Διεθνή: Πολιτικές εξελίξεις στη Ν. Αμερική

Από την Εργατική πάλη Οκτωβρίου

Βενεζουέλα: Η αντίδραση αντεπιτίθεται

Στον ρυθμό των «λευκών πραξικοπημάτων» χορεύει η Λατινική Αμερική, όπου, ύστερα από την πτώση της κυβέρνησης Ρούσεφ στην Βραζιλία, γίνεται προσπάθεια με κάθε μέσο να ανατραπεί η κυβέρνηση Μαδούρο στη Βενεζουέλα. Η στιγμή που έχουν διαλέξει οι ιμπεριαλιστές και η ντόπια αντίδραση να αντεπιτεθούν δεν είναι τυχαία. Στην παρούσα φάση, έπειτα από μια πενταετία σκληρού οικονομικού πολέμου και πολιτικής ανασυγκρότησης της Δεξιάς κάτω από την καθοδήγηση των ΗΠΑ, οξύνονται όλες οι αντιφάσεις: όρια του οικονομικού μοντέλου που βασίζεται στο πετρέλαιο, πτώση παγκόσμιων τιμών πετρελαίου, αλλαγή καθεστώτων σε Αργεντινή – Βραζιλία, έλεγχος της Εθνοσυνέλευσης από την αντίδραση με 112 έδρες από τις 167, κ.ά. Παράλληλα, υπάρχει σχετική κούραση των μαζών από τις συνεχείς επιθέσεις και την χειροτέρευση των όρων διαβίωσης, έλλειψη σχεδίου για το προχώρημα της επανάστασης, υποχώρηση της ηγεσίας Μαδούρο (σε προηγούμενη φάση) στις κραυγές της αντίδρασης, φαινόμενα γραφειοκρατικοποίησης σε στελέχη του Ενωμένου Σοσιαλιστικού Κόμματος/PSUV, κ.ά).

Η ενωμένη πια αντιπολίτευση Συμμαχία Δημοκρατικής Ενότητας (MUD), που ελέγχει την Εθνοσυνέλευση, επιδιώκει με κάθε θυσία να πραγματοποιηθεί «Ανακλητικό Δημοψήφισμα» το οποίο οργανώνει από τον περασμένο Απρίλιο με σκοπό να ανατρέψει την κυβέρνηση Μαδούρο. Σύμφωνα με το άρθρο 72 του Μπολιβαριανού Συντάγματος της Βενεζουέλας (το δημοκρατικότερο Σύνταγμα στον πλανήτη σήμερα) οι πολίτες έχουν δικαίωμα πρόκλησης δημοψηφίσματος για την ανάκληση (υπό όρους και σύμφωνα με συγκεκριμένη διαδικασία) εκλεγμένων στελεχών της κυβέρνησης και της δικαιοσύνης. Το οξύμωρο είναι πως αυτό το δικαίωμα το επικαλούνται οι ορκισμένοι εχθροί αυτού του Συντάγματος (ζητάνε ανοιχτά την αναθεώρηση του) οργανώνοντας μια φρενήρη καμπάνια για την επιβολή του εν λόγω δημοψηφίσματος. Σε πρώτη φάση και αφού δόθηκε η έγκριση από την Εθνική Εκλογική Επιτροπή (ΕΕΕ), το MUD άρχισε συλλογή υπογραφών.

Η διαδικασία προβλέπει τρεις φάσεις για να μπορέσει τελικά να πραγματοποιηθεί το δημοψήφισμα. Οι πρώτες δύο φάσεις ολοκληρώθηκαν με τη συλλογή από την αντιπολίτευση 400.000 υπογραφών τον Ιούνιο και 1,3 εκατ. τον Αύγουστο. Η τρίτη φάση προβλέπεται να πραγματοποιηθεί μεταξύ 25 και 28 Οκτωβρίου, κατά την οποία η αντιπολίτευση πρέπει να συγκεντρώσει το 20% του εκλογικού σώματος από κάθε επαρχία (4 εκατ. υπογραφές). Εφόσον καλυφθούν οι προϋποθέσεις για την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος εντός του 2016, σε περίπτωση νίκης της πρότασης ανάκλησης προβλέπεται προκήρυξη πρόωρων εκλογών ενώ, εάν τελικά η ψηφοφορία γίνει μετά την 10η Ιανουαρίου 2017 (και επικρατήσει η ανάκληση) αναλαμβάνει την εξουσία ο αντιπρόεδρος της χώρας (ο τσαβικός Αριστόμπουλο Ιστουρίς) έως το τέλος της θητείας του στα τέλη του 2018.

Εκμεταλλευόμενη τον θάνατο του Τσάβες, ντόπια μπουρζουαζία και ιμπεριαλιστές όξυναν τον οικονομικό πόλεμο επαναλαμβάνοντας παρόμοια στρατηγική με εκείνη που ακολούθησαν στην Χιλή το 1973: Φυγή κεφαλαίων από τις τράπεζες, λαθρεμπόριο δολαρίων, παύση εισαγωγής πρώτων υλών και αναγκαίων ανταλλακτικών για την λειτουργία της βιομηχανίας, μείωση δυνατότητας δανεισμού, παρεμπόδιση στην επαναδιαπραγμάτευση του εξωτερικού χρέους, εμπάργκο στις εθνικοποιημένες επιχειρήσεις, διεθνής προσπάθεια διασυρμού μέσω της προπαγάνδας του ελεγχόμενου από τους ιμπεριαλιστές διεθνούς τύπου κλπ.

Στην Βενεζουέλα «επικράτησαν» κυρίως δύο στρατηγικές επιλογές: ο εσκεμμένος πληθωρισμός και η οργανωμένη έλλειψη ειδών πρώτης ανάγκης. Μεταξύ 1999 και 2013 οι εισαγωγές αντιπροσώπευαν το 35% του ΑΕΠ, ενώ μεταξύ 1999 και 2014, από το σύνολο των συναλλαγματικών εσόδων (το 98% των οποίων εξαρτώνται από το πετρέλαιο), το 65% δόθηκε για εισαγωγές – το 94% των οποίων μέσω του ιδιωτικού τομέα. Όμως μόλις το 3% των οικονομικών συντελεστών στην χώρα ελέγχει τα συναλλαγματικά διαθέσιμα για τις εισαγωγές. Αυτή η τεράστια συγκέντρωση κεφαλαίου αφενός επιτρέπει στην μπουρζουαζία να καθορίζει ολιγοπωλιακά τις τιμές των προϊόντων που εισάγονται σύμφωνα με την παράλληλη συναλλαγματική ισοτιμία (μεγαλύτερη κατά 15 φορές από την πραγματική αξία των προϊόντων εκτιμούμενα στο εθνικό νόμισμα) και αφετέρου διευκολύνει την χειραγώγηση του συναλλάγματος (δολάριο) στην παράλληλη αγορά, ελέγχοντας ταυτόχρονα τους μηχανισμούς διανομής των βασικών ειδών διαβίωσης και δημιουργώντας τεχνητή έλλειψη. Έτσι, ενώ τον Αύγουστο του 2012 το δολάριο στην παράλληλη αγορά ήταν 1$/9,42 μπολίβαρ, τον Ιούνιο του 2015 έφτασε σε αναλογία 1$/1.040 μπολίβαρ! Αυτή η παράλληλη συναλλαγματική ισοτιμία αντικατοπτρίζεται και στον δείκτη του πληθωρισμού, ο οποίος από το 2012 αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Έτσι ενώ το 2013 ήταν στο 56,2%, το 2014 ανέβηκε στο 68,5% και το 2015 στο 180,9%!

Από το καλοκαίρι, οι ακραίες ελλείψεις σε βασικά είδη και φάρμακα έχουν «χτυπήσει κόκκινο» προκαλώντας κατακόρυφη αύξηση των διαδηλώσεων (641 από τον Μάιο, σε 254 των οποίων έγιναν απαλλοτριώσεις καταστημάτων και λεηλασίες με νεκρούς και τραυματίες), πλαισιώνοντας τις προσπάθειες απονομιμοποίησης της κυβέρνησης.

Οι επόμενοι μήνες είναι πολύ κρίσιμοι για την Βενεζουέλα. Παρ’ ό,τι ο Μαδούρο και συνολικά ο τσαβισμός έχουν δεχθεί σε τρία χρόνια πολλαπλά χτυπήματα, φαίνεται να κρατάνε δυνάμεις κάνοντας σοβαρές προσπάθειες επανάκαμψης και συγκράτησης της επίθεσης. Μετά την κήρυξη της Κατάστασης Έκτακτης Ανάγκης (ΚΕΑ) το καλοκαίρι, έχουν ενταθεί οι προσπάθειες για την αυτοπροστασία από τις επιθέσεις και η εφαρμογή πολιτικής «μηδενικής ανοχής» στα εγκλήματα της αντίδρασης. Σε αυτά τα πλαίσια φτιάχτηκαν οι Τοπικές Επιτροπές Τροφοδοσίας και Παραγωγής (CLAP) οι οποίες, σύμφωνα με το διάταγμα της ΚΕΑ, «είναι υπεύθυνες για την εγγύηση, ακόμα και μέσω των μπολιβαριανών ενόπλων δυνάμεων […] για την σωστή διανομή και εμπορευματοποίηση ειδών διατροφής και αγαθών πρώτης ανάγκης».

Παουλίν Μπουμπουλίμα

Βολιβία: Κυβερνητική «στροφή στον ρεαλισμό» και αιματηρές κινητοποιήσεις

Εδώ και μία δεκαετία, στην κυβέρνηση της Βολιβίας βρίσκεται ο ινδιάνος ηγέτης Έβο Μοράλες και το κόμμα του, Κίνημα προς τον Σοσιαλισμό (MAS). Ο Μοράλες και το MAS αναδείχθηκαν μέσα από σκληρούς αγώνες και εξεγέρσεις των εργατικών και φτωχών λαϊκών μαζών και, μαζί με τον Τσάβες στη Βενεζουέλα, αποτέλεσαν τις εμβληματικές μορφές του ανοδικού κύματος, που έφερε την επικράτηση αριστερών και προοδευτικών κυβερνήσεων στις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Στα χρόνια της διακυβέρνησής του, το βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο ανέβηκε κατακόρυφα, αλλάζοντας το πρόσωπο μιας χώρας, όπου η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού ζούσε σε άθλιες συνθήκες και δεν ήξερε ανάγνωση και γραφή.

Ωστόσο, η συνεχής όξυνση της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και η μεγάλη πτώση στις τιμές των πρώτων υλών, που επιβάλλουν οι ιμπεριαλιστές σε βάρος των υπανάπτυκτων χωρών, έχει φτάσει στα όριά της οποιαδήποτε προσπάθεια φιλολαϊκής διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομίας. Η αξία των εξαγωγών της Βολιβίας μειώνεται και το δημόσιο χρέος αυξάνεται συνεχώς, βάζοντας τη χώρα στο στόχαστρο των κορακιών των «αγορών». Την Πρωτομαγιά του 2016, ο Μοράλες συνέχισε την «παράδοση» της ανακοίνωσης σημαντικών αυξήσεων στον κατώτατο μισθό και στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, όμως, για πρώτη φορά, προχώρησε σε πάγωμα των συντάξεων και των προνοιακών επιδομάτων που λαμβάνουν ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού. Το επόμενο βήμα της στροφής του στον «ρεαλισμό» ήταν το κλείσιμο δύο κρατικών επιχειρήσεων, της Enatex (κλωστοϋφαντουργία) και της Ecobol (ταχυδρομεία), με απώλεια περίπου 2.000 θέσεων εργασίας. Η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι τα λουκέτα ήταν αναπόφευκτα, λόγω των τεράστιων ελλειμμάτων και χρεών που είχαν συσσωρευθεί. Ωστόσο, τα συνδικάτα καταγγέλλουν ότι δεν έκανε τίποτα για να εμποδίσει τον κατακλυσμό της αγοράς της Βολιβίας από φτηνά κινέζικα ενδύματα, ενώ χρησιμοποιούσε συστηματικά υπηρεσίες ιδιωτικών ταχυδρομικών εταιριών για τις ίδιες τις ανάγκες του κράτους!

Το εργατικό κίνημα της Βολιβίας, με τις πολύ σημαντικές αγωνιστικές παραδόσεις, απάντησε με μαζικούς και σκληρούς αγώνες. Η γενική συνδικαλιστική συνομοσπονδία COB, που μέχρι πρότινος στήριζε τον Μοράλες, κήρυξε τριήμερη γενική απεργία, με αρχή στις 29 Ιουνίου. Από την πρώτη μέρα, υπήρξαν οδοφράγματα και συγκρούσεις με την αστυνομία, με δεκάδες τραυματισμούς και συλλήψεις. Όταν οι αρτοποιοί προχώρησαν σε απεργία, ενάντια στη μείωση της κρατικής επιδότησης στην τιμή του ψωμιού, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε τον στρατό ως απεργοσπαστικό μηχανισμό, αναγκάζοντας τους φαντάρους να δουλεύουν τζάμπα για να παράγουν ψωμί (!!).

Αλλά το πιο ακανθώδες πρόβλημα είναι η κρίση στον τομέα των μεταλλείων (ανέκαθεν ραχοκοκαλιά της βολιβιανής οικονομίας), λόγω της πτώσης των διεθνών τιμών των μεταλλευμάτων. Τον Ιούλιο του 2015, η ιστορική πόλη του Ποτοσί, παραδοσιακό μεταλλευτικό κέντρο από την εποχή της ισπανικής αποικιοκρατίας, συγκλονίστηκε από απεργία διαρκείας των μεταλλωρύχων, που διήρκεσε αρκετές εβδομάδες. Οι απεργοί δεν περιορίζονταν σε «στενά» εργατικές διεκδικήσεις, αλλά αγωνίζονταν και για συνολική αναβάθμιση της περιοχής, από τις πιο φτωχές της Βολιβίας, με κατασκευή αεροδρομίου, νοσοκομείων και άλλων δημοσίων έργων. Η πορεία τους στην πρωτεύουσα Λα Πας συνοδεύτηκε από σκληρές συγκρούσεις με την αστυνομία και εμπρησμό δημόσιων κτηρίων αλλά και της γερμανικής πρεσβείας!

Τον Αύγουστο του 2016, η ένταση κλιμακώθηκε, λόγω των κινητοποιήσεων των μεταλλωρύχων που συμμετέχουν σε συνεταιριστικές εξορυκτικές επιχειρήσεις. Αυτοί οι μεταλλωρύχοι αποτελούν ουσιαστικά ένα μικροαστικό στρώμα και το βασικό τους αίτημα είναι να τους επιτραπεί να συνεργάζονται με ιδιωτικές εταιρίες. Η στάση τους όμως αυτή πηγάζει από τις άθλιες και εξαιρετικά ανθυγιεινές και επικίνδυνες συνθήκες εξόρυξης και η κυβέρνηση δεν είναι καθόλου άμοιρη ευθυνών, καθώς ούτε προχωρά σε γενικευμένη εθνικοποίηση των μεταλλείων, ούτε ενισχύει τους συνεταιρισμούς, ούτε κάνει κάτι για τη βελτίωση των συνθηκών. Οι κινητοποιήσεις των συνεταιρισμένων μεταλλωρύχων πήραν εξαιρετικά βίαιη τροπή, με τη δολοφονία τεσσάρων από αυτούς από την αστυνομία αλλά και τη δολοφονία του αναπληρωτή υπουργού Εσωτερικών Ροδόλφο Ιγιάνες. Ο Ιγιάνες είχε μεταβεί στην περιοχή Πανδούρο, προσπαθώντας να έρθει σε διαπραγμάτευση με τους μεταλλωρύχους, όμως τον απήγαγαν και τον ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου. Οι ακριβείς συνθήκες της δολοφονίας παραμένουν αδιευκρίνιστες και αφήνουν ανοιχτά πολλά ερωτήματα. Η κυβέρνηση απάντησε με συλλήψεις δεκάδων μεταλλωρύχων και του συνόλου σχεδόν της ηγεσίας της ομοσπονδίας συνεταιριστικών μεταλλείων.

Στη Βολιβία, όπως και στη Βενεζουέλα και άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, αποδεικνύεται για πολλοστή φορά ότι, ακόμα και με τις καλύτερες προθέσεις, «ειρηνικός» δρόμος προς τον σοσιαλισμό δεν υπάρχει. Οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα της Βολιβίας δεν έχουν άλλο δρόμο από την κλιμάκωση των κινητοποιήσεών τους και την πάλη για τη δημιουργία επαναστατικού κόμματος, απαραίτητου εργαλείου για να αντιμετωπίσουν την αντιλαϊκή στροφή της κυβέρνησης αλλά και τα σχέδια των ιμπεριαλιστών και της ντόπιας ολιγαρχίας.

Γιάννης Χαλάς

«ΒΕΛΟΥΔΙΝΟ» ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΣΤΗ ΒΡΑΖΙΛΙΑ


Στις 30 Αυγούστου, λίγες μόνο μέρες μετά τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων στην Βραζιλία, η Γερουσία της χώρας επικύρωσε την αποπομπή τής προέδρου Ντίλμα Ρουσέφ και παρέδωσε την προεδρία της χώρας στον έως τώρα αντιπρόεδρο Μισέλ Τεμέρ, αρχηγό του νεοφιλελεύθερου δεξιού Κόμματος Δημοκρατικού Κινήματος Βραζιλίας (PMDB) που μέχρι πρόσφατα συμμετείχε στην κυβέρνηση. Η διαδικασία αποπομπής της προέδρου Ρούσεφ (ηγέτιδα του Κόμματος Εργατών – PT) ξεκίνησε τον Απρίλη του 2016 με κατηγορίες εναντίον της για παραποίηση των στοιχείων του προϋπολογισμού του 2014, ώστε να κερδίσει τις εκλογές εκείνης της χρονιάς. Η όλη διαδικασία –πέρα από την υπαρκτή διαφθορά του PT– ήταν μια στημένη επιχείρηση της αστικής τάξης και των κομμάτων της Δεξιάς για να επανακαταλάβουν άμεσα την εξουσία και να προωθήσουν βίαιες αντεργατικές πολιτικές, που η Ρούσεφ φαινόταν ανίκανη να επιβάλλει. Αυτοί που ψήφισαν την αποπομπή της είναι και οι ίδιοι κατηγορούμενοι για πολλαπλές υποθέσεις τεράστιας διαφθοράς.

Η άνοδος της Βραζιλίας και η πτώση του PT

Από το 2002, το PT, με πρόεδρο τον Ινάσιο Λούλα Ντα Σίλβα (πρώην βιομηχανικό εργάτη), κατέλαβε την εξουσία, υποσχόμενο κοινωνική δικαιοσύνη και ευημερία για μια χώρα 206 εκ. κατοίκων με τεράστιες πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες. Το PT αποδείχτηκε ένας σοσιαλδημοκρατικός διαχειριστής του βραζιλιάνικου καπιταλισμού, που εκμεταλλευόμενο την παγκόσμια οικονομική συγκυρία ώθησε τον βραζιλιάνικο καπιταλισμό στην ανάπτυξη, ενώ έκανε κάποιες σημαντικές κοινωνικές παραχωρήσεις στα λαϊκά στρώματα (χρηματοδότηση της παιδείας, καθολική πρόσβαση στην υγεία, καταπολέμηση πείνας και έλλειψης στέγης). Η Βραζιλία, ακολουθώντας μια πορεία ανάπτυξης και εκμεταλλευόμενη την αύξηση της τιμής των πρώτων υλών, έφτασε να είναι σήμερα η 8η σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη, ενώ πρωτοστάτησε στη δημιουργία της Κοινής Αγοράς του Νότου (Mercosur), στην Ένωση Χωρών Νότιας Αμερικής (Unasur) και κυρίως στην συμμαχία των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Ν. Αφρική) που αναδείχθηκε σε αντίπαλο δέος του αμερικάνικου και ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού.

Η οικονομική ανάπτυξη της Βραζιλίας βοήθησε στη σύνδεση του PT με την άρχουσα τάξη, μετατρέποντας το κυβερνών κόμμα σε ένα αστικό κόμμα εξουσίας, βουτηγμένο στα σκάνδαλα, στις μίζες και στην πολιτική εξαπάτηση της εργατικής τάξης, η οποία περίμενε ριζικές, ριζοσπαστικές, κοινωνικές αλλαγές προς όφελός της. Από το 2010 και μετά, η Βραζιλία άρχισε να μπαίνει στον κύκλο της ύφεσης όπου είχαν κατρακυλήσει ήδη ΗΠΑ, ΕΕ και Ιαπωνία. Η διοργάνωση του Παγκόσμιου Κυπέλλου ποδοσφαίρου το 2014, και κυρίως οι Ολυμπιακοί του 2016, αντί να αποτελέσουν προβολή του ανερχόμενου βραζιλιάνικου καπιταλισμού, συνετέλεσαν στην οικονομική του κατακρήμνιση, ενώ συνοδεύτηκαν από μεγάλες ταξικές κινητοποιήσεις ενάντια στα υπέρογκα έξοδα αυτών των διοργανώσεων. Η οικονομική κρίση οδήγησε την μπουρζουαζία να ζητά άμεσα αντεργατικά μέτρα και περιορισμό των κοινωνικών δαπανών. Έτσι, στις εκλογές του 2014, το PT κατέβηκε σε συμμαχία με το νεοφιλελεύθερο PMDP του σημερινού προέδρου, με πρόγραμμα που περιλάμβανε ιδιωτικοποιήσεις για λιμάνια, δρόμους, αεροδρόμια, παραχώρηση πετρελαιοπηγών σε ιδιωτική εκμετάλλευση, αλλά και αντιτρομοκρατικό νόμο που στόχευε τους κοινωνικούς αγώνες (βλ. καταλήψεις γης από το κίνημα ακτημόνων και απεργίες κ.τ.λ.). Στις εκλογές νίκησε οριακά με 51,6% έναντι 48,3% της αντιπολίτευσης.

Η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση (σήμερα 4% και 10 εκ. άνεργοι επίσημα), η διαρκής δημοσιοποίηση σκανδάλων της κυβέρνησης αλλά και των υπολοίπων αστικών κομμάτων (κυρίως σε σχέση με την κρατική εταιρία πετρελαίου Petrobras που έδινε υπέρογκες συμβάσεις σε κατασκευαστικές εταιρείες έναντι μίζας), η πτώση της δημοτικότητας της Ρούσεφ και της αξιοπιστίας της –που της αφαίρεσε την δυνατότητα να περάσει σκληρά αντεργατικά μέτρα χωρίς αντιδράσεις– βοήθησαν τους ακραίους νεοφιλελεύθερους να οργανώσουν την αντεπίθεσή τους και την καθαίρεσή της. Οργανωτής της συνωμοσίας είναι η οικογένεια Marinho, που ελέγχει ΜΜΕ και τον γιγάντιο επιχειρηματικό όμιλο Globo. Την καθαίρεση της Ρούσεφ, εκτός από την αντιπολίτευση, ψήφισαν και όλα τα κόμματα της κεντροδεξιάς που μέχρι την άνοιξη συμμετείχαν στην κυβερνητική συμμαχία (PMDB – Κόμμα Δημοκρατικού Κινήματος Βραζιλίας, PROS – Ρεπουμπλικανικό Κόμμα της Δημόσιας Τάξης, PR – Κόμμα της Δημοκρατίας, PP – Προοδευτικό Κόμμα, PRB – Βραζιλιάνικο Δημοκρατικό Κόμμα), τα σοσιαλδημοκρατικά PDT – Δημοκρατικό Κόμμα Εργατών και PSD – Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, καθώς και το PCdoB – Κομμουνιστικό Κόμμα Βραζιλίας.

Αρχιερείς της διαφθοράς

Για να καταλάβουμε το μέγεθος της διαφθοράς, διαπλοκής και συνωμοσίας, από τα 594 μέλη του βραζιλιάνικου Κογκρέσου (που αποτελείται από την Γερουσία με 81 μέλη και τη Βουλή των Αντιπροσώπων με 513), πάνω από το 50% είναι κατηγορούμενοι για διαφθορά. Από τους 60 γερουσιαστές, σε σύνολο 81, που επικύρωσαν την καθαίρεση της Ρούσεφ, οι 49 είναι κατηγορούμενοι για σκάνδαλα. Ο Εντουάρντο Κούνια, μέλος του PMDB, δηλαδή της σημερινής κυβέρνησης, και Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων ως τον Σεπτέμβριο, καθαιρέθηκε μιας και κατηγορείται για μίζες και αδήλωτους λογαριασμούς στην Ελβετία, ύψους 5 εκ. δολαρίων. Ο ίδιος ο σημερινός πρόεδρος, Μισέλ Τεμέρ, εμπλέκεται σε σκάνδαλο της Petrobas όπως και σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού. Αυτοί λοιπόν οι αρχιερείς της διαφθοράς είναι οι επικεφαλής της καθαίρεσης, που σωστά από τα λαϊκά στρώματα θεωρήθηκε πραξικόπημα. Όμως, η υπαρκτή διαφθορά του PT και η απομάκρυνσή του από τις μάζες, ουδετεροποίησε σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης. Έτσι, οι διαδηλώσεις που έγιναν ενάντια στην καθαίρεση της Ρούσεφ ήταν σημαντικές, αλλά όχι μεγάλες, ούτε μαχητικές ώστε να αποτρέψουν την καθαίρεση. Οι μεγάλοι κίνδυνοι για τους εργαζόμενους επιβεβαιώθηκαν άμεσα. Ο Τεμέρ ανήγγειλε μέτρα ελαστικοποίησης της εργασίας, διευκόλυνσης των απολύσεων, περικοπή της κρατικής χρηματοδότησης στις πολιτείες για υγεία – παιδεία, επανεξέταση της καθολικής πρόσβασης στην υγεία καθώς και του προγράμματος κοινωνικών κατοικιών. Ταυτόχρονα, συνεχίζεται η επίθεση στο PT, κατηγορώντας και τον Λούλα για εμπλοκή σε σκάνδαλα, ώστε να του αφαιρέσουν την δυνατότητα να συμμετέχει στις εκλογές του 2018.

Η απάντηση αριστερών και επαναστατικών οργανώσεων, κινημάτων νεολαίας, των «χωρίς γη» γεωργών και πολλών συνδικάτων ήταν άμεση, με μεγάλες διαδηλώσεις και βασικά συνθήματα «κάτω τα αντεργατικά μέτρα», «κάτω ο Τεμέρ», «εκλογές τώρα», «Γενική Απεργία».

Ακόμα και τώρα, το PT αποδεικνύεται ένα σάπιο τμήμα του αστικού συστήματος. Δεν στηρίζει το αίτημα για άμεσες εκλογές αλλά προτιμά ο Τεμέρ να περάσει τα μέτρα και να φθαρεί, ώστε το PT να επιστρέψει κυρίαρχο στις εκλογές του 2018. Ταυτόχρονα, ο ίδιος ο Λούλα παζαρεύει με τα άλλα κόμματα την άρση των διώξεων – κατηγοριών. Αποτέλεσμα της συνολικής άθλιας πορείας του και της δουλοπρεπούς στάσης του, ήταν η κατακρήμνισή του στις δημοτικές εκλογές στις 2 Οκτώβρη. Από τις 18 πρωτεύουσες πολιτειών το PT ήρθε πρώτο μόνο σε μία, ενώ έχασε από τον πρώτο γύρο και το ιστορικό του προπύργιο, το Σάο Πάολο των 12 εκ. κατοίκων. Η καταδίκη του PT από τα εργατικά και λαϊκά στρώματα είναι οριστική και αμετάκλητη.

Διεθνείς συσχετισμοί και εργατικό κίνημα

Είναι φανερό πως το κυβερνητικό πραξικόπημα στη Βραζιλία εντάσσεται στο κύμα νεοφιλελεύθερης αντεπίθεσης που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη στην Νότια Αμερική, είτε με τη χρήση κινητοποιήσεων υποστηριζόμενων από νεοφιλελεύθερους (Βενεζουέλα και Βραζιλία), είτε με τα γνωστά πραξικοπήματα (Ονδούρα), είτε με εκλογές (νίκη του Μάκρι στην Αργεντινή), είτε με κινήσεις ανατροπής (Βολιβία, Εκουαδόρ, κ.α.). Αναμφίβολα, σε αυτό το κύμα αρωγός στέκονται οι ΗΠΑ που θέλουν να επανακτήσουν τον πλήρη έλεγχο της περιοχής. Ωστόσο, η περίπτωση της Βραζιλίας (και κάποιων ακόμη χωρών) είναι ιδιαίτερη. Η Βραζιλία δεν μπορεί να επιστρέψει εύκολα σε μια ελεγχόμενη από τις ΗΠΑ κατάσταση, ούτε μπορεί να της επιβληθεί εύκολα μια παραδοσιακή δικτατορία, λόγω της δύναμης της αστικής τάξης της στην παγκόσμια σκακιέρα όσο και του τεράστιου όγκου του προλεταριάτου της.

Οι μεγάλοι κίνδυνοι είναι πλήρως ορατοί για τη γιγάντια εργατική τάξη της Βραζιλίας. Απαλλασσόμενη από τον ρεφορμιστικό εναγκαλισμό του PT και ενάντια στην καθαρόαιμη δεξιά, η εργατική τάξη, η νεολαία, οι ακτήμονες, τα συνδικάτα που ήταν σε ύπνωση, μπορούν να ανασυνταχθούν και ξεκινώντας με την πάλη για γενική απεργία ενάντια στα αντεργατικά μέτρα και για πτώση της κυβέρνησης των πραξικοπηματιών, μπορούν να σφυρηλατήσουν ένα νέο αγωνιστικό μέτωπο χωρίς ψευδαισθήσεις και αυταπάτες, που να δώσει διέξοδο από την κρίση προς το συμφέρον των εργαζομένων. Οι σοσιαλιστικές επαναστατικές οργανώσεις έχουν μεγάλο βάρος ευθύνης σε αυτό. Εξάλλου, ο αντίπαλος είναι και ο ίδιος βυθισμένος στην πολιτική κρίση, τη διαφθορά και την αναξιοπιστία, ανίκανος να πείσει την κοινωνία να αποδεχτεί την κυριαρχία του και πολύ περισσότερο το νεοφιλελευθερισμό ως λύση στα τεράστια κοινωνικά προβλήματα.

Α.Φ.