπον­δί­ας, η οποία όμως δια­λύ­θη­κε και άρα ο λαός αυτός διεκ­δι­κεί να έχει το όνομα με βάση το οποίο έχει μάθει.

6) Το Μα­κε­δο­νι­κό έχει οδη­γη­θεί σε σο­βα­ρό αδιέ­ξο­δο εξαι­τί­ας των κυ­βερ­νή­σε­ων της Νέας Δη­μο­κρα­τί­ας και του ΠΑΣΟΚ, οι οποί­ες, προ­σπα­θώ­ντας να απο­προ­σα­να­το­λί­σουν το λαό από τα κοι­νω­νι­κά προ­βλή­μα­τα, καλ­λιέρ­γη­σαν, κάθε φορά όπως τους συ­νέ­φε­ρε, τον εθνι­κι­σμό. Επι­πρό­σθε­τα, το πρό­βλη­μα είναι γε­νι­κό­τε­ρο, με την έν­νοια ότι κά­ποιες φωνές είχαν, ήδη, προει­δο­ποι­ή­σει από το 1992, για την αδιέ­ξο­δη γραμ­μή σχε­τι­κά με το ζή­τη­μα αυτό. Όμως, δεν ει­σα­κού­στη­καν. Αντί­θε­τα, κυ­ριάρ­χη­σαν οι άκρως επι­κίν­δυ­νες εθνι­κι­στι­κές από­ψεις. Επί­σης, ευ­θύ­νη έχουν και όσα τμή­μα­τα της Αρι­στε­ράς, με την άκαμ­πτη στάση τους στο Μα­κε­δο­νι­κό, συ­νέ­βα­λαν στο να καλ­λιερ­γη­θούν εθνι­κι­στι­κές από­ψεις στο λαό.

7) Η δια­μόρ­φω­ση της εν λόγω κα­τά­στα­σης, έχει ως συ­νέ­πεια να εμ­φα­νί­ζε­ται η Ελ­λά­δα, στα μάτια της διε­θνούς κοι­νό­τη­τας, ως εκεί­νη που θέλει να επι­βά­λει το όνομα που θα έχει άλλο κρά­τος και οι κά­τοι­κοί του, πα­ρα­βιά­ζο­ντας την «Αρχή του αυ­το­προσ­διο­ρι­σμού» (άρθρο 41 του χάρτη των Πα­ρι­σί­ων), ο οποί­ος λέει ότι ο κα­θέ­νας είναι ως προς την εθνι­κή του κα­τα­γω­γή αυτό που δη­λώ­νει. Ήδη, πάνω από 120 χώρες, η από­λυ­τη πλειο­ψη­φία των κρα­τών-με­λών του ΟΗΕ, ανα­γνω­ρί­ζουν τη γει­το­νι­κή χώρα με το συ­νταγ­μα­τι­κό της όνομα. Όταν, λοι­πόν, υπο­στη­ρί­ζε­ται από πολ­λούς ότι «η Μα­κε­δο­νία είναι μία και ελ­λη­νι­κή», τότε οι ερ­μη­νεί­ες είναι δύο: είτε εί­μα­στε ανι­στό­ρη­τοι και αγνο­ού­με ότι η Μα­κε­δο­νία δια­με­λί­στη­κε με τη σύμ­φω­νη γνώμη και της Ελ­λά­δας είτε αμ­φι­σβη­τού­με τον δια­με­λι­σμό και άρα ο ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός έχει σχέ­δια προ­σάρ­τη­σης και των άλλων δύο μα­κε­δο­νι­κών πε­ριο­χών. Αν δεν ισχύ­ει τί­πο­τε από τα δύο, τότε είναι λάθος να απο­φα­σί­σου­με εμείς για τη συ­νεί­δη­ση των άλλων, όπως δεν επι­τρέ­που­με σε άλ­λους να απο­φα­σί­σουν για τη δική μας συ­νεί­δη­ση. Διότι, το πε­ριε­χό­με­νο της συ­νεί­δη­σης ενός λαού κα­θο­ρί­ζε­ται από εκεί­νο που πι­στεύ­ει ο ίδιος για τον εαυτό του και όχι από αυτό που δια­τεί­νο­νται οι άλλοι. Αν απο­δε­χό­μα­στε ότι «το όνομα είναι η ψυχή μας», τότε το ίδιο ισχύ­ει και για τους άλ­λους λαούς: δη­λα­δή ότι «το όνομα τους είναι η ψυχή τους». Το να θες να επι­βάλ­λεις το όνομα του γού­στου σου σε κά­ποιον άλλο είναι η αντί­λη­ψη του Νονού. Το να ξα­να­βα­φτί­ζεις, λοι­πόν, κά­ποιον με το όνομα που εσύ θέ­λεις απο­δει­κνύ­ει τη σχέση κυ­ριό­τη­τας επάνω του, όπως ακρι­βώς κά­νουν οι άρ­χου­σες τά­ξεις της Τουρ­κί­ας, οι οποί­ες δεν ανα­γνω­ρί­ζουν ότι υπάρ­χουν Κούρ­δοι ή της Αγ­γλί­ας ότι δεν υπάρ­χουν Ιρ­λαν­δοί ή του Ισ­ρα­ήλ ότι δεν υπάρ­χουν Πα­λαι­στί­νιοι κ.ό.κ.

8) Η ελ­λη­νι­κή άρ­χου­σα τάξη ή με­ρί­δα της, μέσω του ονό­μα­τος της γει­το­νι­κής χώρας επι­διώ­κει να υπο­χρε­ώ­σει την άρ­χου­σα τάξη του κρά­τους αυτού να πα­ρα­δε­χτεί ότι είναι εξάρ­τη­μα του ελ­λη­νι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού, ο οποί­ος μά­λι­στα έρ­χε­ται πρώ­τος σε επεν­δύ­σεις σε σχέση με άλλα κράτη της Δύσης. Συ­γκε­κρι­μέ­να, τα επεν­δυ­μέ­να ελ­λη­νι­κά κε­φά­λαια εκεί, υπο­λο­γί­ζε­ται ότι υπερ­βαί­νουν το 1 δις ευρώ. Οι ελ­λη­νι­κές τρά­πε­ζες κα­τέ­χουν το 35% του με­ρι­δί­ου της αγο­ράς. Γε­νι­κά, ο ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός είναι ο με­γα­λύ­τε­ρος ξένος επεν­δυ­τής στη FYROM, κα­τέ­χο­ντας με­ρί­διο της τάξης του 70% των άμε­σων ξένων επεν­δύ­σε­ων. Υπό αυτή την έν­νοια, είναι πα­ρά­λο­γο να πι­στεύ­ου­με ότι ένας λαός δύο εκα­τομ­μυ­ρί­ων αν­θρώ­πων, από τους οποί­ους το 30%, πε­ρί­που, είναι Αλ­βα­νοί και ένας επι­πλέ­ον μι­κρός αριθ­μός είναι Τσιγ­γά­νοι, Βλά­χοι και Μου­σουλ­μά­νοι, ο οποί­ος έχει πολλά κοι­νω­νι­κά και πο­λι­τι­κά προ­βλή­μα­τα, χωρίς στρα­τό, βιο­μη­χα­νία και με εξαρ­τη­μέ­νη οι­κο­νο­μία μπο­ρεί να απει­λή­σει τον ελ­λη­νι­κό κα­πι­τα­λι­σμό. Μάλ­λον το αντί­θε­το μπο­ρεί να συμ­βεί.

9) Οι κά­τοι­κοι της γει­το­νι­κής μας χώρας δι­καιού­νται να προ­βά­λουν μια ταυ­τό­τη­τα που δια­μόρ­φω­σαν οι ίδιοι, όπως όλοι οι λαοί, στην πο­ρεία της ιστο­ρί­ας τους. Και η ιστο­ρι­κή τους δια­μόρ­φω­ση επι­βε­βαιώ­νε­ται από διά­φο­ρες πηγές. Για πα­ρά­δειγ­μα, ο Παύ­λος Μελάς, την εποχή του Μα­κε­δο­νι­κού αγώνα, σε επι­στο­λές προς τη γυ­ναί­κα του, Να­τα­λία (πε­ρι­λαμ­βά­νο­νται στο βι­βλίο της τε­λευ­ταί­ας με τίτλο, «Παύ­λος Μελάς», Αθήνα 1964),  γρά­φει τα εξής: «Ανερ­χό­με­θα και ημείς εις το χα­γιά­τι και τα ‘’ντό­μπρο βέ­τσε­ρ’’ των γυ­ναι­κών (δεν γνω­ρί­ζουν λέξιν ελ­λη­νι­κά) και τα ‘’κα­λώς ορί­σα­τε αδέλ­φια­’’ των αν­δρών δί­νουν και παίρ­νουν..» (σελ. 239). «Το από­γευ­μα… κα­τό­πιν προ­σκλή­σε­ως του Κώτα, συ­γκε­ντρώ­θη­σαν εις το δω­μά­τιόν μας 12 πρού­χο­ντες. Εις αυ­τούς ζω­η­ρό­τα­τα, ευ­γλωτ­τό­τα­τα και πει­στι­κό­τα­τα –με­τέ­φρα­ζε ο Πύρ­ζας– ωμί­λη­σε, μα­κε­δο­νι­κά, ο Κώτας» (σελ. 241). «Ο δι­δά­σκα­λος βάζει τα παι­διά να τρα­γου­δή­σουν κάτι. Δεν εν­νο­ή­σα­μεν αν η γλώσ­σα ήτον η μα­κε­δο­νι­κή ή η ελ­λη­νι­κή» (σελ. 244). «Έμαθα και ολί­γας μα­κε­δο­νι­κάς λέ­ξεις, που λέγω εις τας γυ­ναί­κας και μη­τέ­ρας προ­πά­ντων και εν­θου­σιά­ζο­νται μαζί μου…» (σελ. 253). Ο δε Χ. Τρι­κού­πης, ανα­φέ­ρει (1880) ότι «…όταν έλθει ο μέγας πό­λε­μος… η Μα­κε­δο­νία θα γίνη ελ­λη­νι­κή ή βουλ­γα­ρι­κή κατά τον νι­κή­σα­ντα. Αν την λά­βω­σιν οι Βούλ­γα­ροι δεν αμ­φι­βάλ­λω ότι εντός ολί­γων ετών θα είναι ικα­νοί να εκ­σλα­βί­σω­σι τον πλη­θυ­σμόν μέχρι των Θεσ­σα­λι­κών συ­νό­ρων. Αν ημείς την λά­βω­μεν, θα τους κά­μω­μεν όλους Έλ­λη­νας μέχρι της Ανα­το­λι­κής Ρω­μυ­λί­ας» (δες Γ. Κορ­δά­τος, Με­γά­λη Ιστο­ρία της Ελ­λά­δας, τόμος 12, σελ. 478-479 και 499). Από τα προ­α­να­φερ­θέ­ντα δια­πι­στώ­νου­με ότι έγινε με­γά­λος αγώ­νας και πολ­λές εθνο­κα­θάρ­σεις για το σε ποιο κρά­τος θα προ­σαρ­τη­θεί η ευ­ρύ­τε­ρη γε­ω­γρα­φι­κή πε­ριο­χή της Μα­κε­δο­νί­ας. Το με­γα­λύ­τε­ρο προ­σαρ­τή­θη­κε στην Ελ­λά­δα. Όμως, ένα τμήμα είναι αυτό, το οποίο ήταν στην ομό­σπον­δη πρώην ενιαία Γιου­γκο­σλα­βία, όπου από το 1945 φέρει επί­ση­μα το όνομα «Λαϊκή Δη­μο­κρα­τία της Μα­κε­δο­νί­ας» και το οποίο, μετά τη διά­λυ­σή της και την ανε­ξαρ­τη­το­ποί­η­ση των επι­μέ­ρους κρα­τών της, ζητά να ανα­γνω­ρι­σθεί με το όνομα με το οποίο έμα­θαν και με­γά­λω­σαν αρ­κε­τές γε­νιές από τους κα­τοί­κους της.  

10) Είναι γε­γο­νός ότι και στη FYROM υπάρ­χουν εθνι­κι­στι­κές εξάρ­σεις και επε­κτα­τι­κές βλέ­ψεις. Αυτή, εξάλ­λου, είναι η αντί­λη­ψη του κάθε εθνι­κι­σμού, μηδέ εξαι­ρου­μέ­νου του ελ­λη­νι­κού. Μπο­ρούν, βέ­βαια, να αντι­με­τω­πι­σθούν με πλήρη δια­σφά­λι­ση του απα­ρα­βί­α­στου των συ­νό­ρων, μέσα από διε­θνείς και δι­με­ρείς εγ­γυ­ή­σεις, την φιλία, την πο­λι­τι­στι­κή ανά­πτυ­ξη και τη μόρ­φω­ση των λαών και με την ανα­ζή­τη­ση εν­δε­χο­μέ­νως μιας σύν­θε­της ονο­μα­σί­ας, η οποία θα λαμ­βά­νει κατά το δυ­να­τόν υπόψη τα ιστο­ρι­κά και γε­ω­γρα­φι­κά δε­δο­μέ­να και θα σέ­βε­ται το εθνι­κό αί­σθη­μα και των Ελ­λή­νων γει­τό­νων. Όταν τρεις πε­ριο­χές προσ­διο­ρί­ζο­νται με το ίδιο όνομα, απο­τε­λεί χει­ρο­νο­μία καλής θέ­λη­σης να εξει­δι­κεύ­σει κάθε κρά­τος το δικό του αυ­το­προσ­διο­ρι­σμό, λαμ­βά­νο­ντας υπόψη την αντί­στοι­χη επι­θυ­μία της άλλης πλευ­ράς. 11) Η επί­λυ­ση του προ­βλή­μα­τος είναι, πρω­τί­στως, ζή­τη­μα των ερ­γα­τι­κών τά­ξε­ων της πε­ριο­χής και ιδιαί­τε­ρα της ελ­λη­νι­κής ερ­γα­τι­κής τάξης, ως η τάξη ενός ισχυ­ρού έθνους, η οποία θα πρέ­πει να δη­λώ­σει ότι είναι ανε­πι­φύ­λα­κτα κατά της βίας, του πο­λέ­μου, της εθνι­κι­στι­κής υστε­ρί­ας, της διεκ­δί­κη­σης ξένων εδα­φών, και υπέρ της ει­ρή­νης, του δι­καιώ­μα­τος των εθνών στην αυ­το­διά­θε­ση και του σε­βα­σμού των δι­καιω­μά­των όλων των μειο­νο­τή­των. Να κα­τα­δι­κά­σει κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κά κάθε εμ­φά­νι­ση ρα­τσι­σμού και ξε­νο­φο­βί­ας και να τα­χθεί ενά­ντια σε κάθε εθνι­κή, φυ­λε­τι­κή ή θρη­σκευ­τι­κή διά­κρι­ση. Αυτό ση­μαί­νει ότι πρέ­πει να προ­στα­τευ­τούν απο­λύ­τως και τα δι­καιώ­μα­τα των με­τα­να­στών ερ­γα­τών που βρί­σκο­νται στην Ελ­λά­δα, της μου­σουλ­μά­νι­κης μειο­νό­τη­τας, της σλα­βο­μα­κε­δο­νι­κής και γε­νι­κά κάθε μειο­νό­τη­τας.

12) Η υπε­ρά­σπι­ση του δι­καιώ­μα­τος αυ­το­διά­θε­σης κάθε Δη­μο­κρα­τί­ας, με εγ­γυ­ή­σεις για όλες τις εθνό­τη­τες και μειο­νό­τη­τες που υπάρ­χουν στο εσω­τε­ρι­κό κάθε κρά­τους, είναι η μόνη λύση ενά­ντια στην διά­σπα­ση, τον κα­τα­κερ­μα­τι­σμό και τον κίν­δυ­νο του πο­λέ­μων. Επί­σης, δεν θα πρέ­πει να δια­φεύ­γει της Αρι­στε­ράς ότι η τε­λι­κή λύση του εκά­στο­τε εθνι­κού ζη­τή­μα­τος, θα επέλ­θει σε μια γνή­σια σο­σια­λι­στι­κή δη­μο­κρα­τία, ως η μόνη εγ­γύ­η­ση για την ει­ρή­νη και τη φιλία ανά­με­σα στους λαούς.

13) Τα Βαλ­κά­νια, εκτός από πο­λέ­μους, έχουν να δεί­ξουν και αιώ­νες δη­μιουρ­γι­κής συ­νύ­παρ­ξης των λαών. Τα ορά­μα­τα και οι θε­με­λιώ­σεις του Ρήγα Φε­ραί­ου, οι οποί­ες εκ­φρά­στη­καν μέσα από τον «Θού­ριο» και τη «Χάρτα» για μια Βαλ­κα­νι­κή Ομο­σπον­δία, σή­με­ρα γί­νο­νται πάλι επί­και­ρα, στο πλαί­σιο, όμως, μιας Βαλ­κα­νι­κής Σο­σια­λι­στι­κής Ομο­σπον­δί­ας. Απο­τε­λούν και θα απο­τε­λούν πηγή έμπνευ­σης και δε­ξα­με­νή ιδεών για τους επερ­χό­με­νους αγώ­νες των λαών ενα­ντί­ον του ση­με­ρι­νού κε­φα­λαί­ου. Είναι δε η μόνη εναλ­λα­κτι­κή λύση αντί για τη «Με­γά­λη Σερ­βία», τη «Με­γά­λη Βουλ­γα­ρία», τη «Με­γά­λη Αλ­βα­νία», τη «Με­γά­λη Μα­κε­δο­νία» ή τη «Με­γά­λη Ελ­λά­δα», οι οποί­ες θα μπο­ρού­σαν να οι­κο­δο­μη­θούν σαν «Με­γά­λες», μόνο μέσα από ατε­λεί­ω­τους πο­λέ­μους, με­τα­κι­νή­σεις πλη­θυ­σμών, εθνο­κα­θάρ­σεις και αι­μα­το­κύ­λι­σμα των λαών, όπως έχει δεί­ξει η ιστο­ρι­κή εμπει­ρία.