Συρία: Το Χαλέπι έπεσε, η χώρα διαμελίζεται

Το Χαλέπι έπεσε – Η Συρία διαμελίζεται

Από την Εργατική Πάλη Ιανουαρίου

Λίγο πριν το τέλος του 2016 ο συριακός στρατός ανακοίνωσε την πλήρη ανακατάληψη του Χαλεπιού από τους αντάρτες, μια μεγάλη νίκη του Άσαντ και των συμμάχων του (Ρωσία, Ιράν και Χεζμπολάχ του Λιβάνου), που πιθανά θα οδηγήσει και σε ευρύτερες εξελίξεις στον πόλεμο στη Συρία.

Το Χαλέπι είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, ένα από τα σημαντικότερα πολιτισμικά κέντρα της περιοχής και, πριν τη λαϊκή εξέγερση ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς Άσαντ το 2011, ήταν η οικονομική πρωτεύουσα της χώρας.

Όταν το 2012 απελευθερώθηκε από τον καθεστωτικό έλεγχο, το Χαλέπι ήταν το σύμβολο της δημοκρατικής εναλλακτικής λύσης στη Συρία, αφού εκεί συνυπήρχαν σουνίτες, σιίτες, χριστιανοί, Άραβες και Κούρδοι, που προσπαθούσαν να εγκαθιδρύσουν ένα νέο μοντέλο. Η εξέλιξη όμως της εξέγερσης έλαβε άλλη δυναμική, που δεν επέτρεψε κάτι τέτοιο.

Ο αραβικός εθνικισμός, που κυβερνούσε στη Συρία γύρω από το κόμμα Μπάαθ με μια παναραβική ιδεολογία, παρότι επικράτησε ταυτόχρονα σε Ιράκ και Συρία, ποτέ δεν μπόρεσε να ενοποιήσει τους Άραβες. Στηρίχτηκε στην προνομιακή σχέση με μια εθνικοθρησκευτική μειονότητα (τους αλαουίτες, που είναι πολύ κοντά στους σιίτες) και στην καταπίεση των υπολοίπων, τον προσεταιρισμό τοπικών φυλάρχων και θρησκευτικών ηγετών και την εγκαθίδρυση ενός άκρως αυταρχικού κράτους, με άξονα τον στρατό. Τα τελευταία χρόνια εφάρμοζε και νεοφιλελεύθερες πολιτικές, αποτυγχάνοντας να δημιουργήσει ένα πολιτικό περιβάλλον ανεκτό από τους εργαζόμενους και τη νεολαία, και δεν διέθετε καμιά ασφαλιστική δικλείδα. Έτσι, το καθεστώς Άσαντ απάντησε στην εξέγερση με στυγνή καταστολή και αυτή αναγκαστικά μετατράπηκε σε εμφύλιο πόλεμο, αφού οι μάζες πήραν τα όπλα.

Οι δυτικοί ιμπεριαλιστές θεωρούσαν τα καθεστώτα της Μέσης Ανατολής – παρά το γεγονός ότι συνεργάστηκαν μαζί τους για πολλές δεκαετίες, ακόμα και όταν αυτά έπαιζαν και με το μπλοκ της ΕΣΣΔ – ως βαρίδια για την εξέλιξη της πολιτικής, πολιτιστικής και οικονομικής παγκοσμιοποίησης, την οποία προώθησαν στην περιοχή ενάντια στη συμμαχία Ιράν-Συρίας-Λιβάνου (Χεζμπολάχ), που απειλούσε και το Ισραήλ. Έτσι, επιχείρησαν να αξιοποιήσουν την εξέγερση στη Συρία για να δημιουργήσουν ένα δυτικόφιλο κράτος. Η ανάμειξή τους με όπλα και πολιτική ενίσχυση χαρακτηρίστηκε από την ευκολία να καταστραφούν οι προηγούμενες ισορροπίες αλλά και την αδυναμία να δημιουργηθούν νέες, όπως έγινε και στο Ιράκ. Στο ερώτημα ποιες ελίτ και με ποιο ιδεολογικό-κοινωνικό θεμέλιο θα αντικαταστήσουν τα παλιά καθεστώτα, δεν υπήρχαν άμεσες απαντήσεις και ακολουθήθηκε μια αλλοπρόσαλλη τακτική. Στήριξαν τις τζιχαντιστικές οργανώσεις, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ), ενώ στη συνέχεια ενισχύθηκαν επιλεκτικά οι Κούρδοι ενάντια στο ΙΚ και τμήματα του Ελεύθερου Συριακού Στρατού ενάντια στον Άσαντ.

Οι περιφερειακοί παίκτες Τουρκία, Σαουδική Αραβία και Κατάρ επενέβησαν ενισχύοντας τη δημιουργία τζιχαντιστικών οργανώσεων, αφού το σουνιτικό τόξο που αντιπροσωπεύουν αντιτίθεται στο σιιτικό Ιράν-Άσαντ-Χεζμπολάχ. Έτσι, διέλυσαν τον κοσμικό χαρακτήρα της συριακής άνοιξης και ακύρωσαν τα αιτήματα για δημοκρατία, βιοτικό επίπεδο και κοινωνική δικαιοσύνη, υποβαθμίζοντάς την σε θρησκευτική σύγκρουση. Μετέτρεψαν τις διαδηλώσεις και τον ανταρτοπόλεμο στην ύπαιθρο σε εμφύλιο πόλεμο μέσα στις πόλεις. Απέκλεισαν τις κοσμικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα να χάσουν οι εξεγερμένοι τη συμπαράσταση της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Εγκαθίδρυσαν σε διάφορες «απελευθερωμένες» περιοχές καθεστώτα πιο αντιδημοκρατικά από τον Άσαντ. Αχρήστευσαν τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό και κάθε προσπάθεια ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, με το πρόσχημα ότι δεν ήταν γνήσιοι μουσουλμάνοι και πιθανά πρώην Μπααθιστές. Διασπάθισαν τη διεθνή «βοήθεια» για να ισχυροποιήσουν τη θέση τους απέναντι όχι μόνο στον Άσαντ αλλά και μεταξύ τους και έτσι αύξησαν την εξάρτηση του συριακού λαού από τους ιμπεριαλιστές και τους περιφερειακούς παίκτες.

Η έλλειψη σχεδίου των δυτικών ιμπεριαλιστών οδηγεί σε μια προσπάθεια παράτασης της τραγικής αιματοχυσίας μόνο και μόνο για να αποτραπεί ο αντίπαλος ιμπεριαλισμός να βρεθεί σε πλεονεκτική θέση. Η άρνηση των ΗΠΑ (λόγω προτεραιότητας στο μέτωπο της Κίνας) και η αδυναμία των Ευρωπαίων (λόγω κόστους) να στείλουν στρατό στη Συρία μετέτρεψε τον εμφύλιο σε διεθνή πόλεμο δια αντιπροσώπων.

Οι ρώσοι ιμπεριαλιστές και το Ιράν είχαν εξαρχής πιο ξεκάθαρη στόχευση και έτσι βρίσκονταν σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με τους δυτικούς ιμπεριαλιστές και την Τουρκία. Οι Ρώσοι επιδιώκουν τη διατήρηση των βάσεων και της οικονομικής και πολιτικής τους επιρροής στην περιοχή των πετρελαίων αλλά και την αναβάθμισή τους σε παγκόσμιο επίπεδο, ως ιμπεριαλισμός που μπορεί να διαμορφώνει τις εξελίξεις και να επιβάλλει λύσεις, σε μια περιοχή όπου οι ΗΠΑ αποτυγχάνουν να σταθεροποιήσουν οτιδήποτε (Ιράκ, Συρία, Λιβύη, Υεμένη!!). Το Ιράν θέλει να διατηρήσει τη συμμαχία με Ιράκ-Συρία (Άσαντ)-Λίβανο, που του δίνει διέξοδο στη Μεσόγειο και το βοηθάει να παίξει ως περιφερειακός παίκτης με Ρωσία και Κίνα, ενώ υποβαθμίζει το σουνιτικό τόξο της Σαουδικής Αραβίας (με την οποία βρίσκεται σε ανοιχτή σύγκρουση στην Υεμένη) και των εμιράτων του Κόλπου. Επωφελήθηκε από τη συμφωνία για τα πυρηνικά με τους ιμπεριαλιστές, που οφείλεται στην τάση απαγκίστρωσης των ΗΠΑ από τη Μ. Ανατολή, με στόχο την ενίσχυση του μετώπου ενάντια στην Κίνα.

Η στρατιωτική επέμβαση Ρωσίας και Ιράν έδωσε τη χαριστική βολή στην εξέγερση και επέβαλε μια σημαντική νίκη του Άσαντ. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η αλλαγή στάσης της Τουρκίας, που μέχρι πριν λίγο καιρό στήριζε τους αντάρτες στο Χαλέπι, συγκρουόταν με τη Ρωσία ζητώντας την ανατροπή του Άσαντ και επεδίωκε τη δημιουργία μιας ελεγχόμενης από την ίδια περιοχής. Τώρα όμως, λόγω των προβλημάτων στο εσωτερικό (πραξικόπημα, ασταθής σχέση με τους δυτικούς ιμπεριαλιστές, εξέγερση Κούρδων, τυφλά χτυπήματα από το ΙΚ), του κινδύνου δημιουργίας αυτόνομης περιοχής των Κούρδων στη Συρία και των οικονομικών προβλημάτων από τη σύγκρουση με τη Ρωσία, ήρθε σε συνεννόηση με τους Ρώσους. Η Τουρκία μοιάζει να «εγκατέλειψε» τους δυτικούς, τους οποίους κατηγορεί για εξοπλισμό των κούρδων «τρομοκρατών» του PYD και των λαϊκών πολιτοφυλακών YPG και δέχτηκε να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με το Ιράν (αφήνοντας έξω Σ. Αραβία και ΗΠΑ) για την επεξεργασία μιας συμφωνίας για τη Συρία. Πρώτα αποτελέσματα ήταν η εγκατάλειψη του Χαλεπιού από τους αντάρτες, η ανακούφιση της πολιορκίας κάποιων χωριών της Χεζμπολάχ από τους τζιχαντιστές της Τζάις αλ Φατάχ (συμμαχία ισλαμικών οργανώσεων) και η εξασφάλιση για τον τουρκικό στρατό του ελεύθερου για την κατάληψη των πόλεων Αλ Μπαμπ από το ΙΚ και Μανμπίτζ από τους Κούρδους, ώστε να εμποδίσει τους Κούρδους να ενωθούν στα βόρεια συριακά σύνορα και ταυτόχρονα να ενισχύσει τους τουρκογενείς αντάρτες στην περιοχή.

Οι συνομιλίες μεταξύ ανταρτών και κυβέρνησης Άσαντ, υπό την αιγίδα Ρωσίας-Τουρκίας-Ιράν, εξασφάλισαν τη συναίνεση του ΟΗΕ και θα συνεχιστούν στην Αστάνα του Καζακστάν. Η λήξη του συριακού εμφυλίου είναι όμως πολύ δύσκολη για πολλούς λόγους. Πρώτον, γιατί είναι απίθανο να εγκαταλείψουν την περιοχή στα χέρια Ρώσων και Ιρανών οι δυτικοί ιμπεριαλιστές, οι οποίοι βρίσκονται σε μια μεταβατική περίοδο λόγω της αλλαγής της αμερικανικής ηγεσίας (ο Τραμπ έχει δηλώσει την ανάγκη συνεργασίας με τους Ρώσους αλλά και την ταυτόχρονη αντίθεσή του προς το Ιράν!!) και των πολλών εκλογικών αναμετρήσεων στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με τα τρομοκρατικά χτυπήματα του ΙΚ. Ωστόσο, θα υπάρξουν άφθονες ευκαιρίες για να ξαναμπούν στο συριακό κουβάρι, ενώ σε Ουκρανία (δοκιμές βαλλιστικών πυραύλων), βαλτικές χώρες (στρατός του ΝΑΤΟ) και Καλίνινγκραντ (ρωσικοί πύραυλοι S-400 ενάντια στην πυραυλική ασπίδα των ΗΠΑ) η ένταση αυξάνεται!!

Δεύτερον, στις συμφωνίες δεν συμμετέχουν οι Κούρδοι του PYD, αφού κανένας από την αντιπολίτευση αλλά και ο Άσαντ (παρά την ιδιότυπη εκεχειρία που έχει συμφωνήσει μαζί τους προκειμένου να στρέψει δυνάμεις αλλού) δεν δέχεται οποιασδήποτε μορφής αυτονομία των Κούρδων. Ωστόσο, οι YPG έχουν περικυκλώσει τη Ράκα (πρωτεύουσα του ΙΚ), ενισχύονται από τις ΗΠΑ, ενισχύουν τις δομές δημοκρατικής αυτονομίας στις περιοχές τους και βέβαια δεν πρόκειται να αφήσουν να χαθεί η ευκαιρία για μια αυτόνομη κουρδική περιοχή στη Συρία.

Τρίτον, οι περιφερειακοί παίκτες εξακολουθούν να βρίσκονται σε σύγκρουση (Ιράν – Σ. Αραβία), η λεγόμενη αντιπολίτευση είναι διαιρεμένη σε πολλά κομμάτια και βέβαια το μελλοντικό καθεστώς και η τύχη του Άσαντ παραμένουν μεγάλο αγκάθι.

Η πτώση του Χαλεπιού, με τεράστιο κόστος σε ανθρώπινες ζωές και μεθόδους ολοκληρωτικής και απάνθρωπης σφαγής, δεν μπορεί να θεωρηθεί θετική εξέλιξη για την παγκόσμια ταξική πάλη. Παρά τον αναμφισβήτητο εκφυλισμό της συριακής άνοιξης και παρότι πολλοί είδαν τη νίκη του Άσαντ σαν ελπίδα για τερματισμό του εμφυλίου, πρόκειται για το τραγικό τέλος μιας επανάστασης, με την επικράτηση ενός δικτατορικού φιλοϊμπεριαλιστικού καθεστώτος, εξαιτίας της αδυναμίας των σύριων εργαζόμενων και νεολαίας αλλά και του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος να προβάλουν τις δικές τους αξίες, να επιβάλουν τις δικές τους κοινωνικές και πολιτικές λύσεις.

Η Συρία μοιράζεται σε σφαίρες επιρροής, όμως οι τεράστιες αντιθέσεις παραμένουν και επομένως η θυσία του Χαλεπιού είναι δύσκολο να φέρει μια έστω και διαμελισμένη ειρήνη.