70 χρόνια μετά: Η πολιτική και η δράση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ)

70 χρόνια μετά: Η πολιτική και η δράση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ)

Τα τελευταία χρόνια, το ελληνικό εργατικό κίνημα και οι οργανώσεις του έχουν αρχίσει να αναφέρονται σε μία σειρά από θέσεις (αρχές, στρατηγικές και πρακτικές) που είχαν επεξεργαστεί από τα 4 πρώτα συνέδρια της 3ης Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ) και συνεχίστηκαν από το ιδρυτικό συνέδριο της 4ης  Διεθνούς, όπως είναι το Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο, το Μεταβατικό Πρόγραμμα και η Κυβέρνηση των Εργαζομένων. Παράλληλα, το κίνημα έχει απορρίψει σε αρκετά μεγάλο βαθμό μία σειρά από παραμορφώσεις και εγκληματικές πολιτικές του Σταλινισμού και της σταλινοποιημένης 3ης Διεθνούς από το 5ο της συνέδριο και έπειτα. Αυτές οι πολιτικές δεν είναι άλλες από: τη «θεωρία των σταδίων», τις διαταξικές συμμαχίες «λαϊκά–αντιφασιστικά μέτωπα», το δόγμα «του Σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα» κ.λπ. Χρειάστηκαν αναρίθμητες προδοσίες των σταλινικών, οδυνηρές ήττες και η κατάρρευση του 1ου  εργατικού κράτους, για να αντιληφτούν κάποιοι ορισμένες βασικές αρχές της κομμουνιστικής θεωρίας και πολιτικής. Διάφορες κεντρίστικες οργανώσεις, ακόμη και το ΚΚΕ, υπό το βάρος των συγκλονιστικών εξελίξεων και τραγωδιών του 20ου αιώνα και αρκετά καθυστερημένα ως προς το παγκόσμιο εργατικό κίνημα, έχουν ήδη αρχίσει να αναθεωρούν βασικές αρχές και θέσεις της πολιτικής τους, τις οποίες υπερασπίζονταν λυσσαλέα σε ολόκληρη την ιστορία τους.

Το ΚΚΕ, περίπου από το 18ο συνέδριό του (Φλεβάρης 2009) και ίσως περισσότερο μετά το 19ο  συνέδριό του (Απρίλης 2013), αναθεωρεί και ακυρώνει, λόγω συγκεκριμένων σκοπιμοτήτων, τρεις βασικές θέσεις του, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πολιτική του διαμόρφωση από την 6η Ολομέλεια του 1934 μέχρι και τα παραπάνω συνέδρια.[1] Αυτές είναι οι εξής : α) Αλλάζει την άποψη ότι η Ελλάδα είναι εξαρτημένη χώρα και πλέον κάνει ένα τεράστιο άλμα και την αποκαλεί ιμπεριαλιστική. β) Υπογραμμίζει το πόσο εγκληματική και ρεφορμιστική ήταν η μενσεβίκικη (δικιά μας προσθήκη) θεωρία των σταδίων και την απορρίπτει. γ) Κάνει μια σημαντική αυτοκριτική ως προς τα λαϊκά μέτωπα και τον προδοτικό τους χαρακτήρα, για την εργατική τάξη και τα σύμμαχα στρώματά της. Είναι άκρως σημαντικό να τονιστεί ότι το ΚΚΕ δεν προχώρησε σε αυτές τις σημαντικές αλλαγές, ούτε επειδή κατάλαβε πλήρως και αναγνώρισε την προηγούμενη αντεπαναστατική στρατηγική του (αν και αφήνει να εννοηθεί ότι ήταν τέτοια), που ακολουθούσε σχεδόν σε ολόκληρη τη ιστορία του, όντας πιόνι στα χέρια της σταλινοποιημένης ΚΔ και του Κρεμλίνου, ούτε γιατί σήμερα είναι λιγότερο σταλινικοί απ’ ό,τι προηγούμενα. Είναι σύνηθες γι’ αυτό το κόμμα, όταν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τα πολιτικά εγκλήματα που έχει διαπράξει, να βγαίνει δημόσια και να τα αναγνωρίζει ως απλά λάθη, σκοπεύοντας να δείξει στο εσωτερικό του κόμματος, αλλά και στην υπόλοιπη κοινωνία, ότι πραγματοποίησε μια πολιτική εξυγίανση εσωτερικά και ότι τώρα πλέον έχει έναν «επαναστατικό χαρακτήρα».

Σήμερα πλέον οι μόνοι που παραμένουν σταθεροί και αμετάκλητοι στις σταλινικές απόψεις και θέσεις είναι η σταλινοζαχαριαδική ομάδα του Εργατικού Αγώνα (ergatikosagwnas.gr), και ορισμένα άλλα σταλινικά απολιθώματα. Το χειρότερο γι’ αυτούς δεν είναι ότι απλά υπερασπίζονται φανατικά αυτές τις θέσεις, αλλά ότι επαναλαμβάνουν όλες τις σταλινικές ανακρίβειες και συκοφαντίες ενάντια στο τροτσκιστικό κίνημα και τους τροτσκιστές. Με τη συμπλήρωσή 70 χρόνων από την ίδρυση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), ο Παναγιώτης Καμπούρης[2] από την σταλινική ομάδα του Εργατικού Αγώνα και με την ευκαιρία ομιλίας της Α. Παπαρήγας για την επέτειο, αναλαμβάνει να αποκαταστήσει τα πράγματα στο άρθρο του «Ο ΔΣΕ, η ΚΔ και η τροτσκιστική κοπτοραπτική της Αλέκας Παπαρήγα».[3] Ο λόγος που απαντάμε σήμερα σε αυτές τις απόψεις δεν είναι τόσο αυτά που γράφει ο Π. Καμπούρης της ομάδας του Εργατικού Αγώνα, τα οποία ομολογουμένως δεν έχουν καμιά αξία, όσο γιατί χρειάζεται να φωτιστούν αρκετές πτυχές της ιστορίας που η σταλινική σχολή της πλαστογραφίας διαστρεβλώνει–παρερμηνεύει σκόπιμα. Και ακόμη γιατί για τον ΔΣΕ (όπως και για άλλα θέματα): α) το ΚΚΕ έχει κάνει μια σημαντική αναθεώρηση σε σχέση με αυτά που υποστήριζε στο παρελθόν,[4] β) αρθρογράφοι του ΝΑΡ[5] κάνουν μια μισοκριτική περίπου ίδια με το σημερινό ΚΚΕ. Άλλες οργανώσεις της άκρας αριστεράς κάνουν πολύ πιο επιφανειακή κριτική.

 –

Μια συνοπτική παρουσίαση της πολιτικής και δράσης του ΔΣΕ

 

  1. Το δεύτερο αντάρτικο (1946–49), όπως ονομάστηκε 70 χρόνια μετά την ήττα του, παραμένει ακόμα μία περίοδος αρκετά αδιευκρίνιστη και με πολλά αναπάντητα ερωτηματικά. Αυτό οφείλεται κυρίως στη στάση του ΚΚΕ.[6] Για μια ολόκληρη περίοδο οι αναφορές που έκανε το ΚΚΕ στο Δεύτερο Αντάρτικο ήταν ελάχιστες, έχοντας επικεντρώσει όλες του τις αναφορές στο Πρώτο Αντάρτικο (1941–44), παραποιώντας και προσαρμόζοντας, το περιεχόμενό του στα μέτρα της αποδεκτής ονομασίας της «Εθνικής Αντίστασης». Ουσιαστικά, οι διαφορές ανάμεσα στο Πρώτο και Δεύτερο, είτε προς το περιεχόμενο, είτε ως προς τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που συγκρούστηκαν είναι ελάχιστες και δευτερεύουσες. Ως προς το περιεχόμενο και στα δύο ήταν εκείνο της λαοκρατίας και της λαϊκής δημοκρατίας (όπως καθορίστηκε από την 6η Ολομέλεια του ΚΚΕ το 1934). Ως προς τις δυνάμεις, στο μεν Πρώτο Αντάρτικο, από τη μία πλευρά ήταν κατά συντριπτική πλειοψηφία αγρότες–εργάτες– πληβειακές μάζες υπό την καθοδήγηση του ΚΚΕ, από την άλλη πλευρά ήταν οι φασίστες–δυνάμεις του Άξονα (Γερμανία, Ιταλία, Βουλγαρία), οι Άγγλοι (ιδιαίτερα μετά τις συμφωνίες Καζέρτας, Λιβάνου, Δεκεμβριανά, Βάρκιζα) και φυσικά οι συμμορίες της άρχουσας τάξης και των δοσίλογων κουκουλοφόρων. Στο Δεύτερο, από την μία πλευρά ήταν αγρότες–εργάτες–πληβειακές μάζες με επικεφαλής το ΚΚΕ και από την άλλη μεριά οι Αγγλοαμερικάνοι Ιμπεριαλιστές μαζί με τις ίδιες συμμορίες των δοσίλογων κουκουλοφόρων, των Χιτών, και των ταγματασφαλιτών, που απλά νομιμοποιήθηκαν, βαφτίστηκαν εθνικόφρονες και φυσικά στελέχωσαν τους κρατικούς μηχανισμούς και τον λεγόμενο Εθνικό Στρατό. Όταν διαβάζει κανείς αυτά που έλεγε το ΚΚΕ μέχρι περίπου το 2009, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και σήμερα,[7] μένει με την εντύπωση ότι το ίδιο όχι μόνο δεν ευθύνεται σε τίποτα, αλλά αντιθέτως έπραξε στο ακέραιο το καθήκον του. Μετά το 18ο και 19ο συνέδριό του, φαίνεται να κάνουν την εμφάνισή τους παλαιότερες και αφηρημένες έννοιες – περί κάποιων λαθών και μία τάση ρηχής αυτοκριτικής της τακτικής που ακολουθούσαν τότε, επιρρίπτοντας ευθύνες σε παλιές ηγεσίες και στο διεθνές εργατικό κίνημα. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για μία περίοδο όπου διαπράχθηκαν τα μεγαλύτερα ιστορικά εγκλήματα και προδοσίες σε βάρος του εργατικού και λαϊκού κινήματος, με τον πιο οδυνηρό τρόπο, αρχής γενομένης από την 6η ολομέλεια του 1934.

Τέσσερα είναι τα σημεία στα οποία κατά βάση και κατά κόρον αναφέρεται το ΚΚΕ ακόμα και σήμερα με σημαντικές, ωστόσο, διαφοροποιήσεις: α) Για όλα φταίνε οι Αγγλοαμερικάνοι, οι μοναρχοφασίστες της αντίδρασης και λίγο ο Τίτο. β) Οι ηρωισμοί και οι θυσίες του ελληνικού λαού και φυσικά του ΚΚΕ. γ) Οι αγώνες και τα αιτήματα αποτελούν οδηγό για τη σημερινή πάλη του ελληνικού λαού. δ) Οι Αγγλοαμερικάνοι ιμπεριαλιστές και η αντίδραση δεν μπόρεσαν να διαλύσουν το ΚΚΕ, που ήταν ένας από τους βασικούς τους στόχους. Σ’ όλα αυτά υπάρχουν μισοαλήθειες και μισοψέματα, τίποτα το ουσιαστικό και μια τεράστια λαθροχειρία για να καλύψει το δικό του προδοτικό ρόλο.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι Άγγλοι ιμπεριαλιστές και οι συμμορίες της αστικής τάξης και των δοσίλογων έσπρωχναν τα πράγματα προς τη σύγκρουση και προς ένα τελικό ξεκαθάρισμα. Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ επέμενε φανατικά στο δόγμα του «όχι ειρήνη χωρίς νίκη», πέρα απ’ τα άλλα. Οι αντιδραστικές συμμορίες αμέσως μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας (αθώωνε την ηγεσία του ΚΚΕ σαν ηθικούς αυτουργούς και ποινικοποιούσε τη βάση σαν φυσικούς αυτουργούς) εξαπέλυσαν ένα άγριο ανθρωποκυνηγητό, δολοφονώντας, λεηλατώντας, βιάζοντας και φυλακίζοντας, όποιον μπορούσαν από την τεράστια μάζα του αγωνιστικού ΕΑΜ–ΕΛΑΣ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η «Δημοκρατική Κυβέρνηση» (Κυβέρνηση του Βουνού) από την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας μέχρι τον Μάρτη του 1946 (εκλογές 31 Μαρτίου του 1946), δηλαδή σε διάστημα ενός χρόνου περίπου διαπράχθηκαν: 1.289 φόνοι, 6.671 τραυματισμοί, 31.632 βασανισμοί, 18.767 ληστείες, 84.931 συλλήψεις, 509 απόπειρες δολοφονίας, 165 βιασμοί και άλλες κακοποιήσεις γυναικών. Όπως ήταν φυσικό, ένα μεγάλο μέρος των αγωνιστών για να αποφύγει την εκτέλεση, τη σύλληψη, το έκτακτο στρατοδικείο, την εξορία, τα διάφορα «αναμορφωτήρια» και τη βίαιη στρατολόγηση τους στον λεγόμενο Εθνικό Στρατό ή να περιφέρεται το κεφάλι του στις πλατείες των χωριών από τους περιβόητους κεφαλοκυνηγούς, κατέφυγε στα βουνά. Έτσι, σχηματίστηκαν οι πρώτες αντάρτικες ομάδες –στη συντριπτική πλειοψηφία τους αποτελούμενες από αγρότες–, που λίγο αργότερα θα συγκροτούσαν τον ΔΣΕ.

Τα πράγματα είναι αρκετά εξηγήσιμα από την μεριά των Άγγλων και της αντίδρασης. Το μεγαλειώδες κίνημα μπορεί να είχε υποστεί μία μεγάλη προδοτική ήττα (Δεκεμβριανά και Βάρκιζα), αλλά δεν είχε συντριβεί, ούτε επίσης οι πολιτικοκοινωνικοί, οργανωτικοί και στρατιωτικοί συσχετισμοί είχαν αλλάξει αισθητά.[8] Η αίγλη της αντίστασης του ΕΑΜ–ΕΛΑΣ παρέμεινε αμείωτη, όπως επίσης και του ΚΚΕ, παρά τα όσα είχαν μεσολαβήσει. Μπορεί οι αγωνιστές του ΕΛΑΣ να έκλαιγαν όταν παρέδιναν τα όπλα, αλλά ούτε μία στιγμή δεν αμφέβαλαν –τουλάχιστον στη συντριπτική τους πλειοψηφία– για το ΚΚΕ. Ως προς αυτό είναι ενδεικτική και χαρακτηριστική η περίπτωση του «παθήματος» του Άρη Βελουχιώτη, που –αν και το κύρος του μέσα στις μάζες και στους καπεταναίους ήταν αδιαμφισβήτητο και τεράστιο– όταν προσπάθησε στη «μυστική» συνάντηση των καπεταναίων στη Λαμία να εκφράσει τις αμφιβολίες του για την πολιτική του κόμματος, έμεινε τραγικά μόνος και συνάντησε την παγερή αδιαφορία, αν όχι την καχυποψία. Οι Άγγλοι ιμπεριαλιστές δεν είχαν καμία αυταπάτη για το ποία είναι η πραγματική κατάσταση: οικονομία κατεστραμμένη και διαλυμένη, εξουσία ανύπαρκτη, κρατικοί μηχανισμοί ανύπαρκτοι και χωρίς καμιά νομιμότητα, συμμορίες της αντίδρασης που αντλούσαν τη δύναμή τους από την αγγλική παρουσία, κίνημα αρκετά ισχυρό και λίγο ως πολύ εμπειροπόλεμο και με αρκετά όπλα στην διάθεσή του κ.λπ. Γνώριζαν ότι μια νέα σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη, πράγμα που το επιδίωξαν για να «ξεκαθαρίσουν» τελείως την κατάσταση. Δεν ήθελαν να χάσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων και τα πλεονεκτήματα που τόσο απλόχερα τους είχαν δοθεί από το ΚΚΕ (Λίβανος, Καζέρτα, Δεκεμβριανά, Βάρκιζα).

  1. Οι ηρωισμοί και οι θυσίες των πρώτων ανταρτών, αργότερα των αγωνιστών του ΔΣΕ, πράγματι ξεπερνούσαν κάθε ανθρώπινο μέτρο. Μόνοι, εγκαταλελειμμένοι και αργότερα υπό εξαιρετικά δυσμενείς συσχετισμούς αντιμετώπισαν με ανέλπιστη επιτυχία, μέχρι και λίγους μήνες πριν την 29η Αυγούστου του ’49, τους Αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές και τα όργανά τους. Ο λεγόμενος Εθνικός Στρατός και οι λοιπές παραστρατιωτικές ομάδες ήταν περίπου 300.000 με άρτιο εξοπλισμό, βαριά όπλα, τανκς και αεροπλάνα, ενώ ο ΔΣΕ στην καλύτερη περίπτωση δεν ξεπερνούσε τις 50.000 και τα βαρύτερα όπλα που διέθετε ήταν οι όλμοι και κάτι ελαφριά κανόνια. Τι να πρωτοπεί κανείς για την αυταπάρνηση και τις θυσίες αυτών των αγωνιστών; Ας μνημονεύσουμε μόνο αυτό: το πέσιμο των ανταρτών από την χαράδρα «Χάρος», όταν τελείωνε και το τελευταίο βόλι, προκειμένου να αποφύγουν τη σύλληψη και ότι συνεπαγόταν αυτό. Κάποτε το ΚΚΕ (και όσοι κάνουν το ίδιο) θα πρέπει να σιωπήσει και να πάψει να σκυλεύεται τους ηρωισμούς και τις θυσίες των αγωνιστών του ΔΣΕ, που τόσο τυχοδιωκτικά κατασπατάλησε και οδήγησε τελικά στα σφαγεία του Γράμμου–Βίτσι, στο όνομα της εγκληματικής πολιτικής του.
  2. Ο ρόλος του Τίτο και του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας κατά τη διάρκεια αυτής της επίμαχης περιόδου δεν είναι ο ίδιος, όπως και η στάση του ΚΚΕ απέναντί τους. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Τίτο και η Γιουγκοσλαβία ήταν οι μόνοι που έδωσαν κάποια βοήθεια τα πρώτα χρόνια, στο δεύτερο αντάρτικο και στον ΔΣΕ. Τα μόνα σύνορα που ήταν ουσιαστικά ανοιχτά ήταν εκείνα της Γιουγκοσλαβίας και όχι μόνο για τους ηγέτες, σε αντίθεση με εκείνα της Αλβανίας και της Βουλγαρίας, όπου υπήρχε και ο σοβιετικός στρατός. Στη Γιουγκοσλαβία ήταν και το περίφημο στρατόπεδο Μπούλκες – μικρή κωμόπολη 100 χλμ. βορειοδυτικά του Βελιγραδίου, όπου κατέφευγαν οι κυνηγημένοι και πληγωμένοι αγωνιστές. Ακόμη, το στρατόπεδο Μπούλκες ήταν ένα είδος «σωφρονιστηρίου» –με την ανοχή του Τίτο– των διαφονούντων του σταλινικού ΚΚΕ. Όσοι κατέφευγαν εκεί έπεφταν στα χέρια του ΟΠΛΑτζή Πεχτατσίδη, περνούσαν από ανάκριση (για την πολιτική του κόμματος, γιατί είχε ήδη αρχίσει να σχηματίζεται μια κριτική) και υποχρεώνονταν να ζουν ανά πέντε, χωρίς να έχουν επαφή μεταξύ τους. Ακόμη χειρότερα, όπως λέει και ο Ντομινίκ Εντ στο περίφημο βιβλίο του Οι Καπετάνιοι, πολλοί από τους ανυπότακτους ΕΛΑΣίτες στέλνονταν με συνοδεία στην Ελλάδα και παραδίδονταν στις συμμορίες της αντίδρασης. Το ίδιο τέλος θα έχει και ο Πεχτατσίδης, που θα εκτελεσθεί μαζί με άλλους 500 αγωνιστές ως πράκτορες του Τίτο, «τροτσκιστές», από τον ίδιο τον Ζαχαριάδη, όταν θα επισκεφθεί το στρατόπεδο Μπούλκες μετά την 5η Ολομέλεια, που καθαίρεσε τον Μάρκο Βαφειάδη από πρωθυπουργό και από αρχηγό του ΔΣΕ.[9]

            Τον Ιούλιο του 1948 η Κομινφόρμ[10] διαγράφει το ΚΚΓ και καταγγέλλει τον Τίτο σαν προδότη και «τροτσκιστή». Το ΚΚΕ ακολουθεί αυτή την πολιτική (ο Μάρκος Βαφειάδης δεν παίρνει ανοιχτά θέση στη διένεξη και μάλλον έκλεινε προς τον Τίτο) και αρχίζει τις επιθέσεις ενάντια στον Τίτο. Η μόνη αντίδραση του Τίτο μέχρι τότε ήταν η άρνηση του να δεχτεί αντιπροσωπεία του ΚΚΕ στο Συνέδριο του ΚΚΓ στα Σκόπια. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν σταμάτησαν εδώ. Στην Πράγα συνέρχονται (εμφανώς μετά την υπόδειξη του Στάλιν) τα ΚΚ Τσεχοσλαβακίας, Ουγγαρίας και Πολωνίας και αποφάσισαν να διακόψουν κάθε διπλωματική και εμπορική σχέση με την Γιουγκοσλαβία, δίνοντας έτσι περισσότερη υλική υπόσταση στις φήμες για επέμβαση του Κόκκινου Στρατού. Είναι προφανές ότι ήθελαν να εξωθήσουν τον Τίτο, σε μεγαλύτερη συνεργασία με τους ιμπεριαλιστές. Για πρώτη φορά τότε ο Τίτο σε ομιλία του στις 10 Ιουλίου του ’49 –δηλαδή μόλις ένα μήνα πριν την οριστική συντριβή και ενώ τα πάντα είχαν κριθεί– θα δηλώσει την απόφαση του να κλείσει σταδιακά τα γιουγκοσλαβικά σύνορα στους αντάρτες. Δυστυχώς, θα κάνει κάτι ακόμα χειρότερο και εγκληματικό. Θα ανοίξει τα σύνορα στο στρατό του Παπάγου και της Φρειδερίκης, πράγμα που θα επιτρέψει την περικύκλωση των ανταρτών, στο κόψιμο κάθε διεξόδου διαφυγής και στη σφαγή μεγάλου μέρους των μαχητών του ΔΣΕ.

  1. Ποια ήταν, όμως, η πολιτική μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας; Πραγματικά είναι να ανατριχιάζει κανείς και να αισθάνεται μια βαθιά απέχθεια γι’ αυτή την σταλινική κλίκα.

Πρώτος, ο «Πατερούλης των λαών» Στάλιν στις συζητήσεις –που διεξάγονται τον ίδιο καιρό με τις συζητήσεις στη Βάρκιζα– για τη Συμφωνία της Γιάλτας θα δηλώσει «έχω πλήρη εμπιστοσύνη στη βρετανική πολιτική στην Ελλάδα». Στις 11 Φλεβάρη (την ίδια μέρα που θα υπογραφόταν η Συμφωνία της Βάρκιζας), ο Σιάντος, ΓΓ του ΚΚΕ, σε συνέντευξη με τους αντιπροσώπους του διεθνούς τύπου θα πει: «Εφόσον οι μεγάλοι μας σύμμαχοι αποφάσισαν πως η παρουσία του βρετανικού στρατού στην Ελλάδα ήταν χρήσιμη, σημαίνει πως ήταν. Πιστεύουμε πως η σύγκρουση μεταξύ ΕΛΑΣ και Βρετανών είναι αποτέλεσμα μιας θλιβερής παρεξήγησης, η οποία ελπίζουμε ότι θα ξεχαστεί».[11] Τέτοιες δηλώσεις απ’ όλα τα ηγετικά στελέχη και επίσημα κείμενα του ΚΚΕ υπάρχουν εκατοντάδες, όπου ακόμη οι Άγγλοι χαιρετίζονται ως «απελευθερωτές» και καταγγέλλονται εκείνοι που αντιδρούσαν, σαν τροτσκιστές, κρυπτοφασίστες και πράκτορες της αντίδρασης.

Στις 16 Φλεβάρη, τέσσερις μέρες μετά τη Βάρκιζα, το ΚΚΕ αναγκάζεται (λόγω της γκρίνιας που υπήρχε για την παράδοση των όπλων) να κυκλοφορήσει προκήρυξη υπογεγραμμένη από τον Άρη Βελουχιώτη και τον στρατηγό Σαράφη (αμφισβητείται αν πράγματι την υπέγραψαν) όπου ανάμεσα σε άλλα έλεγε: «Αξιωματικοί, καπετάνιοι, αντάρτες του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ. Η πάλη του στρατού μας τελείωσε και ο ΕΛΑΣ διαλύθηκε… Να είστε υπερήφανοι για το έργο σας. Έχετε κάνει το καθήκον προς την Πατρίδα. Γυρίζοντας στα σπίτια σας, να γίνεται καλοί πολίτες, διέποντας τους κόπους σας σύμφωνα με τα δημοκρατικά ιδανικά» και κατέληγε: «Ζήτω το ακατάβλητο έθνος μας, ζήτω η ανώτατη απόρροιά του, ο ΕΛΑΣ». Τέτοια κείμενα του ΚΚΕ καθόλη την διάρκεια του 1945 και ακόμη παραπέρα υπάρχουν εκατοντάδες. Πολλά από αυτά εξάρουν τη συμμαχία με τους Άγγλους και καταγγέλλουν σαν τροτσκιστές όποιους έβλεπαν προβλήματα στην παρουσία των Άγγλων.[12] Τόσο πιστά και φανατικά εφάρμοζε το ΚΚΕ την πολιτική του, που δεν δίστασε να καταφύγει ακόμα και στη δολοφονία, τουλάχιστον πολιτική του Άρη Βελουχιώτη, που είναι γνωστό και ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι διαφωνούσε με τη Βάρκιζα και με την μετέπειτα πολιτική του κόμματος.[13] Τη χαριστική βολή στον Άρη θα την δώσει ο ίδιος ο Ζαχαριάδης που μόλις είχε έρθει στην Ελλάδα (κατέβηκε στο Τατόι με βρετανικό στρατιωτικό αεροπλάνο, άλλο ένα από τα αινίγματα της ζωής του) προς τον οποίο ο Άρης είχε τυφλή εμπιστοσύνη –σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες– και πίστευε ότι με τον ερχομό του θα διορθώνονταν όλα.[14] Γι’ αυτό ζήτησε συνάντηση μαζί του και οδηγίες μέσω του Μπαρτζιώτα. Αντί για οτιδήποτε από τα δύο, θα καταγγελθεί με τον πιο σκληρό τρόπο από της στήλες του Ριζοσπάστη:[15] «Ο Άρης Βελουχιώτης, Θανάσης Κλάρας ή Μιζέριας», «ο δηλωσίας», «ο εξωμότης», «ο τυχοδιώκτης» που εκμεταλλεύθηκε την επιείκεια του κόμματος, θα παραδοθεί στη λαϊκή περιφρόνηση χωρίς «ούτε νερό ούτε ψωμί στον προδότη». Όλοι μπορούμε να καταλάβουμε τι σήμαιναν στην πράξη αυτές οι καταγγελίες. Στις 18 Ιούνη του ’45 δέχθηκε επίθεση από ισχυρή δύναμη χωροφυλακής στο βουνό Τζουμέρκα, όπου βρέθηκε το πτώμα του.

Θέλοντας οι Άγγλοι να «νομιμοποιήσουν» κάπως την κατάσταση έδωσαν εντολή στον αντιβασιλιά Δαμασκηνό να προκηρύξει εκλογές για τις 31 Μάρτη του ’46, άλλωστε υπήρχε σοβαρό πρόβλημα μετά την αποχώρηση των υπουργών του ΚΚΕ. Όμως, κάτω από τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην ύπαιθρο –αναφερθήκαμε και προηγουμένως– ήταν αδύνατο να διεξαχθούν εκλογές που να είχαν έστω και τη στοιχειώδη εγκυρότητα. Και πράγματι οι εκλογές του ’46 μόνο εκλογές δεν ήταν. Ήταν ένα όργιο νοθείας, τρομοκρατίας και μία ακόμα συνειδητή προσπάθεια των Άγγλων να δώσουν τη σύγκρουση με ένα «νομιμοποιημένο» και ελληνοποιημένο τρόπο. Έτσι η αποχή από τις εκλογές που κήρυξε το ΚΚΕ ήταν μάλλον μια σωστή ενέργεια, την οποία ωστόσο το ΚΚΕ με την κατοπινή πολιτική και πρακτική του μετέτρεψε σε τυχοδιωκτική. Αυτή όμως η ενέργεια του ΚΚΕ σήμανε ότι και αυτό το ίδιο θα επέλεγε με ένα συνειδητό τρόπο τη σύγκρουση. Τα γεγονότα, όμως, κάθε άλλο παρά δείχνουν κάτι τέτοιο. Το ΚΚΕ θα συνεχίσει να βολοδέρνει μέσα στη σύγχυση, στην πιστή εφαρμογή της συμφωνίας της Βάρκιζας, τις εκκλήσεις για εθνική συμφιλίωση και για μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, αλλά και σε τυχοδιωκτικές ενέργειες, στην αγνόηση των εκκλήσεων των αντάρτικων ομάδων και του Μάρκου Βαφειάδη για οργάνωση και δράση, στην αγνόηση των εκκλήσεων των αγροτοεργατικών μαζών για σωτηρία από τις συμμορίες του κρατικού και παρακρατικού μηχανισμού. Πριν αναφέρουμε ορισμένα γεγονότα μέχρι τα μέσα περίπου του 1947 (που έρχονται οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές) που χαρακτηρίζουν την πολιτική του ΚΚΕ, χρειάζεται εντελώς παρενθετικά να ειπωθούν δύο–τρία πράγματα ακόμη για την αποχή, μια που έχουν προκληθεί τόσες και τόσες συζητήσεις. Είπαμε και παραπάνω ότι η αποχή ήταν γενικά μια σωστή ενέργεια. Όμως, από τη στιγμή που αυτή η πράξη δεν ακολουθήθηκε από πρακτικά μέτρα, δηλαδή από την προετοιμασία της ένοπλης σύγκρουσης, θα γίνει μπούμερανγκ ενάντια στο λαϊκό κίνημα, τους αγωνιστές του ΚΚΕ –όχι της ηγεσίας του, η οποία απολαμβάνει ακόμη την ασυλία που της εξασφάλιζε η συμφωνία της Βάρκιζας–, τους πρώην ΕΛΑΣίτες, ΕΑΜίτες, τις εργατοαγροτικές μάζες. Οι συμμορίες της αντίδρασης με τους εκλογικούς καταλόγους στο χέρι συλλάμβαναν όσους δεν είχαν ψηφίσει και είτε τους εκτελούσαν, είτε τους οδηγούσαν στα έκτακτα στρατοδικεία (2.000 καταδικάστηκαν σε θάνατο), είτε τους έστελναν στην εξορία (80.000) κ.λπ. Το «στίγμα» της αποχής ακολουθούσε όλη την οικογένεια και τους συγγενείς για πολλά χρόνια με τις γνωστές οδυνηρές συνέπειες.[16]

 –

Ας γυρίσουμε, όμως, στην «πολιτική» του ΚΚΕ

Α) Η επίθεση στο Λιτόχωρο μια μέρα πριν τις εκλογές, δηλαδή στις 30 Μάρτη του ’46, από πολλούς θεωρείται και η έναρξη του Δεύτερου Αντάρτικου. Μετά την άρνηση της αντίδρασης να αναβάλει τις εκλογές, όπως επίμονα ζητούσε το ΚΚΕ (και αρκετοί άλλοι από την παράταξη των Φιλελευθέρων) ο Ζαχαριάδης, ήθελε μια θεαματική ενέργεια γι’ αυτό έδωσε εντολή στον Μάρκο Βαφειάδη και στον Κικίτσα να «χτυπήσουν» την παραμονή της ψηφοφορίας όποιον στόχο επέλεγαν. Στο Λιτόχωρο (ανταρτοχώρι) τις προηγούμενες βδομάδες είχαν δολοφονηθεί 3 παλαιοί ΕΛΑΣίτες. Αυτόν τον στόχο δόθηκε εντολή στον Καπετάνιο Υψηλάντη να χτυπήσει, όπου υπήρχε ένας σταθμός χωροφυλακής και μια διμοιρία στρατιωτών που είχε έρθει για τις εκλογές. Οι στρατιώτες δεν αντιστάθηκαν και ορισμένοι πήγαν με τους αντάρτες (αυτό γινόταν συχνά τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του ’47). Οι χωροφύλακες, όμως, αρνήθηκαν να παραδοθούν με αποτέλεσμα να έχουν 12 νεκρούς. Όπως ήταν φυσικό η ενέργεια αυτή άναψε τα αίματα και από τις δυο μεριές. Οι διάσπαρτες αντάρτικες ομάδες στα βουνά αλλά και άλλοι αγωνιστές που ζούσαν στη παρανομία κ.λπ. είδαν το Λιτόχωρο σαν το σινιάλο της εξέγερσης. Τα όπλα άρχισαν να ξεθάβονται. Ο ίδιος ο Μάρκος Βαφειάδης συνδυάζοντας τη στρατιωτική σύσκεψη που είχε γίνει στο περιθώριο της 2ης Ολομέλειας (η ίδια η Ολομέλεια δεν πήρε ποτέ απόφαση για την έναρξη του αντάρτικου, όπως λέγεται από την αντίδραση ή άφηνε να εννοηθεί και ο ίδιος ο Ζαχαριάδης) την αποχή και την εντολή για επίθεση στο Λιτόχωρο, πίστεψε ότι το κόμμα είχε αποφασίσει τον ένοπλο αγώνα. Όταν απευθύνθηκε όμως στην ΚΕ για να ζητήσει λεπτομέρειες, ο ίδιος ο Ζαχαριάδης τον προσγείωσε, λέγοντας ότι το κόμμα απλά ασκούσε πίεση για να πετύχει κάποιο συμβιβασμό.

Β) Έξι μήνες μετά την αποχή στις εκλογές, την επίθεση στο Λιτόχωρο, το ΚΚΕ θα μετάσχει στο δημοψήφισμα (1 Σεπτεμβρίου 1946) για το ζήτημα της μοναρχίας! Αυτές οι οβιδιακές μεταβολές, πέρα από τον τυχοδιωκτισμό, αυτόν καθαυτόν που περιείχαν, έδειχναν και κάτι άλλο, ότι το ΚΚΕ παρέμενε ακόμη στη πολιτική της Βάρκιζας. Γράφει ο Μάρκος : «Το κόμμα δεν ξεκίνησε με πίστη και απόφαση να επικρατήσει. Το ένοπλο λαϊκό κίνημα θέλησε να το χρησιμοποιήσει σαν ένα μέσο εκβιασμού για την αντιμετώπιση της κατάστασης που προέκυψε από τη Βάρκιζα και μετεκλογικά». Και λίγο πιο κάτω: «Αντί να επιστρατεύσει όλες του τις δυνάμεις και να τραβήξει αποφασιστικά προς τον ένοπλο αγώνα, μετά τις εκλογές καθιέρωσε μια μεσοβέζικη πολιτική. Υπερεκτίμησε τις νόμιμες δυνατότητες που απέμεναν, δημιούργησε αυταπάτες μέσα στο κόμμα και στο λαό για ειρηνική λύση του ελληνικού προβλήματος. Καμία από τις οργανώσεις του κόμματος δεν είχε ξεκαθαρισμένη θέση για το που τραβάμε. Αναφέρομαι σε μερικά χαρακτηριστικά γεγονότα. Όλο τον χρόνο του ’46 και στις αρχές του ’47 είχαμε πολύ γερές βάσεις μέσα στο μοναρχοφασιστικό στρατό. Πολλές μονάδες, στην πλειοψηφία τους αποτελούνταν από ΕΠΟΝίτες, εργάτες μέλη του Κόμματος, αγρότες του ΑΚΕ κ.λπ. Δεν είχε προλάβει ακόμη η αντίδραση να δημιουργήσει τον αναγκαίο μηχανισμό για να ξεκαθαρίσει τον στρατό που είχε βιαστικά δημιουργήσει. Το κόμμα έβαλε τη θέση να μη θέσουμε το ζήτημα να περάσουν οργανωμένα στρατιωτικά τμήματα στο αντάρτικο, αλλά μεμονωμένα και με εντολή».[17] (Αυτό που αναφέρει ο Βαφειάδης για το στρατό κλπ είναι μια ιδιαίτερη πτυχή της εγκληματικής πολιτικής του ΚΚΕ. Τα μέλη το Κόμματος, οι ΕΠΟΝίτες κ.λπ. πήγαν στο στρατό και τη χωροφυλακή με εντολή του κόμματος. Η επίσημη δικαιολογία ήταν «για να το καταλάβουν από μέσα». Το αποτέλεσμα βέβαιο ήταν ολέθριο και οδυνηρό. Ένα μέρος απ’ αυτούς στάλθηκαν στη Μακρόνησο και κατακρεουργήθηκαν, ένα άλλο μέρος –το μεγαλύτερο–  «συμβιβάστηκαν» και στάλθηκαν στη πρώτη γραμμή των συγκρούσεων ή έγιναν καταδότες της χωροφυλακής. Λίγο πιο κάτω ο Μάρκος συνεχίζει: «Φανερό είναι ότι το κόμμα δεν είχε ξεκαθαρισμένη θέση για το που τραβάμε. Η περίοδος από τις εκλογές του 1946 μέχρι τον Μάρτιο του 1947 ήταν η περίοδος που δίνονταν οι μεγαλύτερες δυνατότητες για μια αποφασιστική επικράτησή μας σε ορισμένες βασικές περιοχές».

Γ) Ακόμη και όταν ιδρύθηκε ο ΔΣΕ (28 Οκτώβρη 1946) η συνολική πολιτική του ΚΚΕ δεν φαίνεται να έχει αλλάξει και μάλλον ήταν μια πράξη παραχώρησης προς τις αφόρητες πιέσεις ενός κομματιού, τουλάχιστον της βάσης του, και ενδεχομένως για να έχει στα χέρια του ένα ισχυρό όργανο πίεσης για συμβιβασμό.[18] Μπορεί να φαίνεται παράξενο, απλοϊκό ή ό,τι άλλο θέλει ο καθένας, έχει όμως μια λογική συνέχεια των λαθών και προδοσιών του παρελθόντος και με αυτό που επανειλημμένα επαναλαμβάνει ο Μάρκος «το κόμμα δεν έχει ξεκαθαρισμένη θέσει για το που τραβάμε». Την ίδια περίοδο, δηλαδή μετά την ίδρυση του ΔΣΕ, το ΕΑΜ διακήρυττε στην Αθήνα ότι δεν έχει καμία σχέση. Ο Βλαντάς (κορυφαίο στέλεχος), σε ρόλο ψευδεπίγραφου επαναστάτη, θυμήθηκε τις «προλεταριακές» μεθόδους πάλης. Σε ομιλία του στον Πειραιά σχεδόν καταγγέλλει όσους φεύγανε στο βουνό σαν «τεμπέληδες που εγκαταλείπουν την πραγματική πάλη στις πόλεις και στα εργοστάσια».

  1. Μόνο το καλοκαίρι του ’47, το ΚΚΕ υιοθέτησε επίσημα το αντάρτικο και ανέλαβε άμεσα την καθοδήγησή του (τυπικά ηγέτης του ΔΣΕ παρέμενε ο Βαφειάδης, όμως, την πραγματική εξουσία την είχε η τρόικα Ζαχαριάδης, Ιωαννίδης και Ρούσσος). Τότε όμως οι συνθήκες είχαν αλλάξει σε βάρος του κινήματος και το κακό θα συμπληρωθεί με τη μετατροπή του ΔΣΕ από αντάρτικο στρατό που ακολουθούσε την κλασσική αντάρτικη τακτική, σε τακτικό στρατό (δεν είχε ούτε το στοιχειώδη οπλισμό για κάτι τέτοιο), που έδινε κατά μέτωπο συγκρούσεις με τον εθνικό στρατό και τους Αγγλοαμερικάνους (αυτό ήταν ένα ακόμη σημείο που διαφωνούσε ο Μάρκος, που πρέπει να σημειωθεί ότι ήταν μια στρατιωτική ιδιοφυΐα, ίσως του ίδιου μεγέθους με τον Άρη).

            Η εξασθένιση του αγγλικού ιμπεριαλισμού, η διάψευση των ελπίδων των Άγγλων και της αντίδρασης για γρήγορη συντριβή του αντάρτικου, (οι άγγλοι Εργατικοί –είχαν διαδεχτεί τους Τόριδες στην κυβέρνηση– πιέζουν την «ελληνική» κυβέρνηση να ξεκαθαρίσει την κατάσταση μέσα σε τρεις μήνες), τα συντριπτικά πλήγματα που είχε καταφέρει ο ΔΣΕ στο στρατό της αντίδρασης, έδωσαν τη σκυτάλη στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Είναι η εποχή του ψυχρού πολέμου,[19] της συμμετοχής των ΚΚ της Ευρώπης σε αστικές κυβερνήσεις, του Δόγματος Τρούμαν (1947) και του Σχεδίου Μάρσαλ (1947). Στις 3 Μάρτη η «ελληνική» κυβέρνηση καλεί επίσημα τους Αμερικάνους να επέμβουν στην Ελλάδα. Οι Αμερικάνοι έδωσαν αμέσως τεράστια στρατιωτική βοήθεια σε τανκς, πλοία, βαριά πυροβόλα, αεριωθούμενα και βαριά βομβαρδιστικά αεροπλάνα, αναδιοργάνωσαν τον στρατό και εφάρμοσαν όλες τις μεθόδους που θα εφαρμόσουν αργότερα σε όλα τα αντάρτικα και στον πόλεμο του Βιετνάμ. Ταυτόχρονα άρχισε να ρέει άφθονα το χρήμα του Σχεδίου Μάρσαλ, πάνω στο οποίο στήθηκε ένα πραγματικό ξεφάντωμα από την μπουρζουαζία, από τους αετονύχηδες πολιτικούς και κάθε είδους αλήτες, τυχοδιώκτες και δοσίλογους. Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού ζούσε μέσα στην εξαθλίωση, που μόνο οι εικόνες που έρχονται από την Αφρική μπορούν να την αποδώσουν και τα παιδιά υπό την «αιγίδα» της βασίλισσας Φρειδερίκης –αυτό και αν ήταν ανέκδοτο– έτρεχαν στα αμερικάνικα καμιόνια που μοίραζαν τη «βοήθεια», μήπως προλάβουν και αρπάξουν καμία γαλέτα και κίτρινο τυρί. Φαγητό υπήρχε μονάχα στο στρατό, πολλοί πήραν αυτόν τον δρόμο και γι’ αυτό τον λόγο.

Η μετατροπή του ΔΣΕ από αντάρτικο στρατό σε τακτικό ήταν μια καθαρή αυτοκτονία. Αυτό μπορούν να το καταλάβουν ακόμη και τα μωρά παιδιά. Μονάχα ο «Μεγάλος Αρχηγός» Ζαχαριάδης μπορούσε να συλλάβει μια τόσο ανόητη ιδέα. Το φαινόμενο πρέπει να είναι μοναδικό στα παγκόσμια χρονικά. Ένας αντάρτικος στρατός κάτω από δυσμενέστατους συσχετισμούς, (κοινωνικούς, πολιτικούς, στρατιωτικούς), ολιγάριθμος, με ελάχιστες εφεδρείες, που όλο και δυσκολότερα στρατολογούσε νέους μαχητές θα αντιμετώπιζε σε τακτικό επίπεδο έναν στρατό κατά πολύ μεγαλύτερο, που διέθετε τα πάντα και υποστηρίζονταν από την ισχυρότερη ιμπεριαλιστική δύναμη. Όμως, και από αυτό πιο εγκληματικό ήταν οι επιθέσεις του ΔΣΕ ενάντια σε πόλεις (υποτίθεται ότι αν καταλαμβάνονταν κάποια μεγάλη πόλη θα γίνονταν πρωτεύουσα, η οποία θα αναγνωριζόταν από τον Στάλιν), που εξελίχθηκαν σε πραγματικό σφαγείο για τους αντάρτες μαχητές. Χάρη στον ηρωισμό των αγωνιστών του ΔΣΕ και την ανικανότητα του «εθνικού» στρατού πολλές πόλεις είχαν καταληφθεί, αλλά μόνο για λίγες μέρες. Μέσα στην ίδια «λογική» της δημιουργίας τακτικού στρατού βρίσκεται και η σταδιακή συγκέντρωση των δυνάμεων του ΔΣΕ, αρχικά στην κεντροδυτική Μακεδονία και σταδιακά όλο και πιο πολύ στους ορεινούς όγκους του Γράμμου–Βίτσι, που ανέκοψε το αντάρτικο κίνημα απ’ όλη την υπόλοιπη Ελλάδα, από τη δυνατότητα να στρατολογεί και να έχει εφεδρείες, πράγμα που διευκόλυνε το έργο της αντίδρασης να ξεκαθαρίσει την Πελοπόννησο, την Στερεά Ελλάδα, τη Θεσσαλία από τις αποκομμένες αντάρτικες ομάδες και να συγκεντρώσει όλες τις στρατιωτικές δυνάμεις στη Μακεδονία και το Γράμμο. Μετά απ’ όλα αυτά το τέλος δε θα αργούσε να έρθει, και δεν άργησε.

Για τη στάση του ανατολικού στρατοπέδου και του Στάλιν είπαμε δυο–τρία πράγματα παραπάνω. Να συμπληρώσουμε εδώ και αυτό

            Η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση που δημιουργήθηκε στις 24 Δεκέμβρη 1947 δεν αναγνωρίστηκε από κανέναν. Αντίθετα, έξι μήνες αργότερα και ενώ μαίνονταν οι μάχες, η Σόφια αποκατέστησε σχέσεις με την Αθήνα. Για τον Στάλιν η ελληνική υπόθεση ήταν χαμένη και έπρεπε να μπει «ένα τέλος σ’ αυτή την εξέγερση», αναφέρει ο Μίλοβαν Τζίλας στο βιβλίο του Συνομιλίες με τον Στάλιν. Παρόμοια άποψη έχει και ο Γιώργος Μιχαηλίδης του ΝΑΡ, που όπως αναφέρει σε άρθρο του, στο περιοδικό ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΣ (Ιούλιος 2016), ο Στάλιν φανερά ενοχλημένος από την αυτενέργεια που έδειχναν τα εργατικά κράτη των Βαλκανίων ως προς το ελληνικό ζήτημα και την υποστήριξη των Ανταρτών του ΔΣΕ, προσκάλεσε ηγετικά στελέχη των ΚΚ αυτών των χωρών στην Μόσχα για να διευθετήσει την κατάσταση. Ο Μιχαηλίδης αναφέρει τα εξής : «Οι παραπάνω κινήσεις που έγιναν χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με την ΕΣΣΔ, προκάλεσαν τη αντίδραση της σοβιετικής ηγεσίας, η οποία κάλεσε εσπευσμένα τις ηγεσίες των δυο βαλκανικών κομμάτων στη Μόσχα. Εκεί, στις 10 Φλεβάρη του 1948, οι Στάλιν–Μολότοφ κατηγόρησαν τους βαλκάνιους συντρόφους τους ότι με τις βεβιασμένες κινήσεις τους ουσιαστικά ενισχύουν τους αδιάλλακτους της άλλης πλευράς εν όψει σημαντικών εξελίξεων όπως οι αμερικανικές εκλογές». Ο Έντβαρντ Καρντέλι, Νο2 της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας, αναφέρει: «Αν οι Έλληνες αντάρτες ηττώνταν θα ξεκινούσατε πόλεμο;», ρωτάει ευθέως ο Στάλιν, τους παρευρισκόμενους για να λάβει αρνητική απάντηση και να συνεχίσει: «Πρόσφατα άρχισα να αμφιβάλλω ότι οι αντάρτες θα μπορούσαν να κερδίσουν. Αν δεν είστε βέβαιοι ότι οι αντάρτες θα κέρδιζαν, το παρτιζάνικο κίνημα θα πρέπει να περιοριστεί». Στην ανησυχία που εκφράζεται απ’ το ανώτατο στέλεχος του Βουλγαρικού ΚΚ, Τράιτσο Κόστοφ, ότι μια ενδεχόμενη ήττα των Ελλήνων ανταρτών θα έφερνε σε δύσκολη θέση τις βαλκανικές λαϊκές δημοκρατίες, ο Στάλιν απαντά: «Φυσικά κι οι αντάρτες θα πρέπει να υποστηριχτούν. Αλλά αν οι προοπτικές για την επιτυχία ενός παρτιζάνικου κινήματος σε μια συγκεκριμένη χώρα μειώνονται, είναι καλύτερο να αναβληθεί ο αγώνας για μια ευνοϊκότερη στιγμή» – ενώ απευθυνόμενος στους εκπροσώπους των βαλκανικών ΚΚ τόνισε: «Φοβάστε να θέσετε το ερώτημα ευθέως. Νιώθετε δεσμευμένοι από την “ηθική ευθύνη”. Αλλά αν δεν μπορείς να κουβαλήσεις ένα βάρος που ήθελες να κουβαλήσεις, πρέπει να το παραδεχθείς στον εαυτό σου. Δε θα πρέπει να φοβάστε καμία “κατηγορική προσταγή” σε σχέση με την ηθική ευθύνη. Δεν είμαστε δεσμευμένοι από καμία “κατηγορική προσταγή”. Το ζήτημα–κλειδί εδώ είναι η ισορροπία δυνάμεων. Αν είσαι δυνατός, τότε δώσε ένα χτύπημα. Αν όχι, μην μπεις στη συμπλοκή».[20]

            Η όλη κριτική του αρθρογράφου του ΝΑΡ, Γιώργου Μιχαηλίδη περιορίζεται, σε μεγάλο βαθμό, να δείξει ότι για την ήττα του ΔΣΕ ευθύνονται οι επιλογές της ΕΣΣΔ και του Στάλιν, όπως επίσης και η υπεροπλία των αγγλοαμερικάνων, ακολουθώντας και αναπαράγοντας επακριβώς τη θέση που είχε το ΚΚΕ για τον εμφύλιο («δυστυχώς ηττηθήκαμε λόγω της υπεροπλίας των αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών») και φυσικά ελάχιστα η προδοτική πολιτική του μέχρι να κάνει την αυτοκριτική του το ΚΚΕ και να παρουσιάσει τις νέες θέσεις του. Όμως, οι αγγλοαμερικάνοι, η υπεροπλία ακόμη και ο Στάλιν κ.λπ. είναι μόνο η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι η προδοτική–εγκληματική στάση του ΚΚΕ εκείνης της περιόδου. Ο άλλος αρθρογράφος του ΝΑΡ, ο Δημήτρης Γρηγορόπουλος, στο ίδιο άρθρο που αναφέραμε παραπάνω, αναφέρει μία επίσης καινοφανή άποψη για το τι ήταν η περιβόητη «Λαοκρατία» και τι χαρακτηριστικά και παραδόσεις είχε ο ΕΑΜ που πέρασαν κατά τον εμφύλιο και στον ΔΣΕ: «Η σύγκρουση και η έκβαση του εμφυλίου πολέμου σπάνια ερμηνεύεται από την επιστημονική και ιστορικοϋλιστική σκοπιά, δηλαδή ως γενικευμένη ένοπλη μορφή της υπεροξυμμένης βασικής αντίθεσης. Ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός (λαοκρατία–λαϊκή δημοκρατία) που ενυπήρχε ως δευτερεύουσα τάση στον αντιφασιστικό–εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, μετά την ήττα και υποχώρηση των δυνάμεων κατοχής, κυριάρχησε αντικειμενικά, αφού ζητούμενο δεν ήταν πλέον η απελευθέρωση της χώρας, αλλά η κοινωνικό–πολιτική συγκρότησή της». Αυτό το οποίο αναφέρει στο συγκεκριμένο σημείο του άρθρου ο σ. Γρηγορόπουλος, είναι επίσης λάθος καθώς με τον όρο «σοσιαλιστικός μετασχηματισμός» προφανώς δεν εννοεί μία μεταβατική κοινωνία που προσπαθεί να εγκαθιδρύσει το σοσιαλισμό, αλλά μάλλον ένα στάδιο, μία αστικοδημοκρατική επανάσταση που απέχει πολύ από τον σοσιαλισμό.[21]

            Όπως είπαμε και παραπάνω, οι απόψεις της σταλινοζαχαριαδικής ομάδας του Εργατικού Αγώνα έχουν πάρει διαζύγιο όχι μόνο με την ιστορία αλλά και με τη λογική.[22] Επιμένουν πεισματικά στην απόψεις της 6ης Ολομέλεια του 1934, του 7ου Συνεδρίου της 3ης Διεθνούς κ.λπ., παρά το γεγονός ότι έχουν καταγγελθεί σχεδόν από το σύνολο του εργατικού κινήματος – και με κάθε ευκαιρία παραποιούν τον Μαρξισμό και συκοφαντούν και λασπολογούν τον τροτσκισμό. Η παραχάραξη του Μαρξισμού για αυτούς έχει γίνει πλέον ιερό καθήκον και στην ουσία γίνονται πολέμιοι σε οποιονδήποτε εκφράζει μία άλλη σε σχέση με την δική τους άποψη. Αυτοί είναι οι λόγοι που επιτίθενται στην πρώην ΓΓ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα και γενικά στις νέες θέσεις του ΚΚΕ για σειρά θεμάτων και για την περίοδο 1940–1949. Για τον αντιμαρξισμό αυτής της ομάδας και υπερασπιστών της «θεωρίας των σταδίων», των «λαϊκών μετώπων», της «λαοκρατίας» αρκούν δυο αποσπάσματα από τα το οπλοστάσιο του μαρξισμού, που σχετίζονται με τη σταλινική πολιτική αλλά και του ΕΑΜ–ΕΛΑΣ και ΔΣΕ. Πρώτο: «Μεταξύ της καπιταλιστικής και της κομμουνιστικής κοινωνίας υπάρχει η περίοδος της επαναστατικής μεταβολής της πρώτης στη δεύτερη. Στη περίοδο αυτή αντιστοιχεί μία μεταβατική πολιτική περίοδος της οποίας το κράτος δεν μπορεί να ’ναι τίποτε άλλο παρά η επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου.»[23] Δεύτερο: «Η δύναμη του προλεταριάτου σε οποιαδήποτε καπιταλιστική χώρα είναι αμέτρητα πιο μεγάλη από την αναλογία του προλεταριάτου σχετικά με όλο τον πληθυσμό… το προλεταριάτο διευθύνει οικονομικά το κέντρο και τα νεύρα ολόκληρου του συστήματος της οικονομίας του καπιταλισμού. Ακόμα και στην πολιτική σφαίρα το προλεταριάτο εκφράζει κάτω από την καπιταλιστική κυριαρχία τα πραγματικά συμφέροντα της τεράστιας πλειοψηφίας των εργαζομένων. Έτσι το προλεταριάτο και όταν αποτελεί μία μειοψηφία στον πληθυσμό ή όταν η συνειδητή και αληθινά επαναστατική πρωτοπορία του αποτελεί μια τέτοια μειοψηφία … είναι ικανό να ανατρέψει την μπουρζουαζία και να τραβήξει ύστερα στο πλευρό του πολυάριθμους συμμάχους από τη μάζα των μισοπρολετάριων και μικροαστών, μάζα που δεν θα αποφανθεί ποτέ από πριν υπέρ της εξουσίας του προλεταριάτου, μάζα που δεν θα ευνοήσει τις συνθήκες και τα καθήκοντα αυτής της εξουσίας, αλλά θα πεισθεί μόνο με την κατοπινή της πείρα για το αναπόφευκτο, για το δίκαιο, για την ορθότητα της δικτατορίας του προλεταριάτου».[24]

            Τέλος, απαιτεί μεγάλη φαντασία, για να μην πούμε αρρωστημένη εμμονή, ο ισχυρισμός/ταύτιση των διάφορων κατά καιρούς αρθρογράφων του Εργατικού Αγώνα, των θέσεων και της πολιτικής του Π. Πουλιόπουλου με όσα υποστηρίζει η σημερινή ηγεσία το ΚΚΕ. Χρειάζεται ελάχιστη γνώση, δεν θα πούμε εντιμότητα γιατί αυτή σίγουρα δεν υπάρχει, για να μπορεί να διακρίνει κάποιος τις θέσεις του μεγάλου έλληνα επαναστάτη μαρξιστή Π. Πουλιόπουλου, από τις θέσεις της σημερινής σταλινικής ηγεσίας του ΚΚΕ. Σίγουρα δεν αλλάζει και πολλά πράγματα, επειδή αυτά που υποστηρίζει σήμερα είναι αντίθετα με αυτά που υποστήριζαν οι ηγεσίες του ΚΚΕ τα προηγούμενα 80 περίπου χρόνια, ακόμη και αν μοιάζουν, που πράγματι προσομοιάζουν, με αυτά που υποστήριζαν επίμονα και σταθερά, παρά και κόντρα στο ρεύμα, ο Π. Πουλιόπουλος και οι τροτσκιστές όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό που αλλάζει, είναι ότι επιτέλους οι αγωνιστές του εργατικού και επαναστατικού κινήματος μπορούν, σε μεγάλο βαθμό και σε κάθε περίπτωση σε μεγαλύτερο από το παρελθόν, να δουν περισσότερο και καθαρότερα τι έφταιξε, που οφείλονται οι οδυνηρές ήττες και προδοσίες που διαπράχτηκαν στο παρελθόν στο όνομα των εργατοαγροτικών μαζών, του κινήματος, της Οκτωβριανής Επανάστασης και του κομμουνισμού.

Γρηγόρης Καρβούνης

Σωφρόνης Παπαδόπουλος

[1] Περίπου από το 18ο Συνέδριο, ίσως και προηγούμενα, η ηγεσία του ΚΚΕ, με σειρά άρθρων στα έντυπά του αλλά και εκδόσεις βιβλίων, επιχειρεί μια επανεξέταση της πολιτική και των θέσεων που είχε και υποστήριξε σχεδόν από την ίδρυσή του και ιδιαίτερα από την 6η Ολομέλεια του 1934 και μετά. Σε άρθρο του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ που δημοσιεύτηκε στη Κομμουνιστική Επιθεώρηση (ΚΟΜΕΠ), τεύχος 6, Ιούνιος 2013, με τον χαρακτηριστικό τίτλο Η πορεία αποκατάστασης του επαναστατικού χαρακτήρα του ΚΚΕ, εξηγούνται οι λόγοι της προσπάθειας του ΚΚΕ όπως και κάποια κείμενα που δείχνουν αυτό το εγχείρημα: «Εκτιμήσεις και Συμπεράσματα από τη Σοσιαλιστική Οικοδόμηση στον 20ό αιώνα, με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό». Το εγκεκριμένο από Πανελλαδική Συνδιάσκεψη (Ιούλης 2011) «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949–1968», εκδ. Σύγχρονη Εποχή. Το «Πρόγραμμα του ΚΚΕ», όπως διαμορφώθηκε στο 19ο Συνέδριό του (Απρίλης 2013). Αργότερα θα εκδώσει, «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940–41» (2015 εκδ. Σύγχρονη Εποχή), «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας: Συλλογή κειμένων, έγγραφα από το Αρχείο του ΚΚΕ» (2016, εκδ. Σύγχρονη Εποχή), όπως επίσης υπάρχουν και πολλά άρθρα σε Ριζοσπάστη και ΚΟΜΕΠ και εκδηλώσεις που εξηγούν αναλύουν τις νέες θέσεις του ΚΚΕ.

[2] Και ο Γ. Πετρόπουλος ο γνωστός «ιστορικός» του Εργατικού Αγώνα, έχει γράψει για το ΔΣΕ, επαναλαμβάνοντας, σε ηπιότερο ήφος, τις γνωστές σταλινικές του απόψεις, άρθρα: α) 70 χρόνια ΔΣΕ: Η διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ και η ιστορική αλήθεια. β) Η ιστορία του ΔΣΕ και το σημερινό ΚΚΕ.

[3] Εργατικός αγώνας 8–9–16

[4] Δες Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ Α΄& Β΄Τόμος και κυρίως το βιβλίο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, Συλλογή κειμένων, έγγραφα από το Αρχείο του ΚΚΕ (όλα εκδ. Σύγχρονη Εποχή). Η ομιλία («Ριζοσπάστης», 17.7.2016, σ.18) της πρώην ΓΓ του ΚΚΕ Α. Παπαρήγας στηρίχθηκε σ’ αυτά τα βιβλία.

[5] Γιώργος Μιχαηλίδης, Το διεθνές πλαίσιο του ελληνικού εμφυλίου πολέμου. Δημήτρης Γρηγορόπουλος, Δεκεμβριανά και Εμφύλιος: πως πρέπει να κρίνεται η επαναστατική διαδικασία. Εκδήλωση στο Δρέπανο για τα 70 χρόνια από τον αγώνα του ΔΣΕ.

[6] «Το ζήτημα της στάσης του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος απέναντι στο ΔΣΕ θα διαφωτιστεί πλήρως με την πρόσβαση στο αναγκαίο και άγνωστο ακόμα αρχειακό υλικό», Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, Συλλογή κειμένων, έγγραφα από το Αρχείο του ΚΚΕ, σ. 31, εκδ. Σύγχρονη Εποχή.

[7] Παρ’ όλα αυτά δεν πρέπει να παραβλέπουμε τις δικές μας ευθύνες, γιατί η ευθύνη για τις εξελίξεις της ταξικής πάλης στην κάθε χώρα βαραίνει πρώτα και κύρια το Κόμμα και το κίνημα της δοσμένης χώρας. Ο ΕΛΑΣ είχε μπει υπό τις διαταγές των Άγγλων, στο στρατηγείο Μ. Ανατολής, λάθος που μαζί με τη συμφωνία της Βάρκιζας και της Καζέρτας βαραίνουν εμάς και όχι την ΕΣΣΔ. Ριζοσπάστης 21–10–16

[8] «Ο κρατικός μηχανισμός δεν έχει επαναλειτουργήσει, ο στρατός και η εθνοφυλακή ελέγχονται στο μεγαλύτερο μέρος τους από τις ΕΑΜικές οργανώσεις. Στις περισσότερες περιοχές της χωράς το φαινόμενα της δυαδικής εξουσίας παρατείνονται». Βερναρδάκης–Μαύρης, Κόμματα και κοινωνικές συμμαχίες στην προδικτατορική Ελλάδα. Την ίδια άποψη υποστηρίζει σήμερα και το ΚΚΕ.

[9] Dominique Eudes, Οι Καπετάνιοι, εκδ. Εξάντας. Στα δύο κεφάλαια Μπούλκες (σ. 323) και Μπούλκες ΙΙ (σ. 370), ο Eudes αναφέρεται στα φρικιαστικά εγκλήματα που διαπράχτηκαν από τους σταλινικούς σε βάρος πραγματικών αγωνιστών του ΔΣΕ, που ξεπερνούν κατά πολύ ό,τι είχε γίνει του 1943–44 στους ναύτες και φαντάρους της Μ. Ανατολής. Το ΚΚΕ προτιμά να σιωπά ακόμη και σήμερα. Δυστυχώς, δεν υπάρχει καμιά αναφορά στους αρθρογράφους του ΝΑΡ, όσο για τη σταλινοζαχαριαδική ομάδα του Εργατικού Αγώνα, είναι πολύ πιθανό να λυπάται που δεν ήταν εκεί για να «αναμορφώσει» τα «σκουλήκια». Τέλος, τα εγκλήματα του Μπούκλες, όπως και το «πάθημα» του Άρη Βελουχιώτη είναι ακόμη μια αποστομωτική απάντηση σε εκείνους τους ανεγκέφαλους και ανιστόρητους που επιμένουν ακόμη και σήμερα ότι «οι τροτσκιστές έπρεπε να πάνε στον ΕΛΑΣ–ΔΣΕ».

[10] Κομινφόρμ (Γραφείο Πληροφοριών των Κομμουνιστικών Κομμάτων), ιδρύθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου 1947, σε απάντηση του «ψυχρού πολέμου» και υποτίθεται σε αντικατάσταση της 3ης Διεθνούς που είχε διαλύσει ο Στάλιν το 1943 σε ένδειξη καλής θέλησης των τότε συμμάχων του ΗΠΑ–Βρετανίας. Παρευρέθησαν αντιπρόσωποι των ΚΚ της ΕΣΣΔ, της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Ουγγαρίας, της Γιουγκοσλαβίας (πολύ σύντομα αποχώρησε λόγω της ρήξης με τον Στάλιν), της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, καθώς και από τη Γαλλία και την Ιταλία. Δεν συμμετείχαν –για διαφορετικούς, όμως, λόγους το καθένα– τα κόμματα της Ανατολικής Γερμανίας και της Αλβανίας, καθώς και το ΚΚΕ.

[11] Συνέντευξη που έδωσε στους εκπροσώπους του διεθνούς τύπου στο υπουργείο εξωτερικών.

[12] «Υπογράφτηκε η συμφωνία (της Βάρκιζας) που εξασφαλίζει την εσωτερική ειρήνη.», Ριζοσπάστης Τρικάλων, 14 Φλεβάρη 1945

[13] Ιστορική επιστολή του Άρη Βελουχιώτη προς τα μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ στις 23/3/1945, λίγες μέρες πριν το θάνατό του

[14] Ο Ν. Ζαχαριάδης ήταν φανατικός υποστηρικτής της Συμφωνίας της Βάρκιζας, άρθρο στις 31/5/1945 στο Ριζοσπάστη

[15] Ριζοσπάστης, «Η προδοσία του Βελουχιώτη», 16.6.1945

[16] «Η συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στις εκλογές του 1946 θα αποτελούσαν νομιμοποίηση μιας βαθύτατα αντιλαϊκής κατάστασης και θα και καλλιεργούσε αυταπάτες ότι ήταν δυνατό, μέσω των εκλογών, να ανατραπεί η προδιαγεγραμμένη στρατηγική των εγχώριων και ξένων καπιταλιστικών δυνάμεων να τσακίσουν το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, θα αποδεκάτιζε αμαχητί το λαϊκό κίνημα.»…«Ωστόσο η ηγεσία του ΚΚΕ, αν και δεν ταυτίστηκε με τη θέση του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος (Στάλιν, Δημητρόφ κ.ά.) υπέρ της συμμετοχής του ΕΑΜ στις εκλογές του 1946, δεν προχώρησε έγκαιρα και αποφασιστικά στην οργάνωση της γενικευμένης ένοπλης εξέγερσης». Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 70 χρόνια του ΔΣΕ (1946–1949), Ριζοσπάστης, 28 Φλεβάρη 2016 και στο βιβλίο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, Συλλογή κειμένων, έγγραφα από το Αρχείο του ΚΚΕ, σ. 29 και 32, εκδ. Σύγχρονη Εποχή. Χρειάστηκαν δεκαετίες για να μπορέσει το ΚΚΕ να αποκαταστήσει, έστω και μερικά, την αλήθεια και να σταματήσει να λέει ή να μισο–έει ότι ήταν λάθος που δε συμμετείχε στις εκλογές και κυρίως ότι δεν μπήκε στο Β΄ Αντάρτικο με έναν συνειδητό και αποφασιστικό τρόπο και ακόμη να αναφέρει τη λέξη «καπιταλιστικών δυνάμεων» αντί του βολικού και παραπλανητικού «μοναρχοφασιστικών δυνάμεων», που χρησιμοποιούσε στο παρελθόν για προφανείς πολιτικές σκοπιμότητες των «δημοκρατικών δυνάμεων». Σ’ αυτό το σημείο, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι έχει δίκιο η σταλινοζαχαριαδική ομάδα που κατηγορεί την ηγεσία του ΚΚΕ για «τροτσκιστική κοπτοραπτική», γιατί πράγματι τα έλεγαν αυτά –συνοπτικά και χονδρικά– οι επαναστάτες μαρξιστές εδώ και δεκαετίες. Ο αρθρογράφος του ΝΑΡ Δημήτρης Γρηγορόπουλος γράφει (ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΣ, Δεκεμβριανά και Εμφύλιος: Πώς πρέπει να κρίνεται η επαναστατική διαδικασία και πώς την κρίνει το αναθεωρητικό ευρωκομμουνιστικό ρεύμα, 15.7.2016): «Πριν από τις εκλογές στις 31 Μαρτίου, στις οποίες η μη–συμμετοχή του ΚΚΕ υπήρξε σαφώς βλαπτική…», άποψη που είναι του ελληνικού αναθεωρητικού ευρωκομμουνιστικού ρεύματος (ΚΚΕ εσ., Συνασπισμός κ.ά.), που υποτίθεται ότι χτυπάει στο άρθρο του. Η μη συμμετοχή στις εκλογές του Μάρτη (το δρόμο που ακολούθησε το ιταλικό ΚΚ) ήταν το κύριο επιχείρημα του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος. Πάντως και η συμμετοχή στις εκλογές δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα απέτρεπε τη σύγκρουση. Οι νέες θέσεις και σε αρκετό βαθμό σωστές θέσεις του ΚΚΕ, αφήνουν έκθετους όλους εκείνους, ιστορικούς, κεντριστές κ.λπ. που επαναλάμβαναν/παπαγάλιζαν τις παλιές θέσεις του ΚΚΕ.

[17] Γράμμα του Μάρκου Βαφειάδη προς το ΠΓ της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Τα Επίσημα Κείμενα ΚΚΕ, τόμ. 6ος, σ. 482–489.

[18] Πάλι μετά από δεκαετίες η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ διορθώνει τη θέση που είχε παλαιότερα. Στη διακήρυξη της ΚΕ που αναφέραμε παραπάνω, γράφει: «Στη συνέχεια το ΚΚΕ, έχοντας καθαρό ότι η ένοπλη πάλη δε γινόταν να παραμένει ως δευτερεύον μέσον πίεσης για “ομαλές δημοκρατικές εξελίξεις” (αυτό επιβεβαιώνουν τα γεγονότα), προσπαθούσε να επιταχύνει τους ρυθμούς για τη γενίκευση του ένοπλου αγώνα. Όμως ο χρόνος κυλούσε σε βάρος της τελικής αναμέτρησης, της αποτελεσματικότητας του ΔΣΕ. Μέτρησε και το πρόβλημα των εφεδρειών του ΔΣΕ.»

[19] Θεωρείται ότι ξεκίνησε με το λόγο του Τσόρτσιλ στην πόλη Φούλτον των ΗΠΑ, όπου για πρώτη φορά χρησιμοποίησε τον όρο «Σιδηρούν Παραπέτασμα».

[20] Ιορντάν ΜπάεφΜια ματιά απ’ έξω: ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, Φιλίστωρ, Αθήνα 1999.

[21] Το ΚΚΕ σ’ αυτό το σημείο είναι απόλυτο και ξεκάθαρο και δεν μπερδεύει τα πράγματα, όπως κάνει ο σ. Γρηγορόπουλος. Γράφει στη Διακήρυξη: «Η πολιτική διακυβέρνηση που ονομάζονταν “λαοκρατική” στο πρόγραμμα του ΚΚΕ και του ΕΑΜ και θεωρούνταν μεταβατική προς το σοσιαλισμό αποτελούσε ουτοπία».

[22] Δες άρθρα μας στην ιστοσελίδα της ΟΚΔΕ, κυρίως: Απάντηση της Ο.Κ.Δ.Ε. στην σταλινοζαχαριαδική τριάδα (Γ. Πετρόπουλος, Β. Λιόσης, Δ. Δημητριάδης), 2.5.2015, Βασίλης Ζόγκας, Σωφρόνης Παπαδόπουλος

[23] Κ. Μαρξ, Κριτική του προγράμματος του Γκόττα

[24] Β. Λένιν, Άπαντα, τόμος 16, σ. 458.  Στις εκδ. Σύχγρονη Εποχή, τόμος 37